ΣΥΝΑΞΙΣ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ - ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ (30/6/2024)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΗΣ ΣΥΝΑΞΕΩΣ
ΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
Α΄προς Κορινθίους, κεφ.Δ΄, εδάφια 9-16
9 Δοκῶ γὰρ ὅτι ὁ Θεὸς ἡμᾶς τοὺς ἀποστόλους ἐσχάτους ἀπέδειξεν, ὡς ἐπιθανατίους, ὅτι θέατρον ἐγενήθημεν τῷ κόσμῳ, καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις. 10 Ἡμεῖς μωροὶ διὰ Χριστόν, ὑμεῖς δὲ φρόνιμοι ἐν Χριστῷ· ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ ἰσχυροί· ὑμεῖς ἔνδοξοι, ἡμεῖς δὲ ἄτιμοι. 11 Ἂχρι τῆς ἄρτι ὥρας καὶ πεινῶμεν καὶ διψῶμεν καὶ γυμνητεύομεν καὶ κολαφιζόμεθα καὶ ἀστατοῦμεν 12 καὶ κοπιῶμεν ἐργαζόμενοι ταῖς ἰδίαις χερσί· λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα, 13 βλασφημούμενοι παρακαλοῦμεν· ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγενήθημεν, πάντων περίψημα ἕως ἄρτι.14 Οὐκ ἐντρέπων ὑμᾶς γράφω ταῦτα, ἀλλ᾿ ὡς τέκνα μου ἀγαπητὰ νουθετῶ. 15 Ἐὰν γὰρ μυρίους παιδαγωγοὺς ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἀλλ᾿ οὐ πολλοὺς πατέρας· ἐν γὰρ Χριστῷ ᾿Ιησοῦ διὰ τοῦ εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα. 16 Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, μιμηταί μου γίνεσθε.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
9 Κάθε άλλο όμως παρά βασιλεία απολαμβάνουμε εμείς οι απόστολοι· διότι νομίζω ότι ο Θεός εμάς τους απόστολους μάς παρουσίασε δημόσια και στα μάτια όλων ως τελευταίους, ως καταδίκους που πρόκειται να θανατωθούν· διότι γίναμε θέαμα σε όλο τον κόσμο, και στους αγγέλους και στους ανθρώπους. Και από τη μια μας θαυμάζουν οι ενάρετοι άνθρωποι και από την άλλη, μας περιφρονούν και μας χλευάζουν οι άλλοι· 10 εμείς οι απόστολοι θεωρούμαστε από τους απίστους ηλίθιοι και ανόητοι για το όνομα του Χριστού, εσείς όμως είστε συνετοί εν Χριστώ. Εμείς είμαστε ασθενείς και καταδιωκόμαστε από τους ανθρώπους· εσείς όμως είστε ισχυροί, διότι δεν σας βρήκε κάποιος πειρασμός. Εσείς είστε ένδοξοι, εμείς όμως είμαστε άτιμοι και περιφρονημένοι.
11 Μέχρι την ώρα αυτή που σας γράφω, και πεινάμε και υποφέρουμε από δίψα στις περιοδείες μας, και δεν έχουμε αρκετά ρούχα, όταν στη μέση των ταξιδιών μας, μάς πιάνει ξαφνικά ο χειμώνας· και δεχόμαστε χτυπήματα και κακομεταχειρίσεις, και δεν παραμένουμε μόνιμα πουθενά, αλλά διαρκώς φεύγουμε εδώ και εκεί 12και κοπιάζουμε δουλεύοντας με τα ίδια μας τα χέρια. Την ώρα που μας βρίζουν εκείνοι που απιστούν στο ευαγγέλιο και μας περιγελούν, εμείς ευχόμαστε το καλό τους· ενώ μας καταδιώκουν, δείχνουμε ανοχή στους διώκτες μας 13 ενώ μας δυσφημούν και μας συκοφαντούν, απαντάμε με λόγια γλυκά και παρηγορητικά. Σαν καθάρματα και σκουπίδια του κόσμου γίναμε, αποβράσματα ακάθαρτα της κοινωνίας στα μάτια όλων μέχρι τη στιγμή αυτή. 14 Δεν θέλω με αυτά που σας γράφω να σας ντροπιάσω, αλλά σαν παιδιά μου αγαπητά σας συμβουλεύω 15 Ναι. Σας συμβουλεύω με πατρική λαχτάρα και στοργή· διότι εάν έχετε πάρα πολλούς παιδαγωγούς και διδασκάλους εν Χριστώ, δεν έχετε όμως πολλούς πατέρες. Ένα και μόνο πνευματικό πατέρα έχετε, εμένα· διότι εγώ με το κήρυγμα του ευαγγελίου σάς γέννησα πνευματικά, με τη χάρη που μου έδωσε η κοινωνία και η σχέση μου με τον Χριστό 16 αφού λοιπόν είμαι πατέρας σας, σας παρακαλώ να γίνεστε μιμητές μου.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΣΥΝΑΞΕΩΣ ΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
Κατά Ματθαίον, κεφ. Θ΄εδάφια 36-38 και κεφ. Ι΄εδάφια 1-10
Κεφ. Θ΄ 36᾿Ιδὼν δὲ τοὺς ὄχλους ἐσπλαγχνίσθη περὶ αὐτῶν, ὅτι ἦσαν ἐκλελυμένοι καὶ ἐρριμμένοι ὡς πρόβατα μὴ ἔχοντα ποιμένα. 37 Τότε λέγει τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι. 38 Δεήθητε οὖν τοῦ κυρίου τοῦ θερισμοῦ ὅπως ἐκβάλῃ ἐργάτας εἰς τὸν θερισμόν αὐτοῦ.
Κεφ. Ι΄ 1Καί προσκαλεσάμενος τοὺς δώδεκα μαθητὰς αὐτοῦ ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν πνευμάτων ἀκαθάρτων ὥστε ἐκβάλλειν αὐτὰ καὶ θεραπεύειν πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν. 2 Τῶν δὲ δώδεκα ἀποστόλων τὰ ὀνόματά εἰσι ταῦτα· πρῶτος Σίμων ὁ λεγόμενος Πέτρος καὶ ᾿Ανδρέας ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ, ᾿Ιάκωβος ὁ τοῦ Ζεβεδαίου καὶ ᾿Ιωάννης ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ, 3 Φίλιππος καὶ Βαρθολομαῖος, Θωμᾶς καὶ Ματθαῖος ὁ τελώνης, ᾿Ιάκωβος ὁ τοῦ ᾿Αλφαίου καὶ Λεββαῖος ὁ ἐπικληθεὶς Θαδδαῖος, 4 Σίμων ὁ Κανανίτης καὶ ᾿Ιούδας ὁ ᾿Ισκαριώτης ὁ καὶ παραδοὺς αὐτόν. 5 Τούτους τοὺς δώδεκα ἀπέστειλεν ὁ ᾿Ιησοῦς παραγγείλας αὐτοῖς λέγων· εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε καὶ εἰς πόλιν Σαμαρειτῶν μὴ εἰσέλθητε· 6 πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου ᾿Ισραήλ.7 Πορευόμενοι δὲ κηρύσσετε λέγοντες ὅτι ἤγγικεν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. 8 ἀσθενοῦντας θεραπεύετε, λεπροὺς καθαρίζετε, νεκροὺς ἐγείρετε, δαιμόνια ἐκβάλλετε· δωρεὰν ἐλάβετε, δωρεὰν δότε.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
Κεφ. Θ΄ 36 Και όταν είδε τα πλήθη του λαού, αισθάνθηκε συμπόνια και λύπη γι’ αυτούς, διότι ήταν αποκαμωμένοι πνευματικώς και παραμελημένοι, σαν πρόβατα που δεν έχουν ποιμένα να τα προφυλάξει και να τα οδηγήσει στα βοσκοτόπια. 37 Τότε λέει στους μαθητές Του: «Τα μεν στάχυα που είναι ώριμα για θερισμό είναι πολλά, ενώ οι εργάτες που θα τα θερίσουν είναι λίγοι. Πολλοί είναι οι καλοδιάθετοι να δεχτούν το ευαγγέλιο και να σωθούν, λίγοι όμως είναι οι πνευματικοί εργάτες που θα υπηρετήσουν στο πνευματικό αυτό έργο. 38 Παρακαλέστε λοιπόν τον Θεό, που είναι ο κύριος και ιδιοκτήτης της σποράς που είναι ώριμη και κατάλληλη για θερισμό, να βγάλει και να αποστείλει εργάτες στον θερισμό του».
Κεφ. Ι΄ 1 Και αφού προσκάλεσε ο Ιησούς τους δώδεκα μαθητές Του, τους έδωσε εξουσία και δύναμη πάνω στα ακάθαρτα πνεύματα, ώστε να τα βγάζουν από τους ανθρώπους και να θεραπεύουν κάθε είδους ασθένεια και κακοδιαθεσία. 2 Τα ονόματα των δώδεκα αποστόλων είναι τα εξής: Πρώτος αριθμείται ο Σίμων, τον οποίο ο Ιησούς και οι μαθητές Του ονόμαζαν Πέτρο, και ο Ανδρέας ο αδελφός του, ο Ιάκωβος ο γιος του Ζεβεδαίου και ο Ιωάννης ο αδελφός του, 3 ο Φίλιππος και ο Βαρθολομαίος, ο Θωμάς και ο Ματθαίος που διετέλεσε τελώνης, ο Ιάκωβος ο γιος του Αλφαίου και ο Λεββαίος που ονομάστηκε κατόπιν Θαδδαίος, 4 ο Σίμων ο Κανανίτης, δηλαδή ο ζηλωτής, και ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ο οποίος και Τον παρέδωσε στους εχθρούς Του για να Τον θανατώσουν. 5 Αυτούς τους δώδεκα μαθητές τούς απέστειλε και τους έδωσε τις εξής παραγγελίες: “Μην πάτε σε δρόμο που θα σας οδηγήσει σε χώρα που κατοικούν ειδωλολάτρες, και μην μπείτε σε πόλη που ανήκει σε Σαμαρείτες.6 Πηγαίνετε καλύτερα στα χαμένα πρόβατα που κατάγονται από το γένος του Ισραήλ. 7 Και εκεί που πηγαίνετε, να κηρύττετε λέγοντας ότι πλησίασε η έλευση και εγκαθίδρυση της βασιλείας των ουρανών στη γη. Σε λίγο ιδρύεται η Εκκλησία, στην οποία με το κήρυγμα του ευαγγελίου και τη χάρη των μυστηρίων θα μεταδίδεται στους πιστούς η θεία ζωή της επουράνιας βασιλείας. 8Και για να επιβεβαιώνεται το κήρυγμά σας, σας δίνω εξουσία και δύναμη να θεραπεύετε ασθενείς, να καθαρίζετε λεπρούς, να ανασταίνετε νεκρούς, να βγάζετε δαιμόνια. Τη χάρη αυτή της θαυματουργίας τη λάβατε δωρεάν, δωρεάν δώστε την και εσείς, χωρίς να παίρνετε χρήματα.
ΜΝΗΜΗ ΔΩΔΕΚΑ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ[:Α΄ Κορ. 4.9-16]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
Είδες πώς φανερώνει συγχρόνως και την σοβαρότητα και την πατρική φροντίδα του και τον φιλόσοφο νου του; Είδες πώς αφαιρεί την αλαζονεία; «Δοκῶ γάρ ὅτι ὁ Θεὸς ἡμᾶς τοὺς ἀποστόλους ἐσχάτους ἀπέδειξεν, ὡς ἐπιθανατίους, ὅτι θέατρον ἐγενήθημεν τῷ κόσμῳ, καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις (:Κάθε άλλο όμως παρά βασιλεία απολαμβάνουμε εμείς οι απόστολοι· διότι νομίζω ότι ο Θεός εμάς τους απόστολους μάς παρουσίασε δημόσια και στα μάτια όλων ως τελευταίους, ως καταδίκους που πρόκειται να θανατωθούν· διότι γίναμε θέαμα σε όλο τον κόσμο, και στους αγγέλους και στους ανθρώπους. Και από τη μια μας θαυμάζουν οι ενάρετοι άνθρωποι ενώ, από την άλλη, μας περιφρονούν και μας χλευάζουν οι άλλοι)» [Α΄Κορ.4,9], δείχνει πάλι πολλή έμφαση και βαρύτητα με το να πει «ἡμᾶς». Και δεν αρκέστηκε μόνο σε αυτό, αλλά προσθέτει και το αξίωμα, ελέγχοντας έντονα τους Κορίνθιους προς τους οποίους απευθυνόταν η επιστολή: «ἡμᾶς τοὺς ἀποστόλους(:εμάς τους αποστόλους)», δηλαδή εμάς οι οποίοι υπομένουμε μύρια κακά, που σπείρουμε το κήρυγμα της ευσεβείας, που σας οδηγούμε σε αυτήν την φιλοσοφία[:ως φιλοσοφία για τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς νοείται γενικά η χριστιανική θεολογία και η κατά Χριστό άσκηση και ζωή], σε αυτήν τη φιλοσοφημένη χριστιανική ζωή που θα σας χαρίσει τα αιώνια ουράνια αγαθά· αυτούς, τους Αποστόλους δηλαδή, τους παρουσίασε δημοσίως ως τελευταίους στη σειρά ανθρώπους, ως μελλοθάνατους, δηλαδή ως καταδίκους.
Επειδή δηλαδή παραπάνω ο Παύλος τούς είχε πει ελέγχοντάς τους για την αλαζονεία καθώς και για τη λανθασμένη συμπεριφορά τους, τη φράση: «ἵνα καὶ ἡμεῖς ὑμῖν συμβασιλεύσωμεν (:για να είμαστε και εμείς βασιλείς μαζί σας)» [βλ. Α΄Κορ.4,8: «Ἢδη κεκορεσμένοι ἐστέ, ἤδη ἐπλουτήσατε, χωρὶς ἡμῶν ἐβασιλεύσατε· καὶ ὄφελόν γε ἐβασιλεύσατε, ἵνα καὶ ἡμεῖς ὑμῖν συμβασιλεύσωμεν(:Και εσείς οι Κορίνθιοι έχετε αυτήν την ιδέα, ότι είστε μεγάλοι και επίσημοι. Τώρα πλέον είστε χορτασμένοι από όλα! Τώρα πλέον έχετε πλουτίσει από τις πνευματικές δωρεές! Χωρίς να έχετε μαζί σας εμάς, τους διδασκάλους σας, έχετε πλέον μόνοι σας κατακτήσει τη βασιλεία των ουρανών! Και μακάρι να βασιλεύατε, για να βασιλεύσουμε και εμείς μαζί σας...)»] και μείωσε με τον λόγο αυτό την αυστηρότητα του ελέγχου, για να μην τους κάνει να χαλαρώσουν, επανέρχεται πάλι σε αυτό με περισσότερη πικρία και λέει: «διότι νομίζω ότι ο Θεός εμάς τους αποστόλους μας έδειξε τελευταίους ως μελλοθάνατους». Δηλαδή «από ό,τι βλέπω», λέγει, «και από ό,τι εσείς λέγετε, οι πλέον περιφρονημένοι και καταδικασμένοι είμαστε εμείς, οι οποίοι πάντοτε είμαστε εκτεθειμένοι στις ταλαιπωρίες, ενώ εσείς φαντάζεστε ήδη κατακτημένη τη βασιλεία και τις τιμές και τα έπαθλα».
Και επειδή ήθελε με τον λόγο του να δείξει ότι η κατάσταση είναι παράλογη και υπερβολικά απίθανη δεν είπε απλώς ότι εμείς είμαστε οι τελευταίοι, αλλά ότι «ο Θεός μας έκανε τελευταίους». ότι «εμείς είμαστε οι έσχατοι» αλλά ότι «ο Θεός μάς έκανε εσχάτους». Και δεν αρκέστηκε στο να πει «εσχάτους», αλλά πρόσθεσε και «μελλοθανάτους», για να δει και ο πλέον ανόητος το απίθανο των όσων ειπώθηκαν και ότι τα λεγόμενα προέρχονταν από άνθρωπο πολύ στενοχωρημένο, ο οποίος προσπαθούσε με κάθε τρόπο να τους κάνει να ντραπούν.
Και κοίταξε τη σύνεση του Παύλου. Με τους ίδιους λόγους, που όταν το απαιτεί η περίσταση, υψώνει τον εαυτό του και τον παρουσιάζει σπουδαίο και μέγα, με τους λόγους αυτούς τώρα ελέγχει εκείνους ονομάζοντας τον εαυτό του «κατάδικο». Έτσι είναι δυνατόν να κάνει τα πάντα, όταν το καλεί η περίσταση. Εδώ βεβαίως «επιθανατίους» ονομάζει τους καταδίκους, που είναι άξιοι μυρίων θανάτων.
«Ὅτι θέατρον ἐγενήθημεν τῷ κόσμῳ, καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις(:Διότι γίναμε θέαμα σε όλο τον κόσμο, και στους αγγέλους και στους ανθρώπους)». Τι σημαίνει «γίναμε θέατρα στον κόσμο»; «Δεν υποφέρουμε», λέγει, «αυτά σε μία γωνιά ούτε σε ένα μικρό μέρος της οικουμένης, αλλά παντού και επί πάντων». Τι σημαίνει όμως και το «και στους αγγέλους»; Είναι δυνατόν να είμαστε θέαμα για τους ανθρώπους και όχι για τους αγγέλους, όταν όσα συμβαίνουν είναι ευτελή· οι δικοί μας όμως αγώνες είναι τέτοιοι, ώστε αξίζουν να τους βλέπουν και οι άγγελοι. Κοίταξε πώς, ενώ εξευτελίζει τον εαυτό του, πάλι τον παρουσιάζει μέγα· ενώ επίσης εκείνοι υπερηφανεύονται, πώς τους παρουσιάζει ευτελείς. Επειδή δηλαδή εθεωρείτο ότι ήταν ευτελέστερο το να είναι μωροί από το να φαίνονται φρόνιμοι και το να είναι αδύνατοι από το να γίνονται ισχυροί και το να είναι περιφρονημένοι από το να είναι ένδοξοι και φημισμένοι, και επειδή πρόκειται να αποδώσει τα μεν δεύτερα σε εκείνους τα δε πρώτα τα δέχτηκε για τον εαυτό του, δείχνει ότι αυτά είναι ανώτερα από εκείνα, εφόσον χάρη σε αυτά πέτυχε να τους βλέπουν όχι μόνο όλοι οι άνθρωποι, αλλά και το σύνολο των αγγέλων· «διότι η δική μας πάλη δεν είναι μόνο προς ανθρώπους, αλλά και προς τις ασώματες δυνάμεις. Για τούτο γίνεται και μέγα θέαμα».
«Ἡμεῖς μωροὶ διὰ Χριστόν, ὑμεῖς δὲ φρόνιμοι ἐν Χριστῷ· ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ ἰσχυροί· ὑμεῖς ἔνδοξοι, ἡμεῖς δὲ ἄτιμοι(:Εμείς οι απόστολοι θεωρούμαστε από τους απίστους μωροί και ανόητοι για το όνομα του Χριστού· εσείς όμως είστε συνετοί εν Χριστώ. Εμείς είμαστε ασθενείς και καταδιωκόμαστε από τους ανθρώπους· εσείς όμως είστε ισχυροί διότι δεν σας βρήκε κάποιος πειρασμός. Εσείς είστε ένδοξοι, εμείς όμως είμαστε άτιμοι και περιφρονημένοι)»[Α’ Κορ.4,10]. Πάλι και τούτο το είπε, για να προκαλέσει ντροπή, δείχνοντας ότι είναι δυνατόν να συνέρχονται στον ίδιο τόπο άνθρωποι που απέχουν τόσο πολύ μεταξύ τους. «Πώς δηλαδή είναι δυνατόν», λέγει, «σε θέματα που αφορούν στον Χριστό, εσείς μεν να είστε φρόνιμοι, ενώ εμείς άφρονες και μωροί;». Επειδή δηλαδή τους Αποστόλους μεν τους έδερναν και τους καταφρονούσαν οι άπιστοι άνθρωποι και τους ατίμαζαν και τους θεωρούσαν τιποτένιους, ενώ εκείνοι οι Κορίνθιοι απολάμβαναν τιμής και μερικοί μάλιστα θεωρούνταν σοφοί και συνετοί από πολλούς, για τούτο τα λέγει αυτά· ότι δηλαδή πώς είναι δυνατόν εκείνοι που κηρύττουν αυτά να θεωρούνται ότι είναι τα αντίθετα;
«Ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ ἰσχυροί (:Εμείς είμαστε ασθενείς και καταδιωκόμαστε από τους ανθρώπους· εσείς όμως είστε ισχυροί διότι δεν σας βρήκε κάποιος πειρασμός)». Δηλαδή «εμείς εκδιωκόμαστε, καταδιωκόμαστε, εσείς όμως δεν φοβάστε τίποτε και σας περιποιούνται». Αλλά τούτο δεν το ανέχεται η φύση του κηρύγματος. «Ὑμεῖς ἔνδοξοι, ἡμεῖς δὲ ἄτιμοι(:Εσείς είστε ένδοξοι εμείς όμως είμαστε άτιμοι και περιφρονημένοι)».Εδώ απευθύνεται προς όσους έχουν ευγενή καταγωγή και υπερηφανεύονται για τα κοσμικά.
«Ἂχρι τῆς ἄρτι ὥρας καὶ πεινῶμεν καὶ διψῶμεν καὶ γυμνητεύομεν καὶ κολαφιζόμεθα καὶ ἀστατοῦμεν καὶ κοπιῶμεν ἐργαζόμενοι ταῖς ἰδίαις χερσί (:Μέχρι την ώρα αυτή που σας γράφω, και πεινάμε και υποφέρουμε από δίψα στις περιοδείες μας, και δεν έχουμε αρκετά ρούχα, όταν στην μέση των ταξιδιών μας, μάς πιάνει ξαφνικά ο χειμώνας· και δεχόμαστε χτυπήματα και κακομεταχειρίσεις, και δεν παραμένουμε μόνιμα πουθενά, αλλά διαρκώς φεύγουμε εδώ και εκεί) καὶ κοπιῶμεν ἐργαζόμενοι ταῖς ἰδίαις χερσί (:και κοπιάζουμε δουλεύοντας με τα ίδια μας τα χέρια)»[Α΄ Κορ. 4,11-12], δηλαδή δεν διηγούμαι παλαιά, αλλά πράγματα για τα οποία έχω μάρτυρα την παρούσα πραγματικότητα. Διότι «δεν ομιλούμε καθόλου για τα ανθρώπινα ούτε για την δόξα του κόσμου, αλλά αποβλέπουμε μόνο στον Θεό, και αυτό ακριβώς είναι ανάγκη να κάνουμε και εμείς παντού· καθόσον δεν βλέπουν τούτο μόνο οι άγγελοι, αλλά και πριν από εκείνους ο Αγωνοθέτης».
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
[ΣΥΝΕΧΕΙΑ υπομνηματισμού των χωρίων αυτών στην ομιλία ΙΓ΄:)
«Ἡμεῖς μωροὶ διὰ Χριστόν, ὑμεῖς δὲ φρόνιμοι ἐν Χριστῷ· ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ ἰσχυροί· ὑμεῖς ἔνδοξοι, ἡμεῖς δὲ ἄτιμοι (:Εμείς οι απόστολοι θεωρούμαστε από τους απίστους ηλίθιοι και ανόητοι για το όνομα του Χριστού, εσείς όμως είστε συνετοί εν Χριστώ. Εμείς είμαστε ασθενείς και καταδιωκόμαστε από τους ανθρώπους· εσείς όμως είστε ισχυροί διότι δεν σας βρήκε κάποιος πειρασμός. Εσείς είστε ένδοξοι εμείς όμως είμαστε άτιμοι και περιφρονημένοι)» [Α΄Κορ.4,10].
Αφού γέμισε τον λόγο του με πολλή βαρύτητα-πράγμα το οποίο πλήττει περισσότερο από κάθε κατηγορία- και αφού είπε ότι «γίνατε βασιλείς χωρίς εμάς» και ότι «ο Θεός μας έδειξε στα μάτια όλων τελευταίους ως μελλοθανάτους», στη συνέχεια δείχνει πως είναι όπως οι καταδικασμένοι σε θάνατο λέγοντας: «Ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ ἰσχυροί· ὑμεῖς ἔνδοξοι, ἡμεῖς δὲ ἄτιμοι. ἄχρι τῆς ἄρτι ὥρας καὶ πεινῶμεν καὶ διψῶμεν καὶ γυμνητεύομεν καὶ κολαφιζόμεθα καὶ ἀστατοῦμεν καὶ κοπιῶμεν ἐργαζόμενοι ταῖς ἰδίαις χερσί(:Εμείς είμαστε ασθενείς και αδύνατοι. Εσείς όμως είστε ισχυροί και ακατανίκητοι! Εσείς είστε ένδοξοι, εμείς όμως περιφρονημένοι και εξουθενωμένοι. Από την ημέρα που λάβαμε το αποστολικό αξίωμα και μέχρις αυτής της ώρας, ζούμε ανάμεσα στο πλήθος από ταλαιπωρίες και περιπέτειες. Και πεινούμε και διψούμε· και δεν έχουμε ρούχα για να προφυλαχθούμε από τις κακοκαιρίες και δεχόμαστε ραπίσματα και γρονθοκοπήματα, και συνεχώς μετακινούμαστε από τόπου σε τόπο, χωρίς να έχουμε πουθενά σταθερή παραμονή. Και κοπιάζουμε εργαζόμενοι με τα ίδια μας τα χέρια)», τα οποία ήσαν, ως γνωστόν, αποδείξεις γνησίων διδασκάλων και αποστόλων.
Αλλά εκείνοι οι Κορίνθιοι Χριστιανοί όμως που δεν είχαν αποβάλει ακόμα εντελώς τα κοσμικά φρονήματα, υπερηφανεύονταν για τα αντίθετα, για σοφία, για δόξα, για πλούτο, για τιμές. Επειδή λοιπόν ήθελε να αφαιρέσει την αλαζονεία τους και να τους δείξει ότι γι’ αυτό όχι μόνο δεν πρέπει να καυχώνται, αλλά και να ντρέπονται, κατά πρώτον μεν τους διακωμωδεί λέγοντας: «Γίνατε βασιλείς χωρίς εμάς». «Δηλαδή, εγώ μεν υποστηρίζω», λέγει, «ότι ο παρών καιρός δεν είναι για τιμή και δόξα, των οποίων εσείς απολαμβάνετε, αλλά και διώξεις και ύβρεις, τις οποίες εμείς πάσχουμε. Εάν όμως δεν είναι έτσι τα πράγματα, αλλά αυτός είναι ο καιρός των αμοιβών, όπως βλέπω- και τούτο το λέγει ειρωνευόμενος- εσείς μεν είστε οι μαθητές κι όμως είστε ήδη βασιλείς, εμείς όμως οι διδάσκαλοι και απόστολοι, που προπάντων έπρεπε να λάβουμε τον μισθό, όχι μόνο έχουμε γίνει οι έσχατοι από εσάς, αλλά ζούμε και ως μελλοθάνατοι, δηλαδή ως κατάδικοι συνεχώς με ατιμώσεις και κινδύνους και πείνα και υβριζόμενοι ως μωροί και εκδιωκόμενοι και υπομένοντες τα πάνδεινα…».
Και αυτά τα έλεγε, για να κάνει και αυτούς να κατανικήσουν με αυτά τα πάθη τους, ότι οφείλουν να ποθούν με ζήλο τα παθήματα των αποστόλων στον κόσμο αυτόν, δηλαδή τους κινδύνους και τις ύβρεις, όχι τις τιμές και τις δόξες, διότι το χριστιανικό κήρυγμα αυτά απαιτεί και όχι εκείνα. Αλλά δεν τα λέγει έτσι απευθείας, ώστε να μη φανεί σε αυτούς φορτικός, αλλά κάνει την επίπληξη αυτήν έτσι, όπως έπρεπε στην περίπτωση. Εάν δηλαδή απροκάλυπτα ομιλούσε, θα έλεγε ως εξής: «Πλανάστε και απατάστε και έχετε πολύ απομακρυνθεί από την αποστολική νομοθεσία· διότι ο απόστολος και διάκονος του Χριστού πρέπει να φαίνεται ότι είναι ανόητος στα μάτια του κόσμου που δεν έχει εγκαταλείψει τα σαρκικά φρονήματα και να ζει σε θλίψη και περιφρόνηση, κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε εμείς· σε εσάς όμως συμβαίνουν τα αντίθετα». Αλλά έτσι τα λεγόμενα θα φαίνονταν σε αυτούς ότι είναι εγκώμια των αποστόλων και εκείνους θα τους έκαναν θρασύτερους, διότι δήθεν θα συκοφαντούνταν για ραθυμία και ματαιοδοξία και τρυφηλότητα. Γι’ αυτό δεν ακολουθεί μεν αυτόν τον τρόπο σε όσα είπε, αλλά άλλο εντονότερο μεν, αλλά λιγότερο ενοχλητικό.
Για τον λόγο αυτόν ομιλεί με κάποια ειρωνεία λέγοντας: «Εσείς όμως θεωρείστε ισχυροί και ένδοξοι». Ενώ, εάν δεν χρησιμοποιούσε ειρωνεία, θα μπορούσε να τους πει τα εξής: «Δεν είναι δυνατόν άλλος μεν να θεωρείται ανόητος, άλλος δε φρόνιμος, άλλος μεν ισχυρός, άλλος δε ασθενής, τη στιγμή που το κήρυγμα του Χριστού απαιτεί άλλα. «Δηλαδή, εάν επιτρεπόταν άλλοι μεν να είναι τούτο, άλλοι δε εκείνο, ίσως θα είχαν κάποια δικαίωση τα λεγόμενα από εσάς· τώρα όμως δεν επιτρέπεται να φαίνεται κανείς ότι είναι φρόνιμος, ένδοξος και ότι έχει απαλλαγεί από κινδύνους. Ειδάλλως, είναι επόμενο ότι ο Θεός έχει προτιμήσει εσάς από εμάς, εσάς τους μαθητές από εμάς τους διδασκάλους που μύρια υποφέρουμε. Και αν κανείς δεν θα μπορούσε να πει αυτό, απομένει εσείς να ακολουθείτε επίμονα τη δική μας ζωή».
«Και ας μη φανταστεί κανείς», λέγει, «ότι αναφέρομαι μόνο σε πράγματα του παρελθόντος»· «ἄχρι τῆς ἄρτι ὥρας καὶ πεινῶμεν καὶ διψῶμεν καὶ γυμνητεύομεν καὶ κολαφιζόμεθα καὶ ἀστατοῦμεν (:μέχρι την ώρα αυτή που σας γράφω, και πεινάμε και υποφέρουμε από δίψα στις περιοδείες μας, και δεν έχουμε αρκετά ρούχα, όταν στην μέση των ταξιδιών μας, μάς πιάνει ξαφνικά ο χειμώνας· και δεχόμαστε χτυπήματα και κακομεταχειρίσεις, και δεν παραμένουμε μόνιμα πουθενά, αλλά διαρκώς φεύγουμε εδώ και εκεί)»[Α΄Κορ.4,11]. Βλέπεις ότι τέτοιος πρέπει να είναι όλος ο βίος των Χριστιανών, και όχι μία ή δύο μόνο ημέρες; Διότι ούτε αν είναι κάποιος αθλητής στεφανώνεται, αν κερδίσει μία μονάχα νίκη και κατόπιν ηττηθεί. «Και πεινάμε», κατ’ αντίθεση προς όσους ζουν τρυφηλή ζωή· «και μας κακομεταχειρίζονται» κατ’ αντίθεση προς τους αλαζόνες· «και περιπλανιόμαστε», διότι εκδιωκόμαστε, λέγει· «και έχουμε ελλείψεις σε ρουχισμό», κατ’ αντίθεση προς όσους είναι πλούσιοι· «και κοπιάζουμε» κατ’ αντίθεση πλέον προς τους ψευδαποστόλους, που δεν ανέχονται ούτε να εργάζονται ούτε να κινδυνεύουν, αλλά οι ίδιοι να καρπούνται.
«Όμως εμείς», λέγει, «δεν είμαστε τέτοιοι, αλλά μαζί με τους εξωτερικούς κινδύνους που έχουμε να αντιμετωπίσουμε, και οι ίδιοι με τη συνεχή εργασία θέτουμε σε συνεχή δραστηριοποίηση τους εαυτούς μας. Και το σπουδαιότερο είναι ότι κανείς δε θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι δυσανασχετούμε γι’ αυτά, διότι ανταμείβουμε με τα αντίθετα εκείνους που μας κάνουν αυτά». Μέγα δηλαδή είναι τούτο, όχι η κακοπάθεια- διότι αυτή είναι κοινή μοίρα όλων- αλλά το να μην αναστατωνόμαστε ούτε να δυσανασχετούμε, όταν πάσχουμε. Εμείς όμως όχι μόνο δεν δυσανασχετούμε, αλλά και ευφραινόμαστε, και απόδειξη τούτου είναι το ότι εκείνους που μας βλάπτουν τους αμείβουμε με ευεργεσίες.
Και ότι τούτο ακριβώς έκαναν οι Απόστολοι, άκουσε τα επόμενα: «Λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλοῦμεν· ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγενήθημεν, πάντων περίψημα ἕως ἄρτι(:Και κοπιάζουμε δουλεύοντας με τα ίδια μας τα χέρια. Την ώρα που μας βρίζουν εκείνοι που απιστούν στο ευαγγέλιο και μας περιγελούν, εμείς ευχόμαστε το καλό τους. Ενώ μας καταδιώκουν, δείχνουμε ανοχή στους διώκτες μας, ενώ μας δυσφημούν και μας συκοφαντούν, απαντάμε με λόγια γλυκά και παρηγορητικά. Σαν καθάρματα και σκουπίδια του κόσμου γίναμε, αποβράσματα ακάθαρτα της κοινωνίας στα μάτια όλων μέχρι την στιγμή αυτή)»[Α΄Κορ. 4,12-13], δηλαδή μωροί για τον Χριστό· διότι εκείνος που βλάπτεται και όμως ούτε εκδικείται ούτε θλίβεται, φαίνεται στους απίστους ότι είναι ανόητος και περιφρονημένος και αδύνατος. Και για να μην κάνει τον λόγο του ενοχλητικότερο με το να περιορίσει τα πάθη μονάχα στη δική τους πόλη, τι λέγει; «Γίναμε σαν σκουπίδια και αποβράσματα όχι της πόλεώς σας, αλλά του κόσμου όλου»· και πάλι· «Γίναμε ως ακαθαρσία όλων»· όχι μόνο δική σας, αλλά όλων.
Όπως ακριβώς λοιπόν, όταν ομιλεί περί της προνοίας του Χριστού, αφού αφήσει τη γη, τον ουρανό, όλη την κτίση, φέρει τον Σταυρό ως απόδειξη, έτσι και όταν θελήσει να επισύρει την προσοχή στον εαυτό του, αποσιωπά τα θαυματουργικά σημεία που έκανε με τη χάρη του Θεού και αναφέρει τα όσα έπαθε προς χάριν αυτών. Έτσι και εμείς, όταν αδικούμαστε από κάποιους και καταφρονούμαστε, συνηθίζουμε να αναφέρουμε όσα πάθαμε προς χάριν τους. «Γίναμε ως ακαθαρσία όλων έως τώρα». Έδωσε δυνατό χτύπημα στο τέλος. «Όλων δε», λέγει, «όχι των διωκόντων, αλλά αυτών, εξαιτίας των οποίων πάσχουμε αυτά· δηλαδή χρωστώ πολλή ευγνωμοσύνη σε αυτούς». Τα λεγόμενα δείχνουν άνθρωπο που βαρυθυμεί, όμως δε θλίβεται ο ίδιος, αλλά που θέλει εκείνους να πλήξει. Αυτός δηλαδή έχει μυρίους λόγους να τους κατηγορήσει, και όμως τους ασπάζεται. Για τον λόγο αυτό και ο Χριστός παραγγέλλει να υπομένουμε τις ύβρεις με πραότητα, για να ζούμε και εμείς οι ίδιοι με φιλοσοφία[ στους εκκλησιαστικούς συγγραφείς ο όρος ‘’φιλοσοφία’’ σημαίνει γενικώς τη χριστιανική θεολογία και την κατά Χριστόν άσκηση και ζωή] και για να κάνουμε εκείνους να ντρέπονται περισσότερο· διότι τούτο το επιτυγχάνει κανείς όχι τόσο με ύβρεις, όσο με τη σιωπή.
Έπειτα, επειδή είδε ότι η πληγή ήταν αφόρητη, ταχέως τη θεράπευσε με το να πει: «Οὐκ ἐντρέπων ὑμᾶς γράφω ταῦτα, ἀλλ᾿ ὡς τέκνα μου ἀγαπητὰ νουθετῶ (:Δεν θέλω με αυτά που σας γράφω να σας ντροπιάσω, αλλά σαν παιδιά μου αγαπητά σας συμβουλεύω)»[Α΄Κορ.4,14]. «Δηλαδή, δεν τα λέγω αυτά», λέγει, «για να σας ντροπιάσω». Αυτό που έκανε με τα λόγια ισχυρίζεται ότι δεν το έχει κάνει, μάλλον δε λέγει ότι το έχει κάνει μεν, αλλά όμως όχι με κακή διάθεση και εμπάθεια· διότι είναι άριστη η θεραπεία αυτή, δηλαδή, αφού είπε κανείς ό,τι θέλει, να προσθέσει την δικαιολόγηση της σκέψεώς του. Διότι, το να μην ομιλήσει δεν ήταν δυνατό, επειδή θα παρέμεναν αδιόρθωτοι, το να ομιλήσει όμως και να αφήσει πάλι ανίατη την πληγή θα ήταν φοβερό· για τον λόγο αυτόν απολογείται με σοβαρότητα. Και αυτό όχι μόνο δε ματαιώνει την τομή, αλλά την κάνει να πάει βαθύτερα στην πληγή, καθώς μετριάζει όλο τον πόνο· διότι εκείνος που άκουσε ότι τα λέγει αυτά όχι από διάθεση χλευασμού αλλά από αγάπη, δέχεται περισσότερο την διόρθωση.
Και εδώ επίσης υπάρχει πολλή σοβαρότητα και ντροπή. Δηλαδή δεν είπε ως διδάσκαλος ούτε ως απόστολος, ούτε ως μαθητές που τους είχε- πράγμα το οποίο το άξιζε- αλλά «σας συμβουλεύω ως τέκνα μου αγαπητά»· και δεν τους ονόμασε απλώς τέκνα, αλλά ποθητά τέκνα. «Συγχωρήστε με», τους λέγει, «και αν έχω πει κάτι βαρύ, το είπα από αγάπη».Και δεν είπε «σας επικρίνω», αλλά «σας συμβουλεύω». Και ποιος δε θα δεχόταν να ακούσει έναν πατέρα που στενοχωριέται και συμβουλεύει τα πρέποντα; Για τον λόγο αυτόν δεν είπε τούτο προηγουμένως, αλλά αφού τους επέπληξε. «Τι λοιπόν;», θα έλεγε κάποιος, «δεν ενδιαφέρονται για μας οι άλλοι διδάσκαλοι;». Δεν εννοώ τούτο, αλλά δεν ενδιαφέρονται τόσο πολύ. Αλλά τούτο μεν δεν το είπε αμέσως, το υποδήλωσε όμως με την ιδιότητα και το όνομα με το να χρησιμοποιήσει τις λέξεις «παιδαγωγόν» και «πατέρα».
Καθόσον, λέγει: «Ἐὰν γὰρ μυρίους παιδαγωγοὺς ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἀλλ᾿ οὐ πολλοὺς πατέρας (:Ναι. Σας συμβουλεύω με πατρική λαχτάρα και στοργή· διότι εάν έχετε πάρα πολλούς παιδαγωγούς και διδασκάλους εν Χριστώ, δεν έχετε όμως πολλούς πατέρες)»[Α΄Κορ. 4,15]. Εδώ δεν υποδηλώνει το αξίωμα, αλλά το υπερβολικό μέγεθος της αγάπης. Και με το να προσθέσει το «ἐν Χριστῷ», δεν έθιξε εκείνους, αλλά και ενθάρρυνε αυτούς με το να ονομάσει όχι κόλακες, αλλά παιδαγωγούς εκείνους, οι οποίοι εργάζονταν με προθυμία και αναλάμβαναν τους κόπους· συγχρόνως υποδήλωσε και τη δική του φροντίδα. Και δεν είπε: «αλλά όμως δεν έχετε πολλούς διδασκάλους», αλλά είπε «δεν έχετε πολλούς πατέρες». Έτσι δεν ήθελε να αναφέρει το αξίωμά του ούτε να υπενθυμίσει ότι από αυτόν είχαν ωφεληθεί περισσότερο, αλλά, αφού συγχώρησε εκείνους για το ότι πολύ είχε κοπιάσει προς χάριν τους- διότι τέτοιος πρέπει να είναι ο παιδαγωγός- κρατεί για τον εαυτό του την υπερβολική αγάπη· διότι τέτοιος πρέπει να είναι ο πατέρας.
Και δεν λέγει ότι «κανείς δε σας αγαπά τόσο πολύ», πράγμα το οποίο θα ήταν ανεύθυνο, αλλά αναφέρει κάποιο συγκεκριμένο γεγονός. Ποιο λοιπόν είναι αυτό; «Ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ διὰ τοῦ εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα(:Έναν και μόνο πνευματικό πατέρα έχετε, εμένα· διότι εγώ με το κήρυγμα του ευαγγελίου σάς γέννησα πνευματικά, με την χάρη που μου έδωσε η κοινωνία και η σχέση μου με τον Χριστό )».
«ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ»· «δεν το θεωρώ έργο δικό μου». Πάλι πλήττει εκείνους οι οποίοι αποδίδουν σε αυτόν την επιτυχία της διδασκαλίας. «Εἰ ἄλλοις οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος, ἀλλά γε ὑμῖν εἰμι· ἡ γὰρ σφραγὶς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ (:Εάν για άλλους δεν είμαι απόστολος τουλάχιστον όμως για εσάς είμαι απόστολος· διότι η σφραγίδα με την οποία πιστοποιείται επίσημα το αποστολικό μου αξίωμα, με την χάρη του Κυρίου, τους οποίους οδήγησα στον Χριστό)»[Α΄Κορ. 9,2]. Και πάλι λέγει «εγώ σας φύτευσα» και «εγώ σας γέννησα». Δεν είπε «κήρυξα το Ευαγγέλιο σε σας», αλλά «εγώ σας γέννησα», χρησιμοποιώντας όρους της φύσεως. Δηλαδή, για ένα πράγμα φρόντιζε συνεχώς, να δείξει την αγάπη, την οποία έτρεφε για αυτούς. Δηλαδή, εκείνοι μεν, αφού σας παρέλαβαν από εμένα, συνέχισαν την καθοδήγησή σας· δηλαδή είπε «ως τέκνα», για να μην τονίσει ότι το είπε, για να τους κολακεύσει, αναφέρει και την αιτία: «Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς κἀγώ (:Αφού λοιπόν είμαι πατέρας σας, σας παρακαλώ να γίνεστε μιμητές μου)» [Α΄Κορ.4,16] ·[πρβ. και Α΄Κορ.11,1: «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθὼς κἀγὼ Χριστοῦ (:Να γίνεστε μιμητές μου, όπως και εγώ έγινα μιμητής του Χριστού)»]. Πω πω, πόση είναι η παρρησία του διδασκάλου· πόσο σαφής είναι η εικόνα εφόσον και άλλους παρακαλεί γι’ αυτό! και δεν το κάνει αυτό από υπερηφάνεια αλλά δείχνει ότι είναι εύκολη η αρετή.
«Μη μου πεις λοιπόν ότι ‘’δεν μπορώ να σε μιμηθώ, διότι εσύ είσαι ο δάσκαλος και μέγας’’. Η απόσταση μεταξύ μας δεν είναι τόσο μεγάλη όσο μεταξύ Χριστού και εμένα· και όμως εγώ μιμήθηκα Εκείνον». Όταν μεν γράφει προς τους Εφεσίους, δε θέτει τον εαυτό του στο μέσο, αλλά κατευθείαν όλους αυτούς τους οδηγεί εκεί λέγοντας: «Γίνεσθε οὖν μιμηταὶ τοῦ Θεοῦ ὡς τέκνα ἀγαπητά(:Αφού λοιπόν ο Θεός σάς συγχώρεσε, να γίνεστε και εσείς μιμητές του Θεού ως παιδιά Του αγαπητά)»[Εφ.5,1]· εδώ όμως, επειδή απευθυνόταν προς αδύνατους στην πίστη, παρενέβαλε τον εαυτό του. Αλλά πάντως δείχνει ότι και έτσι είναι δυνατό να μιμηθούν τον Χριστό, διότι εκείνος που μιμήθηκε την ακριβή σφραγίδα, μιμήθηκε το πρωτότυπο.
Ας δούμε λοιπόν πώς μιμήθηκε τον Χριστό ο απόστολος Παύλος· διότι η μίμηση αυτή δεν χρειάζεται χρόνους και τέχνη, αλλά μόνο διάθεση. Εάν δηλαδή εισέλθουμε σε εργαστήριο ζωγράφου, δεν θα μπορέσουμε να μιμηθούμε την εικόνα, ακόμη και αν την δούμε μύριες φορές· τούτον όμως μπορούμε να τον μιμηθούμε και μόνο εξ ακροάσεως. Θέλετε λοιπόν να φέρουμε τον πίνακα στο μέσο και σχεδιάσουμε επάνω σας την πολιτεία του Παύλου; Ας τεθεί λοιπόν εμπρός ο πίνακας που είναι πολύ λαμπρότερος από τις βασιλικές εικόνες. Αυτό λοιπόν που βρίσκεται εμπρός μας δεν είναι σανίδες κολλημένες ούτε ύφασμα τοποθετημένο επάνω σε αυτές, αλλά τούτο εδώ εμπρός μας είναι έργο Θεού, διότι είναι ψυχή και σώμα. Η ψυχή είναι έργο του Θεού, όχι ανθρώπων, όπως επίσης και το σώμα. Χειροκροτήσατε στο σημείο αυτό; Όμως δεν είναι εδώ καιρός για χειροκροτήματα, αλλά χρειάζεται να χειροκροτήσετε και να ποθήσετε με ζήλο τα εξής: Κατά πρώτον, η ύλη είναι κατώτερη, εφόσον είναι κοινή σε όλους. Μία ψυχή δηλαδή δεν διαφέρει καθόλου από άλλη ψυχή, επειδή είναι και αυτή ψυχή, αλλά η διάθεση δείχνει την διαφορά. Όπως ακριβώς δηλαδή ένα σώμα δεν διαφέρει από άλλο σώμα- διότι και αυτό είναι σώμα- αλλά είναι όμοιο το σώμα και του Παύλου και των πολλών ανθρώπων, και μάλιστα οι κίνδυνοι κάνουν αυτό λαμπρότερο από εκείνο, έτσι συμβαίνει και με την ψυχή.
Ας τεθεί λοιπόν ενώπιόν μας ο πίνακας, η ψυχή του Παύλου. Αυτός ο πίνακας προηγουμένως ήταν μαυρισμένος, γεμάτος με αράχνες, διότι δεν υπάρχει τίποτε χειρότερο από τη βλασφημία. Όταν όμως ήλθε Εκείνος που μεταμορφώνει τα πάντα και είδε ότι ο Παύλος διαμορφώθηκε έτσι όχι από ραθυμία και μωρία, αλλά από απειρία και από έλλειψη ανθέων της ευσεβείας- διότι είχε μεν ζήλο, αλλά τα άνθη δεν είχαν χρώματα, εφόσον ο ζήλος του δεν ήταν κατ’ επίγνωση- του δίνει το άνθος της αληθείας, δηλαδή τη χάρη, και αμέσως έκανε βασιλική την εικόνα.
Αφού δηλαδή έλαβε τα χρώματα και αφού έμαθε όσα αγνοούσε, δεν έχασε χρόνο, αλλά αμέσως αποδείχτηκε τεχνίτης άριστος. Και κατά πρώτον με το να κηρύττει τον Χριστό δείχνει ότι η κεφαλή του είναι βασιλική· έπειτα ότι και το υπόλοιπο σώμα ανήκει στην πολιτεία την ακριβή. Λοιπόν, οι μεν ζωγράφοι, αφού κλειστούν καλώς μέσα στην οικία τους με πολλή ησυχία και ακρίβεια εργάζονται όλο το έργο χωρίς να ανοίγουν σε κανένα τις θύρες· αυτός όμως, αφού τοποθέτησε τον πίνακα στο μέσο της οικουμένης και ενώ όλοι εναντιώνονταν, θορυβούσαν, προκαλούσαν ταραχή, ζωγράφιζε έτσι αυτήν τη βασιλική εικόνα χωρίς κανένα εμπόδιο. Για τον λόγο αυτό και έλεγε: «Γίναμε θέαμα στον κόσμο», στο μέσο της γης και της θάλασσας και του ουρανού και όλης της οικουμένης και του κόσμου και του αισθητού και του νοητού, καθώς ζωγράφιζε την εικόνα.
Θέλετε να δείτε και τα υπόλοιπα μέρη αυτής κάτω από την κεφαλή; Ή θέλετε να αρχίσουμε από κάτω προς τα επάνω; Κοιτάξετε λοιπόν με θαυμασμό ένα χρυσό ανδριάντα, μάλλον δε πολυτιμότερο και από αυτόν, που θα έπρεπε να είχε στηθεί στον ουρανό, και όμως δεν είναι ντυμένος με μόλυβδο, ούτε τοποθετημένος σε έναν τόπο, αλλά τρέχει από την Ιερουσαλήμ μέχρι του Ιλλυρικού και στην Ισπανία, πηγαίνει και σε όλα τα μέρη της οικουμένης έρχεται σαν να έχει φτερά. Τι θα μπορούσε να υπάρξει ωραιότερο από αυτά τα πόδια, τα οποία βάδισαν σε όλη τη γη, που βρίσκεται κάτω από τον ήλιο; Αυτήν την ωραιότητα διακηρύσσει από την παλαιά εποχή και ο προφήτης λέγοντας: «Ὡς ὥρα ἐπὶ τῶν ὀρέων, ὡς πόδες εὐαγγελιζομένου ἀκοὴν εἰρήνης(:Όπως το έαρ επάνω στα όρη, όπως τα πόδια εκείνου ο οποίος σπεύδει να αναγγείλει το χαρμόσυνο μήνυμα της ειρήνης)»[ Ησ. 52,7]. Είδες γιατί είναι καλά τα πόδια;
Θέλεις να δεις και το στήθος; Έλα εδώ να σου δείξω και τούτο και θα δεις ότι είναι πολύ λαμπρότερο από τους ωραίους αυτούς πόδες και από το ίδιο το στήθος του παλαιού νομοθέτου. Ο Μωυσής μεν βάσταζε λίθινες πλάκες, αυτός όμως είχε μέσα του τον ίδιο τον Χριστό, είχε την ίδια την εικόνα του βασιλέως και για τον λόγο αυτόν ήταν σεβαστότερος και από το ‘’Ιλαστήριον’’[:το κάλυμμα της Κιβωτού στα Άγια των Αγίων· βλ. Έξ.25,16: «Καὶ ἐμβαλεῖς εἰς τὴν κιβωτὸν τὰ μαρτύρια, ἃ ἂν δῷ σοι καὶ ποιήσεις ἱλαστήριον ἐπίθεμα χρυσίου καθαροῦ, δύο πήχεων καὶ ἡμίσους τὸ μῆκος καί πήχεως καὶ ἡμίσους τὸ πλάτος (:Μέσα δε στην κιβωτό θα θέσεις αντικείμενα, που μαρτυρούν την Παρουσία μου και τα οποία Εγώ θα σου δώσω και θα κατασκευάσεις το σκέπασμα της κιβωτού, το ιλαστήριο, από καθαρό χρυσό. Θα έχει μήκος μεν δύο και ήμισυ πήχεις, πλάτος δε ένα και ήμισυ πήχυ)»... και Λευιτ. 16,2: «Καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Μωυσῆν· λάλησον πρὸς Ἀαρὼν τὸν ἀδελφόν σου, καὶ μὴ εἰσπορευέσθω πᾶσαν ὥραν εἰς τὸ ἅγιον ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος εἰς πρόσωπον τοῦ ἱλαστηρίου, ὅ ἐστιν ἐπὶ τῆς κιβωτοῦ τοῦ μαρτυρίου, καὶ οὐκ ἀποθανεῖται· ἐν γὰρ νεφέλῃ ὀφθήσομαι ἐπὶ τοῦ ἱλαστηρίου(:Και είπε ο Κύριος προς τον Μωυσή:· “Πες στον αδελφό σου τον Ααρών να μην εισέρχεται κατά οποιανδήποτε ώρα και ημέρα στα Άγια των Αγίων, στο εσωτερικό του καταπετάσματος, ενώπιον του ιλαστηρίου, το οποίο βρίσκεται επάνω στην Κιβωτό του Μαρτυρίου, για να μη τιμωρηθεί με θάνατο. Διότι εγώ θα παρουσιάζομαι επί του ιλαστηρίου δια νεφέλης)»] και από τα Χερουβίμ· διότι από εκεί δεν προερχόταν τέτοια φωνή όπως από εδώ, αλλά η μεν φωνή εκείνων ομιλούσε κυρίως περί αισθητών πραγμάτων, η γλώσσα όμως του Παύλου ομιλούσε για τα ουράνια πράγματα· και η μεν φωνή που προερχόταν από το Ιλαστήριο δίδασκε τους Ιουδαίους μόνο, η φωνή όμως του Παύλου κήρυττε σε όλη την οικουμένη· εκείνη μεν η φωνή ομιλούσε με άψυχα μέσα, αυτή εδώ όμως η φωνή ομιλούσε με ενάρετη ψυχή.
Τούτο το ιλαστήριο ήταν λαμπρότερο και από τον ουρανό, όχι διότι άστραπτε από την ποικιλία των άστρων ούτε από τις ηλιακές ακτίνες, αλλά διότι είχε τον ίδιο τον ήλιο της δικαιοσύνης που εξέπεμπε από εκεί τις ακτίνες. Και τούτον μεν τον ουρανό, εάν ποτέ τον καλύψει ένα σύννεφο, τον κάνει σκυθρωπότερο, εκείνο όμως το στήθος καμία τέτοια κακοκαιρία ποτέ δεν κατέλαβε· μάλλον όμως πολλές φορές πολλοί χειμώνες το έπληξαν το φως όμως δεν το επισκότισαν, αλλά μέσα στον πειρασμό και τους κινδύνους τούτο το φως έλαμπε ακτινοβόλο. Για τον λόγο αυτόν και ενώ ο ίδιος ήταν δεμένος με αλυσίδες φώναζε: «ἐν ᾧ κακοπαθῶ μέχρι δεσμῶν ὡς κακοῦργος· ἀλλ’ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται(:για το οποίο Ευαγγέλιο κακοπαθώ μέχρι τα δεσμά σαν κακούργος, αλλά ο λόγος του Θεού δεν έχει δεθεί)» [Β΄Τιμ.2,9]. Έτσι πάντοτε με εκείνη τη γλώσσα εξέπεμπε τις ακτίνες και ούτε φόβος ούτε κίνδυνος έκανε σκυθρωπό το στήθος εκείνο. Ίσως φαίνεται ότι το στήθος είναι ανώτερο από τους πόδες, αλλά και εκείνοι ως πόδες είναι καλοί και τούτο ως στήθος είναι καλό.
Θέλεις να δεις και κοιλία ωραία; Άκουσε τι λέγει περί αυτής: «Διόπερ εἰ βρῶμα σκανδαλίζει τὸν ἀδελφόν μου, οὐ μὴ φάγω κρέα εἰς τὸν αἰῶνα, ἵνα μὴ τὸν ἀδελφόν μου σκανδαλίσω(:Γι’ αυτό λοιπόν εάν αυτό που τρώω γίνεται αιτία σκανδάλου και αμαρτίας για τον αδελφό μου, δεν θα φάω ποτέ οποιοδήποτε είδος κρέατος, για να μην σκανδαλίσω τον αδερφό μου. Και έρχομαι τώρα να σας δείξω ότι για τους αδύναμους αδελφούς έκανα και εξακολουθώ να κάνω θυσίες των δικαιωμάτων μου)» [Α΄Κορ.8,13].
Επίσης σε άλλη επιστολή λέγει αντιστοίχως: «Καλὸν τὸ μὴ φαγεῖν κρέα μηδὲ πιεῖν οἶνον μηδὲ ἐν ᾧ ὁ ἀδελφός σου προσκόπτει ἢ σκανδαλίζεται ἢ ἀσθενεῖ(:Γι’ αυτό, παρά την ελευθερία που έχουμε, καλό και προτιμότερο είναι να μη φας κρέατα και να μην πιεις οίνο και να μην κάνεις καμία πράξη, εξαιτίας της οποίας σκοντάφτει ή σκανδαλίζεται ή καταβάλλεται ο αδελφός σου)» [Ρωμ. 14,21]· και: « Τὰ βρώματα τῇ κοιλίᾳ καὶ ἡ κοιλία τοῖς βρώμασιν· ὁ δὲ Θεὸς καὶ ταύτην καὶ ταῦτα καταργήσει. Τὸ δὲ σῶμα οὐ τῇ πορνείᾳ, ἀλλὰ τῷ Κυρίῳ, καὶ ὁ Κύριος τῷ σώματι(:Τα φαγητά έχουν γίνει για την κοιλιά και η κοιλιά για τα φαγητά. Ο Θεός όμως θα καταργήσει στην άλλη ζωή και αυτά και εκείνα. Μπορείτε λοιπόν να τρώτε ότι θέλετε αρκεί μόνο να μην γίνεστε δούλοι του φαγητού και της κοιλιάς. Δεν ισχύει όμως το ίδιο και με την γενετήσια επιθυμία· διότι το σώμα δεν έχει γίνει για την πορνεία αλλά για τον Κύριο, για να Του ανήκει ως μέλος Του. Και ο Κύριος είναι για το σώμα για να ανήκει σε Αυτόν)» [Α΄Κορ.6,13].
Τι θα μπορούσε να υπάρξει ωραιότερο από αυτήν την κοιλία, η οποία είχε ασκηθεί να παραμένει ήρεμη, έχει διδαχθεί όλη τη σωφροσύνη και η οποία γνώριζε και να πεινά και να λιμοκτονεί και να διψά; Όπως ακριβώς δηλαδή βαδίζει ένας πειθαρχημένος ίππος, αν του θέσουν χρυσά ηνία, έτσι και αυτή η κοιλία λειτουργούσε εύρυθμα, αφού νίκησε την ανάγκη που υπαγορεύει η φύση, διότι ο Χριστός βάδιζε μέσα σε αυτήν. Και εφόσον αυτή είχε τόση σωφροσύνη, ήταν ολοφάνερο ότι κατανικώνταν και όλα τα άλλα μειονεκτήματα.
Θέλεις να δεις και τα χέρια όπως είναι τώρα; Ή θέλεις καταρχήν να θαυμάσεις τα κακά έργα αυτών των χεριών κατά το παρελθόν; Αυτός εισερχόμενος στις οικίες κατά το παρελθόν έσυρε άντρες και γυναίκες, διότι είχε χέρια, όχι ανθρώπου, αλλά κάποιου άγριου θηρίου. Όταν όμως έλαβε τα χρώματα της αλήθειας και την πνευματική εμπειρία, τα χέρια αυτά πλέον δεν ήσαν ανθρώπου, αλλά πνευματικά χέρια που καθημερινά ήσαν δεμένα με αλυσίδες· και δεν έπληξαν μεν κανένα, επλήγησαν όμως μύριες φορές. Ακόμη και έχιδνα σεβάστηκε κάποτε αυτά τα χέρια, διότι δεν ήσαν πλέον χέρια ενός απλού ανθρώπου· για τον λόγο αυτόν ούτε τα άγγιξε.
Θέλεις να δεις και τα νώτα που ομοιάζουν με τα υπόλοιπα μέλη; Άκουσε τι λέγει και περί αυτών: «Ὑπὸ Ἰουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα παρὰ μίαν ἔλαβον, τρὶς ἐῤῥαβδίσθην, ἅπαξ ἐλιθάσθην, τρὶς ἐναυάγησα, νυχθήμερον ἐν τῷ βυθῷ πεποίηκα(:Από τους Ιουδαίους πέντε φορές μαστιγώθηκα με σαράντα παρά μία μαστιγώσεις κάθε φορά. Τρεις φορές χτυπήθηκα με ράβδους· μια φορά λιθοβολήθηκα· τρεις φορές ναυάγησα· επί ένα ημερονύκτιο έμεινα ναυαγός στη θάλασσα)» [Β΄Κορ.11,24-25].
Αλλά για να μην πέσουμε και εμείς σε βυθό άπειρο και πάθουμε πολλά, ενώ εξετάζουμε ένα προς ένα τα μέλη του, εμπρός, αφού αφήσουμε το σώμα, ας δούμε άλλο κάλλος, το κάλλος των ενδυμάτων του, το οποίο ακόμη και οι δαίμονες το σεβάστηκαν· για τον λόγο αυτόν και αυτοί οι ίδιοι έφευγαν μακριά, και νοσήματα θεραπεύονταν. Και όπου τυχόν εμφανιζόταν ο Παύλος, τα πάντα υποχωρούσαν και τρέπονταν σε φυγή σαν να διερχόταν πλησίον τους ο άριστος της οικουμένης. Και όπως ακριβώς εκείνοι που δέχτηκαν πολλές πληγές σε πόλεμο αισθάνονται φρίκη, όταν δουν και το όπλο μόνο εκείνου που τους πλήγωσε, έτσι ακριβώς και οι δαίμονες· αν έβλεπαν και μόνο τη ζώνη του απομακρύνονταν.
Πού είναι τώρα οι πλούσιοι, που υπερηφανεύονταν για τα χρήματά τους; Πού είναι όσοι απαριθμούσαν τα αξιώματα και τα πολυτελή τους ενδύματα; Αν συγκρίνουν τους εαυτούς τους με αυτά, θα δουν ότι όλα τα δικά τους είναι πηλός και βούρκος. Και γιατί αναφέρω τα ενδύματα και τα χρυσά κοσμήματα, διότι αν κάποιος μου έδινε την εξουσία όλης της οικουμένης, θα θεωρούσα το νύχι και μόνο του Παύλου ισχυρότερο εκείνης της βασιλικής εξουσίας, την πενία του ισχυρότερη κάθε τρυφής, την αδοξία του ισχυρότερη κάθε δόξης, την γύμνωσή του ισχυρότερη κάθε πλούτου, το ράπισμα της ιερής εκείνης κεφαλής ισχυρότερο κάθε αφοβίας, τους λίθους τους οποίους δέχτηκε ισχυρότερους κάθε διαδήματος.
Αυτόν τον στέφανο, αγαπητοί μου, ας ποθήσουμε και αν δεν συμβαίνει τώρα διωγμός, ας προετοιμάσουμε εν τω μεταξύ τους εαυτούς μας· διότι αυτός δεν αναδείχτηκε λαμπρός άντρας μόνο από τους διωγμούς, καθόσον μάλιστα έλεγε: «Ἀλλ᾿ ὑποπιάζω μου τὸ σῶμα καὶ δουλαγωγῶ, μήπως ἄλλοις κηρύξας αὐτὸς ἀδόκιμος γένωμαι(:Αλλά ταλαιπωρώ το σώμα μου και το μεταχειρίζομαι ως δούλο, για να μην αποδοκιμαστώ και αποδειχτώ ανάξιος του βραβείου εγώ ο ίδιος που κήρυξα σε άλλους και με τη δική μου προτροπή και διδασκαλία αυτοί πήραν το βραβείο)» [Α΄Κορ. 9,27]· πρβ. Ρωμ.8,13-14:«Εἰ γὰρ κατὰ σάρκα ζῆτε, μέλλετε ἀποθνήσκειν· εἰ δὲ Πνεύματι τὰς πράξεις τοῦ σώματος θανατοῦτε, ζήσεσθε. ὅσοι γὰρ Πνεύματι Θεοῦ ἄγονται, οὗτοί εἰσιν υἱοὶ Θεοῦ(:Διότι, εάν ζείτε κατά τις επιθυμίες της σάρκας, μέλλετε να αποθάνετε τον αιώνιο θάνατο. Εάν όμως, με τις πνευματικές δυνάμεις που χαρίζει το άγιο Πνεύμα, αποστρέφεστε και νεκρώνετε τις κακές πράξεις του σώματος, θα ζήσετε αιωνίως πλησίον του Θεού· διότι, όσοι οδηγούνται και κατευθύνονται από το Πνεύμα του Θεού, αυτοί είναι οι πραγματικοί υιοί του Θεού)»· τούτο μάλιστα είναι δυνατόν να κατορθωθεί και χωρίς διωγμό.
Προέτρεπε επίσης να μη φροντίζουμε για τη σάρκα έτσι ώστε να της αυξάνουμε τις επιθυμίες. Και πάλι έλεγε: «Ἒχοντες δὲ διατροφὰς καὶ σκεπάσματα, τούτοις ἀρκεσθησόμεθα(:Αν έχουμε λοιπόν διατροφές και σκεπάσματα, σε αυτά ας αρκεστούμε)» [Α΄Τιμ. 6,8]. Γι’ αυτά δηλαδή δεν απαιτούνται διωγμοί. Και τους απόρους επίσης προσπαθούσε να τους σωφρονίσει λέγοντας: «Οἱ δὲ βουλόμενοι πλουτεῖν ἐμπίπτουσιν εἰς πειρασμὸν(:Εκείνοι όμως που θέλουν να πλουτίζουν πέφτουν σε πειρασμό)»[Α΄Τιμ. 6,9]. Εάν λοιπόν και εμείς ασκήσουμε έτσι τους εαυτούς μας, αφού εισέλθουμε στον αγώνα, θα στεφανωθούμε και ενώ δεν είναι περίοδος διωγμού, θα λάβουμε πολλά βραβεία για τους εαυτούς μας· εάν όμως λιπαίνουμε το σώμα και ζούμε βίο χοίρων, ακόμη και σε περίοδο ειρήνης θα αμαρτήσουμε σε πολλά και θα καταισχυνθούμε.
Δε βλέπεις εναντίον ποιων είναι η πάλη μας; Εναντίον των ασωμάτων δυνάμεων. Πώς λοιπόν θα νικήσουμε αυτές, ενώ είμαστε σάρκες; Διότι εφόσον πρέπει να τρώγει με σωφροσύνη κάποιος, εάν παλεύει με ανθρώπους, πολύ περισσότερο, όταν παλεύει με δαίμονες. Όταν όμως εκτός της πολυσαρκίας είμαστε προσδεμένοι και στον πλούτο, πώς θα νικήσουμε τους αντιπάλους; Διότι ο πλούτος είναι δεσμά, δεσμά βαρέα για όσους δε γνωρίζουν να τον χρησιμοποιούν καλώς, τύραννος ωμός και απάνθρωπος, του οποίου όλα τα προστάγματα καταλήγουν στην καταστροφή των δούλων του.
Αλλά εάν θέλουμε, θα ρίξουμε από τον θρόνο του τον πικρό αυτόν τύραννο και θα τον κάνουμε να υπακούει σε εμάς και όχι να μας διατάσσει. Πώς λοιπόν θα γίνει αυτό; Όταν μοιράζουμε τον πλούτο σε όλους· διότι εφόσον είναι μόνος σε μεμονωμένους ανθρώπους, μηχανεύεται όλα τα κακά, όπως ένας ληστής, που βρίσκεται σε ερημικό τόπο· όταν όμως τον φέρουμε στο μέσο των ανθρώπων, δε θα μας νικά πλέον, διότι όλοι από παντού θα τον κρατούν δέσμιο.
Και τα λέγω αυτά, όχι επειδή είναι αμαρτία τα χρήματα· αμαρτία είναι το να μη διανέμει κανείς αυτά στους πτωχούς κα το να μην κάνει καλή χρήση αυτών. Ο Θεός δηλαδή δεν έκανε τίποτε κακό, αλλά όλα τα έκανε πολύ καλά· επομένως και τα χρήματα είναι καλά, αλλά εάν δεν κυβερνούν τους κατόχους τους, εάν εξαφανίζουν την πενία των πλησίον. Δεν είναι δηλαδή φως καλό εκείνο που δεν εξαφανίζει το σκοτάδι, αλλά και το επιτείνει, και ούτε θα μπορούσα να ονομάσω «πλούτο» αυτόν που δεν εξαφανίζει την πενία, αλλά αυτόν που την αυξάνει· διότι ο αληθώς πλούσιος δεν ζητεί να λαμβάνει από άλλους, αλλά να βοηθεί άλλους· εκείνος πάλι που επιζητεί να λαμβάνει από άλλους, δεν είναι πλέον πλούσιος, αλλά ο ίδιος είναι ο πτωχός.
Ώστε δεν είναι κακό τα χρήματα, αλλά η πενιχρή διάνοια, η οποία οδηγεί τον πλούτο σε πενία. Αυτού του είδους οι άνθρωποι, που είναι μέσα στα μεταξωτά και λαμπρά ενδύματα, είναι αθλιότεροι και από τους επαίτες των στενωπών, οι οποίοι έχουν ένα σάκο και σώματα ακρωτηριασμένα και περιβεβλημένα ράκη· αυτοί που περιπατούν με μεγαλοπρέπεια στην αγορά είναι δυστυχέστεροι από τους επαίτες εκείνους, οι οποίοι βαδίζουν στις συνοικίες, εισέρχονται στις αυλές των οικιών, φωνάζουν από κάτω και επαιτούν· διότι αυτοί μεν ανυμνούν τον Θεό και λέγουν λόγια ευσπλαχνίας και φιλοσοφίας πολλής, για τούτο και τους ευσπλαχνιζόμαστε και τους δίνουμε ελεημοσύνη και ουδέποτε τους κατηγορούμε. Εκείνοι όμως που πλουτίζουν κακώς εκστομίζουν λόγους ωμότητας και απανθρωπιάς, αρπαγής και σατανικής επιθυμίας, και για τον λόγο αυτόν είναι από όλους μισητοί και καταγέλαστοι.
Πρόσεξε επίσης το εξής: Τι θεωρούν όλοι οι άνθρωποι ότι είναι αισχρό, το να ζητεί κανείς να λάβει από τους πλουσίους ή από τους απόρους; Νομίζω ότι στα πάντα είναι φανερό ότι είναι αισχρό να ζητεί κανένας να λάβει κάτι από τους απόρους συνανθρώπους του. Τούτο λοιπόν κάνουν οι πλούσιοι, διότι δεν θα τολμούσαν να προσέλθουν στους πλουσιότερους, ενώ οι επαίτες ζητούν ελεημοσύνη από τους εύπορους· διότι ο επαίτης δεν θα ζητήσει από τον επαίτη, αλλά από τον εύπορο, ενώ ο πλούσιος κατασπαράσσει τον πτωχό.
Πες μου επίσης, τι είναι αξιοπρεπέστερο, το να λάβει κανείς κάτι από ανθρώπους με τη θέλησή τους, που χρεωστούν ευγνωμοσύνη ή το να αναγκάζει και να ενοχλεί ανθρώπους που δεν θέλουν να του δώσουν; Αλλά και τούτο το κάνουν οι πλούσιοι. Οι μεν πτωχοί δηλαδή λαμβάνουν από ανθρώπους, οι οποίοι θέλουν να προσφέρουν και οι οποίοι χρεωστούν ευγνωμοσύνη, ενώ οι πλούσιοι λαμβάνουν από ανθρώπους που δεν θέλουν και είναι πρόθυμοι να δώσουν, πράγμα το οποίο είναι απόδειξη μεγαλύτερης πενίας. Εφόσον δηλαδή ούτε σε πρόγευμα θα ήθελε κανείς να πάει, εάν αυτός που τον καλούσε δεν αισθανόταν οικειότητα προς τον καλούμενο, πώς είναι καλό να λάβει κανείς χρήματα εκβιαστικά; Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν αποστρεφόμαστε τους σκύλους και δεν αποφεύγουμε εκείνους που γαυγίζουν, διότι με την πολλή επιμονή τους να μένουν πλησίον μας μάς εκβιάζουν;
Αυτό το κάνουν και οι πλούσιοι. Αλλά είναι αξιοπρεπέστερο, η προσφορά να συνυπάρχει με φόβο. Τούτο όμως που συμβαίνει είναι το αισχρότερο όλων, διότι αυτός που κάνει τα πάντα, για να λάβει κάτι, δεν θα είναι ο γελοιωδέστερος όλων; Και πράγματι, πολλές φορές από φόβο προς τους σκύλους εγκαταλείψαμε ό,τι έχουμε μαζί μας. Πες μου επίσης τι είναι αισχρότερο, να ζητεί να λάβει κάποιος περιβεβλημένος ράκη ή φορώντας μεταξωτά ενδύματα; Όταν δηλαδή κάποιος πλούσιος περιποιείται πτωχούς γέροντες, για να λάβει την περιουσία τους, ενώ εκείνοι έχουν δικά τους παιδιά, είναι άξιος καμίας συγνώμης; Και αν θέλετε, ας εξετάσουμε και τα ίδια τα λόγια, τι λέγουν οι πλούσιοι, όταν επαιτούν, και τι λέγουν οι πτωχοί.
Τι λέγει λοιπόν ο πτωχός; Λέγει ότι εκείνος που δίδει ελεημοσύνη ποτέ δεν θα στερηθεί ό,τι δίδει από αυτά που του χάρισε ο Θεός, ότι ο Θεός είναι φιλάνθρωπος και ότι θα του ανταποδώσει περισσότερα· και όλα αυτά είναι λόγια φιλοσοφίας και παραινέσεως καις συμβουλής, διότι σε βοηθεί να δεις προς τον Κύριο και σου αφαιρεί τον φόβο της μελλούσης πενίας· επομένως είναι δυνατόν κανείς να δει πολλή διδασκαλία στα λόγια των επαιτών.
Τι είδους όμως είναι τα λόγια των πλουσίων; Είναι λόγια χοίρων και σκύλων και λύκων και των άλλων θηρίων. Δηλαδή, άλλοι μεν από αυτούς συνεχώς συζητούν περί τραπεζών και τροφών και καρυκευμάτων και οίνου πάσης προελεύσεως και περί μύρων και ιματίων και της άλλης ασωτίας, άλλοι δε συζητούν περί τόκων και δανεισμών και επινοούν την ύπαρξη βιβλίων λογαριασμών και αναφέρουν αφόρητο όγκο χρεών, τα οποία κληρονόμησαν από τους πατέρες ή παππούδες τους, και έτσι αφαιρούν από άλλον μεν την οικία του, από άλλον τον αγρό του, από άλλον τον δούλο του και όλα τα υπάρχοντά του.
Τι να αναφέρει κανείς τις διαθήκες, οι οποίες έχουν γραφεί με μαύρο αίμα; Αφού δηλαδή παρουσιάσουν ότι διατρέχουν αφόρητο κίνδυνο ή αφού καταγοητεύσουν με μερικές μικρές υποσχέσεις, όσους δουν να έχουν μικρή περιουσία, συνήθως τους πείθουν να αδιαφορήσουν μεν για όλους τους συγγενείς τους, που πολλές φορές υποφέρουν από πενία, και αντί εκείνων να κληροδοτήσουν σε αυτούς την περιουσία τους. Αυτά λοιπόν ποιων θηρίων μανία και αγριότητα δεν κρύπτουν;
Για τούτο, σας παρακαλώ, ας αποφύγουμε κάθε πλούτο αυτού του είδους, που είναι αισχρός και γεμάτος από φόνους και ας αποκτήσουμε τον πνευματικό πλούτο και ας επιζητήσουμε τους θησαυρούς των ουρανών· διότι εκείνοι που έχουν αυτούς, εκείνοι είναι οι πλούσιοι, εκείνοι είναι οι εύποροι που απολαμβάνουν όλων των αγαθών και της επιγείου και της αιωνίου ζωής. Εκείνος δηλαδή που θέλει να είναι πτωχός κατά τον λόγο του Θεού βρίσκει ανοικτές τις οικίες όλων· διότι σε εκείνον, ο οποίος δεν έχει τίποτε χάριν του Θεού, ο καθένας είναι δυνατόν να προσφέρει τα υπάρχοντά του· για εκείνον όμως ο οποίος θέλει να έχει με αδικία έστω και ολίγα, συνήθως κλείνονται οι θύρες όλων.
Για να αποκτήσουμε λοιπόν και τα επίγεια και τα ουράνια αγαθά, ας προτιμήσουμε τον σταθερό πλούτο, την αθάνατη ευπορία· μακάρι όλοι εμείς να την αποκτήσουμε με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον Οποίο στον Πατέρα και στο Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-i-ad-corinthios.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Προς Α΄προς Κορινθίους επιστολήν, ομιλίες ΙΒ΄και ΙΓ΄[επιλεγμένα αποσπάσματα], πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2015, τόμος 18, σελίδες 327-329 και 354-379.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Liddell & Scott, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007),
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ
ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΝ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
[:Ματθ.9,36 και Ματθ.10,1-10]
Και δεν αρκούνταν ο Κύριος μόνο στη θεραπεία των ασθενειών του λαού, αλλά επιδείκνυε και άλλου είδους πρόνοια· διότι λέει ο ευαγγελιστής: «Ἰδὼν δὲ τοὺς ὄχλους ἐσπλαγχνίσθη περὶ αὐτῶν, ὅτι ἦσαν ἐκλελυμένοι καὶ ἐῤῥιμμένοι ὡς πρόβατα μὴ ἔχοντα ποιμένα(:και όταν είδε τα πλήθη του λαού, αισθάνθηκε συμπάθεια και πόνο γι’ αυτούς, διότι ήταν αποκαμωμένοι πνευματικώς και παραμελημένοι, σαν πρόβατα που δεν έχουν ποιμένα να τα προφυλάξει και να τα οδηγήσει στα βοσκοτόπια)»[Ματθ.9,36].
Πρόσεξε λοιπόν την ταπεινοφροσύνη του Ιησού: για να μην προσκαλέσει λοιπόν τους πάντες πλησίον Του ο Ίδιος, αποστέλλει τους μαθητές Του. Και όχι μόνο γι’ αυτό, αλλά και για να τους ασκήσει, σαν ακριβώς σε κάποια παλαίστρα, αφού προγυμναστούν στην Παλαιστίνη, στη συνέχεια να αναλάβουν τους μεγάλους αγώνες σε όλη την οικουμένη. Γι’ αυτό βέβαια και οι ασκήσεις που τους ορίζει είναι μεγαλύτερες από τους αγώνες, όσο περισσότερο ανέρχονται την κλίμακα της αρετής, για να αντιμετωπίσουν ευκολότερα τους μετέπειτα αγώνες, οδηγώντας αυτούς με τον ίδιο τρόπο που εξασκούν τους τρυφερούς νεοσσούς για το πέταγμα. Και αρχικά τους καθιστά ιατρούς των σωμάτων, αποταμιεύοντας για αργότερα την ψυχική τους προετοιμασία που ήδη επιτελέστηκε.
Και πρόσεξε με τρόπο παρουσιάζει το έργο ως και εύκολο και αναγκαίο. Τι λέει λοιπόν σε αυτούς; «Ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι(:Τα μεν στάχυα που είναι ώριμα για θερισμό είναι πολλά, ενώ οι εργάτες που θα τα θερίσουν είναι λίγοι. Πολλοί είναι οι ευδιάθετοι να δεχθούν το ευαγγέλιο και να σωθούν, λίγοι όμως είναι οι πνευματικοί εργάτες που θα υπηρετήσουν στο πνευματικό αυτό έργο)». «Δεν σας αποστέλλω», λέει, «για να σπείρετε, αλλά για να θερίσετε». Και ακριβώς αυτό έλεγε και αλλού, καθώς ο Ιωάννης αναφέρει: «Ἐγὼ ἀπέστειλα ὑμᾶς θερίζειν ὃ οὐχ ὑμεῖς κεκοπιάκατε· ἄλλοι κεκοπιάκασι, καὶ ὑμεῖς εἰς τὸν κόπον αὐτῶν εἰσεληλύθατε(:Εγώ, ο Κύριος του αγρού, σας έστειλα για να θερίζετε καρπό για τον οποίο εσείς δεν έχετε κοπιάσει για να σπαρεί. Άλλοι, δηλαδή εγώ και οι προφήτες πριν από μένα, έχουν κοπιάσει κι έχουν σπείρει, κι εσείς έχετε μπει στους κόπους και τη σπορά τους για να θερίσετε)» [Ιω.4,38].
Και αυτά τα έλεγε και για να μη μεγαλοφρονούν και για να τους προετοιμάσει να έχουν θάρρος και για να τους δείξει ότι συντελέσθηκε ο μεγαλύτερος κόπος. Και πρόσεξε και εδώ ότι προχωράει στην ενέργεια Του αυτή από φιλανθρωπία και όχι εξαιτίας κάποιας αμοιβής· διότι «ἐσπλαγχνίσθη περὶ αὐτῶν, ὅτι ἦσαν ἐκλελυμένοι καὶ ἐῤῥιμμένοι ὡς πρόβατα μὴ ἔχοντα ποιμένα(:αισθάνθηκε συμπάθεια και πόνο γι’ αυτούς, διότι ήταν αποκαμωμένοι πνευματικώς και παραμελημένοι, σαν πρόβατα που δεν έχουν ποιμένα να τα προφυλάξει και να τα οδηγήσει στα βοσκοτόπια)». Αυτό αποτελεί κατηγορία για τους άρχοντες των Ιουδαίων, διότι ενώ ήταν ποιμένες παρουσίαζαν τα γνωρίσματα των λύκων· διότι όχι μόνο δεν οδηγούν ορθά τον λαό, αλλά και επιβουλεύονταν τη δική τους πρόοδο. Ενώ οι απλοί άνθρωποι του λαού λοιπόν θαύμαζαν και έλεγαν: «οὐδέποτε ἐφάνη οὕτως ἐν τῷ Ἰσραήλ(:ποτέ δεν φάνηκαν τέτοια θαύματα στο έθνος του Ισραήλ˙ ούτε όταν οι προφήτες και οι υπόλοιποι άγιοι άνδρες θαυματουργούσαν ανάμεσά του)»[Ματθ.9,33], αυτοί έλεγαν τα αντίθετα ότι δηλαδή «ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια (:“με τη βοήθεια και τη συνεργασία του αρχηγού των δαιμόνων βγάζει τα δαιμόνια από τους δαιμονισμένους”)»[Ματθ.9,34].
Ποιους όμως εργάτες εννοεί εδώ; Ασφαλώς τους δώδεκα μαθητές Του. Τι λοιπόν; Λέγοντας ότι «οι πνευματικοί εργάτες όμως που θα υπηρετήσουν στο πνευματικό αυτό έργο είναι λίγοι», μήπως πρόσθεσε σε αυτούς και άλλους; Κάθε άλλο, αλλά αυτούς μόνο απέστειλε. Για ποιον λόγο λοιπόν έλεγε «δεήθητε οὖν τοῦ κυρίου τοῦ θερισμοῦ ὅπως ἐκβάλῃ ἐργάτας εἰς τὸν θερισμόν αὐτοῦ(:παρακαλέστε λοιπόν τον Θεό, που είναι ο κύριος και ιδιοκτήτης της σποράς που είναι ώριμη και κατάλληλη για θερισμό, να βγάλει και να αποστείλει εργάτες στον θερισμό του”)»[Ματθ.9,36], και δεν πρόσθεσε κανένα σε αυτούς; Επειδή αν και ήταν μόνο δώδεκα, τους κατέστησε στη συνέχεια να ισοδυναμούν με πολλούς, όχι με την αύξηση της αριθμητικής τους ποσότητας, αλλά με την περισσή δύναμη που τους χάρισε.
Στη συνέχεια, θέλοντας να τους δείξει πόσο μεγάλη ήταν η προσφορά που θα λάμβαναν τους λέει: «δεήθητε οὖν τοῦ κυρίου τοῦ θερισμοῦ(:παρακαλέστε λοιπόν τον Κύριο του θερισμού)» και κατά τρόπο κεκαλυμμένο αποκαλύπτει σιγά-σιγά τον εαυτό Του ως τον Κύριο της σποράς και του θερισμού· διότι όταν είπε «παρακαλέστε τον Κύριο του θερισμού», μολονότι αυτοί δεν παρακάλεσαν, ούτε προσευχήθηκαν, ο Ίδιος τους χειροτονεί αμέσως, υπενθυμίζοντας σε αυτούς και τους λόγους του Ιωάννη του Βαπτιστή σχετικά με το αλώνι και το λίχνισμα και το άχυρο και τον σίτο[πρβλ. Ματθ.3,12: «οὗ τὸ πτύον ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ καὶ διακαθαριεῖ τὴν ἅλωνα αὐτοῦ, καὶ συνάξει τὸν σῖτον αὐτοῦ εἰς τὴν ἀποθήκην, τὸ δὲ ἄχυρον κατακαύσει πυρὶ ἀσβέστῳ(: κρατάει ο Κύριος στο χέρι το φτυάρι που λιχνίζει και ξεχωρίζει το σιτάρι από το άχυρο. Η δίκαιη κρίση Του δηλαδή είναι έτοιμη να λειτουργήσει και θα καθαρίσει τελείως το αλώνι Του, δηλαδή τον κόσμο ολόκληρο. Και θα μαζέψει το σιτάρι Του στην αποθήκη, δηλαδή τους ενάρετους ανθρώπους στην ουράνια βασιλεία, ενώ το άχυρο, δηλαδή τους αμετανόητους, θα τους κατακάψει με φωτιά που δεν σβήνει ποτέ’’)»].
Κατά συνέπεια καθίσταται φανερό ότι ο Ίδιος είναι ο γεωργός, ο Ίδιος είναι ο Κύριος της ώριμης προς θερισμό σποράς, ο ίδιος είναι ο Κύριος των προφητών· διότι το εάν τους απέστειλε να θερίσουν, είναι φανερό ότι δεν απέστειλε να θερίσουν ξένους κόπους, αλλά αυτά που Αυτός έσπειρε με τους προφήτες Του. Και δεν τους ενθάρρυνε μόνο με αυτό, το ότι δηλαδή ονόμασε «θερισμό» το έργο αυτών αλλά και με το ότι τους ενδυνάμωσε για να επιτελέσουν το έργο τους· διότι λέει ο ευαγγελιστής: «Καὶ προσκαλεσάμενος τοὺς δώδεκα μαθητὰς αὐτοῦ ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν πνευμάτων ἀκαθάρτων ὥστε ἐκβάλλειν αὐτὰ καὶ θεραπεύειν πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν(:και αφού προσκάλεσε ο Ιησούς τους δώδεκα μαθητές Του, τους έδωσε εξουσία και δύναμη πάνω στα ακάθαρτα πνεύματα, ώστε να τα βγάζουν από τους ανθρώπους και να θεραπεύουν κάθε είδους ασθένεια και κακοδιαθεσία)»[Ματθ.10,1].
Και όμως ακόμη δεν τους είχε δοθεί το Πνεύμα το Άγιο· διότι λέγει ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «Τοῦτο δὲ εἶπε περὶ τοῦ Πνεύματος οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες εἰς αὐτόν· οὔπω γὰρ ἦν Πνεῦμα Ἅγιον, ὅτι Ἰησοῦς οὐδέπω ἐδοξάσθη(:αυτά τα λόγια τα είπε ο Κύριος για το Άγιο Πνεύμα, που θα αποκτούσαν μετά την Ανάληψή Του στους ουρανούς όσοι θα πίστευαν σε Αυτόν· διότι πρωτύτερα είχαν βέβαια δοθεί χαρίσματα προφητικά και θαυματουργικά σε ανθρώπους δικαίους και προφήτες, αλλά η χάρις του Αγίου Πνεύματος που αναγεννά τους ανθρώπους και τους μεταδίδει τη θεία και μακαρία ζωή δεν είχε δοθεί σε κανέναν. Και δεν είχε δοθεί η χάρις αυτή του Αγίου Πνεύματος, διότι ο Ιησούς δεν είχε ακόμη δοξαστεί με το Πάθος Του και την Ανάληψή Του)»[Ιω.7,39]. Και λοιπόν εξεδίωκαν τα ακάθαρτα πνεύματα; Τα εξεδίωκαν με την προσταγή αυτή του Ιησού, με την εξουσία που τους έδωσε.
Και πρόσεξε σε παρακαλώ, και τον κατάλληλο καιρό κατά τον οποίο έγινε η αποστολή· διότι δεν τους απέστειλε ευθύς εξαρχής όταν τους προσκάλεσε για μαθητές Του, αλλά όταν αποκόμισαν ικανά εφόδια από την συναναστροφή με Αυτόν και είδαν και νεκρό να ανίσταται, και παράλυτο να θεραπεύεται, και αμαρτήματα να συγχωρούνται, και λεπρό να καθαρίζεται, και έλαβαν ικανοποιητική απόδειξη περί της δυνάμεως Του και με τα έργα Του και με τους λόγους Του τότε τους απέστειλε. Και δεν τους απέστειλε σε επικίνδυνα μέρη (διότι τότε δεν διέτρεχαν κανένα κίνδυνο στην Παλαιστίνη), αλλά έπρεπε τότε μόνο συκοφαντίες να αντιμετωπίσουν. Πλην όμως και αυτό τους το προλέγει· τους κινδύνους δηλαδή που θα αντιμετώπιζαν, για να τους προετοιμάσει πριν ακόμα έρθει η ώρα της κύριας αποστολής τους, και για να τους κάνει να βρίσκονται σε αγωνία με τη συνεχή υπόμνηση όλων αυτών των μελλοντικών κινδύνων.
Έπειτα επειδή ο ευαγγελιστής Ματθαίος αρχικά μας είχε κάνει αναφορά μόνο σε δύο διμελείς ομάδες αποστόλων[βλ. Ματθ.4,18-22: «Και ενώ περπατούσε κοντά στη θάλασσα της Γαλιλαίας, είδε δυο αδελφούς, τον Σίμωνα, τον οποίο κατόπιν ονόμασε Πέτρο, και τον Ανδρέα τον αδελφό του, οι οποίοι έριχναν δίχτυα στη θάλασσα, διότι ήταν ψαράδες. Και τους λέει: ‘’Ακολουθήστε με, και θα σας κάνω ικανούς να ψαρεύετε αντί για ψάρια ανθρώπους. Αυτούς θα ελκύετε στη βασιλεία των ουρανών με τα πνευματικά δίχτυα του κηρύγματος’’. Και αυτοί αμέσως άφησαν τα δίχτυα τους και Τον ακολούθησαν. Κι αφού προχώρησε πιο πέρα από εκεί, είδε άλλους δύο αδελφούς, τον Ιάκωβο, τον γιο του Ζεβεδαίου, και τον Ιωάννη τον αδελφό του, να ετοιμάζουν τα δίχτυα τους μέσα στο πλοίο μαζί με τον πατέρα τους Ζεβεδαίο. Και τους κάλεσε. Κι αυτοί αμέσως άφησαν το πλοίο και τον πατέρα τους και Τον ακολούθησαν»], του Ανδρέα και του Πέτρου δηλαδή και κατόπιν του Ιακώβου και του Ιωάννη, και κατόπιν μας παρουσίασε τη δική του κλήση[βλ.Ματθ.9,9:«Το ότι θεράπευε ο Κύριος και ψυχές το έδειξε και πάλι ύστερα από λίγο. Σαν έφυγε δηλαδή από εκεί και διάβαινε κοντά στη λίμνη, είδε ο Ιησούς έναν άνθρωπο που καθόταν στην τράπεζα εισπράξεως των φόρων, ο οποίος τώρα ονομάζεται Ματθαίος. Και στον τελώνη αυτόν λέει ο Ιησούς: “Ακολούθα με”. Kaι εκείνος σηκώθηκε και Tον ακολούθησε»], χωρίς να μας αναφέρει τίποτε για την κλήση των υπολοίπων αποστόλων και τα ονόματά τους, κατ’ ανάγκη εκθέτει σε αυτό το σημείο των κατάλογο αυτών και τον αριθμό και αποκαλύπτει τα ονόματά τους, λέγοντας τα εξής:
«Τῶν δὲ δώδεκα ἀποστόλων τὰ ὀνόματά εἰσι ταῦτα· πρῶτος Σίμων ὁ λεγόμενος Πέτρος καὶ Ἀνδρέας ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ, Ἰάκωβος ὁ τοῦ Ζεβεδαίου καὶ Ἰωάννης ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ(:τα ονόματα των δώδεκα αποστόλων είναι τα εξής: Πρώτος αριθμείται ο Σίμων, τον οποίο ο Ιησούς και οι μαθητές Του ονόμαζαν Πέτρο, και ο Ανδρέας ο αδελφός του, ο Ιάκωβος ο γιος του Ζεβεδαίου και ο Ιωάννης ο αδελφός του), Φίλιππος καὶ Βαρθολομαῖος, Θωμᾶς καὶ Ματθαῖος ὁ τελώνης, Ἰάκωβος ὁ τοῦ Ἀλφαίου καὶ Λεββαῖος ὁ ἐπικληθεὶς Θαδδαῖος(:ο Φίλιππος και ο Βαρθολομαίος, ο Θωμάς και ο Ματθαίος που διετέλεσε τελώνης, ο Ιάκωβος ο γιος του Αλφαίου και ο Λεββαίος που ονομάστηκε κατόπιν Θαδδαίος),Σίμων ὁ Κανανίτης καὶ Ἰούδας ὁ Ἰσκαριώτης ὁ καὶ παραδοὺς αὐτόν(: ο Σίμων ο Κανανίτης, δηλαδή ο ζηλωτής, και ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ο οποίος και Τον παρέδωσε στους εχθρούς Του για να Τον θανατώσουν)»[Ματθ.10,1-3].
Ο μεν ευαγγελιστής Μάρκος λοιπόν παραθέτει τα ονόματα των μαθητών τοποθετώντας τους στη σειρά σύμφωνα με την αξία του καθενός [πρβλ.Μαρκ.1,16-19: «Περιπατῶν δὲ παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας εἶδε Σίμωνα καὶ Ἀνδρέαν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ τοῦ Σίμωνος, βάλλοντας ἀμφίβληστρον ἐν τῇ θαλάσσῃ· ἦσαν γὰρ ἁλιεῖς· καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· δεῦτε ὀπίσω μου, καὶ ποιήσω ὑμᾶς γενέσθαι ἁλιεῖς ἀνθρώπων. καὶ εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα αὐτῶν ἠκολούθησαν αὐτῷ. Καὶ προβὰς ἐκεῖθεν ὀλίγον εἶδεν Ἰάκωβον τὸν τοῦ Ζεβεδαίου καὶ Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, καὶ αὐτοὺς ἐν τῷ πλοίῳ καταρτίζοντας τὰ δίκτυα, καὶ εὐθέως ἐκάλεσεν αὐτούς. καὶ ἀφέντες τὸν πατέρα αὐτῶν Ζεβεδαῖον ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ τῶν μισθωτῶν ἀπῆλθον ὀπίσω αὐτοῦ»]· διότι μετά από δύο τότε κορυφαίους αναφέρει τον Ανδρέα, ενώ ο Ματθαίος δεν τα αναφέρει κατά αυτό τον τρόπο, αλλά αδιαφορώντας για την αξία του καθενός αναφέρει πριν από τον εαυτό του και τον Θωμά που ήταν κατά πολύ κατώτερός του.
Αλλά ας εξετάσουμε εξαρχής των κατάλογο των μαθητών. «Πρῶτος Σίμων ὁ λεγόμενος Πέτρος καὶ Ἀνδρέας ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ(:πρώτος αριθμείται ο Σίμων, τον οποίο ο Ιησούς και οι μαθητές Του ονόμαζαν Πέτρο, και ο Ανδρέας ο αδελφός του)»· δεν είναι και αυτό μικρό εγκώμιο· διότι τον μεν Πέτρο ονόμασε έτσι εξαιτίας της αρετής του, ενώ τον Αντρέα από την ευγένεια της ψυχής του[πρβλ.Ιω.1,41-42: «ἦν Ἀνδρέας ὁ ἀδελφὸς Σίμωνος Πέτρου εἷς ἐκ τῶν δύο τῶν ἀκουσάντων παρὰ Ἰωάννου καὶ ἀκολουθησάντων αὐτῷ. εὑρίσκει οὗτος πρῶτος τὸν ἀδελφὸν τὸν ἴδιον Σίμωνα καὶ λέγει αὐτῷ· εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν· ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον Χριστός(:Ο ένας από τους δύο αυτούς μαθητές που άκουσαν από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή τα όσα είπε για τον Ιησού και τον ακολούθησαν, ήταν ο Ανδρέας, ο αδελφός του Σίμωνος Πέτρου. Πριν όμως ακόμη βρει ο άλλος μαθητής-ο Ιωάννης– τον αδελφό του-τον Ιάκωβο-, βρίσκει ο Ανδρέας πρώτος τον αδελφό του Σίμωνα και του λέει: “Βρήκαμε τον Μεσσία (όνομα που σημαίνει Χριστός)”)».
Έπειτα ακολουθούν «Ἰάκωβος ὁ τοῦ Ζεβεδαίου καὶ Ἰωάννης ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ». Βλέπεις ότι δεν τους αναφέρει σύμφωνα με την αξία του καθενός; Διότι εγώ νομίζω ότι εγώ νομίζω ότι ο Ιωάννης είναι ανώτερος όχι μόνο από τους άλλους, αλλά και από τον αδερφό του τον Ιάκωβο.
Ακολούθως είπε: «Φίλιππος καὶ Βαρθολομαῖος» και έπειτα πρόσθεσε «Θωμᾶς καὶ Ματθαῖος ὁ τελώνης(:ο Θωμάς και ο Ματθαίος που διετέλεσε τελώνης)» [Ματθ.9,9]. Ο Λουκάς όμως δεν τους ανέφερε με αυτήν την σειρά, αλλά όλως αντιθέτως αναφέρει τον Ματθαίο πριν από τον Θωμά[πρβλ.Λουκά.6,15: «Ματθαῖον καὶ Θωμᾶν, Ἰάκωβον τὸν τοῦ Ἀλφαίου καὶ Σίμωνα τὸν καλούμενον Ζηλωτήν(:(:τον Ματθαίο και τον Θωμά, τον Ιάκωβο τον γιο του Αλφαίου και τον Σίμωνα που τον έλεγαν ζηλωτή)»]. Ακολουθεί ο Ιάκωβος, ο υιός του Αλφαίου˙ διότι υπήρχε όπως προανέφερα και ο υιός του Αλφαίου.
Στη συνέχεια όπως είδαμε αναφέρει τον Λεββαίο που μετονομάστηκε Θαδδαίος και τον Σίμωνα τον ζηλωτή, τον οποίο αποκαλεί και Κανανίτη, και ακόμα ακολούθως αναφέρει τον προδότη και δεν μιλάει γι’ αυτόν σαν κάποιο εχθρό και αντίπαλό του, αλλά όπως εκείνος που περιγράφει την ιστορία, έτσι και αυτός διηγείται τα σχετικά με αυτόν. Δεν είπε: ‘’ο μιαρός και μιαρότατος’’, αλλά τον ονόμασε από το όνομα της πόλης που καταγόταν[Κεριώθ], «Ἰούδας ὁ Ἰσκαριώτης» ˙διότι υπήρχε και άλλος Ιούδας, ο Λεββαίος, ο οποίος μετονομάστηκε Θαδδαίος και που κατά τον Λουκά ήταν υιός του Ιακώβου, ως όταν λέει «Ἰούδαν Ἰακώβου»[Λουκά 6,16: «Ἰούδαν Ἰακώβου καὶ Ἰούδαν Ἰσκαριώτην, ὃς καὶ ἐγένετο προδότης(: τον Ιούδα τον γιο του Ιακώβου και τον Ιούδα τον Ισκαριώτη, ο οποίος και έγινε στο τέλος προδότης)»]. Διακρίνοντας λοιπόν αυτόν από εκείνον λέει ότι ήταν «Ιούδας ο Ισκαριώτης ο οποίος και παρέδωσε τον Ιησού». Και δεν ντρέπεται όταν λέει «ο οποίος και παρέδωσε Αυτόν». Έτσι σε καμία περίπτωση οι ευαγγελιστές δεν απέκρυπταν κάτι από αυτά που θεωρούνταν από τα πλέον δυσάρεστα.
Έτσι λοιπόν πρώτος και κορυφαίος όλων αποκαλείται ο Πέτρος, ο «ἀγράμματος καί ἰδιώτης»[βλ. Πράξ.4,13: «Θεωροῦντες δὲ τὴν τοῦ Πέτρου παῤῥησίαν καὶ Ἰωάννου, καὶ καταλαβόμενοι ὅτι ἄνθρωποι ἀγράμματοί εἰσι καὶ ἰδιῶται, ἐθαύμαζον, ἐπεγίνωσκόν τε αὐτοὺς ὅτι σὺν τῷ Ἰησοῦ ἦσαν(:«Θεωροῦντες δὲ τὴν τοῦ Πέτρου παῤῥησίαν καὶ Ἰωάννου, καὶ καταλαβόμενοι ὅτι ἄνθρωποι ἀγράμματοί εἰσι καὶ ἰδιῶται, ἐθαύμαζον, ἐπεγίνωσκόν τε αὐτοὺς ὅτι σὺν τῷ Ἰησοῦ ἦσαν(:και όσο οι άρχοντες των Ιουδαίων έβλεπαν με έκπληξη το άφοβο θάρρος του Πέτρου και του Ιωάννη, καθώς μάλιστα είχαν αντιληφθεί αμέσως από την αρχή ότι ήταν άνθρωποι αγράμματοι και ανήκαν στις λαϊκές τάξεις, θαύμαζαν για τις γνώσεις τους και συγχρόνως αναγνώριζαν ότι αυτοί ήταν μαζί με τον Ιησού)»].
Αλλά ας εξετάσουμε πού και προς ποιους τους αποστέλλει. «Αυτούς τους δώδεκα», λέει, «ότι τους απέστειλε ο Ιησούς». Ποιους αυτούς; Τους αλιείς, τους τελώνες, καθόσον τέσσερεις ήταν αλιείς και δυο τελώνες, ήταν ο Ματθαίος και ο Ιάκωβος, και ο ένας εξ αυτών και προδότης. Και τι λέει προς αυτούς; Ευθύς εξαρχής τους δίνει παραγγελία λέγοντας τα εξής: «Τούτους τοὺς δώδεκα ἀπέστειλεν ὁ Ἰησοῦς παραγγείλας αὐτοῖς λέγων· εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε καὶ εἰς πόλιν Σαμαρειτῶν μὴ εἰσέλθητε(:Αυτούς τους δώδεκα μαθητές τους απέστειλε και τους έδωσε τις εξής παραγγελίες: “Μην πάτε σε δρόμο που θα σας οδηγήσει σε χώρα που κατοικούν ειδωλολάτρες, και μην μπείτε σε πόλη που ανήκει σε Σαμαρείτες”).Πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ (:πηγαίνετε καλύτερα στα χαμένα πρόβατα που κατάγονται από το γένος του Ισραήλ)»[Ματθ.10,5-6]. «Διότι βέβαια δεν έπρεπε να νομίσετε», λέει, «επειδή με βρίζουν και με ονομάζουν δαιμονισμένο ότι τους μισώ και τους αποστρέφομαι. Καθόσον φρόντισα πρώτους αυτούς να διορθώσω, και απομακρύνοντας από όλους τους άλλους σας αποστέλλω ως διδάσκαλους και ιατρούς προς αυτούς. Και όχι μόνο σας απαγορεύω να κηρύξετε προς άλλους πριν από αυτούς, αλλά και ούτε να εισέλθετε σε κάποια πόλη αυτών».
Βεβαίως και οι Σαμαρείτες διέκειντο εχθρικώς προς τους Ιουδαίους[Ιω.4,9: «οὐ γὰρ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρείταις(:οι Ιουδαίοι μισούσαν τους Σαμαρείτες και δεν είχαν σχέσεις μαζί τους)»]. Παρά ταύτα ήταν ευκολότερο το κήρυγμα προς αυτούς, διότι ήταν πιο πολύ συγγενείς ως προς την πίστη με τους Ιουδαίους, ενώ το κήρυγμα προς τους Ιουδαίους ήταν πολύ πιο δύσκολο. Αλλά όμως τους αποστέλλει προς τα δυσκολότερα για να καταστεί φανερό το ενδιαφέρον του γι’ αυτούς και για να κλείσει τα στόματα των Ιουδαίων και για να προετοιμάσουν την οδό στο κήρυγμα των αποστόλων, και για να μην τους κατηγορούν πάλι ότι ήρθαν να κηρύξουν προς ειδωλολάτρες και έτσι να δικαιολογούνται που τους αποφεύγουν και τους αποστρέφονται. Και τους ονομάζει πρόβατα που έχουν χαθεί, όχι όμως και που έχουν αποσκιρτήσει οριστικά, επινοώντας από παντού τρόπους προς συγχώρεσή τους, ώστε να μπορέσει να τους ελκύσει πλησίον Του.
«Πορευόμενοι δὲ κηρύσσετε λέγοντες ὅτι ἤγγικεν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν (:και εκεί που πηγαίνετε, να κηρύττετε λέγοντας ότι πλησίασε η έλευση και εγκαθίδρυση της βασιλείας των ουρανών στη γη. Σε λίγο ιδρύεται η Εκκλησία, στην οποία με το κήρυγμα του ευαγγελίου και τη χάρη των μυστηρίων θα μεταδίδεται στους πιστούς η θεία ζωή της επουράνιας βασιλείας)».Είδες το μέγεθος της διακονίας τους; Είδες το αξίωμα των αποστόλων; Παραγγέλλονται να μην κηρύττουν τίποτε το αισθητό, ούτε κάτι παρόμοιο με εκείνα που κήρυξαν οι γύρω από τον Μωυσή και οι προφήτες οι προηγούμενοι, αλλά να κηρύττουν ένα νέο και παράδοξο ευαγγέλιο˙ διότι δεν ήταν παρόμοιο με το κήρυγμα εκείνων, αλλά αναφέρεται στην γη και στα αγαθά της γης, ενώ αυτοί κήρυτταν βασιλεία των ουρανών και όλα τα έχοντα σχέση με αυτή. Και δεν είναι αυτοί ανώτεροι μόνο εξαιτίας αυτού, αλλά και εξαιτίας της υπακοής τους˙ διότι δεν αποφεύγουν το έργο που τους ανατίθεται, ούτε διστάζουν από φόβο, όπως ακριβώς συνέβαινε με τους παλαιούς, αλλά μολονότι άκουγαν για κινδύνους και πολέμους και για πολλά ανυπόφορα κακά, δέχονται μετά μεγάλης προθυμίας τα παραγγελλόμενα, διότι ήταν κήρυκες της βασιλείας των ουρανών.
«Και ποιο είναι το αξιοθαύμαστο», θα πει κανείς, «εάν δέχθηκαν με ευκολία το παράγγελμα, αφού δεν κήρυτταν τίποτε το δυσάρεστο και δύσκολο;» Μα τι λες; Δεν παραγγέλθηκαν να κηρύξουν τίποτα το δύσκολο; Δεν έχεις ακούσει για τις φυλακίσεις, τις παραπομπές σε δικαστήρια, τους εμφύλιους πολέμους από το μίσος εκ μέρους όλων, τα οποία όλα γενικώς τους έλεγε λίγο αργότερα[πρβλ.Ματθ.10,16-23] ότι θα υποστούν; Διότι από την μια τους έστειλε να κηρύξουν στους άλλους και να τους χαρίσουν μύρια αγαθά, στους ίδιους όμως τους έλεγε εκ των προτέρων ότι θα υποστούν ανεπανόρθωτα κακά.
Στη συνέχεια όμως για να τους καταστήσει αξιόπιστους τους λέει: «ἀσθενοῦντας θεραπεύετε, λεπροὺς καθαρίζετε, νεκροὺς ἐγείρετε, δαιμόνια ἐκβάλλετε· δωρεὰν ἐλάβετε, δωρεὰν δότε(:και για να επιβεβαιώνεται το κήρυγμά σας, σας δίνω εξουσία και δύναμη να θεραπεύετε ασθενείς, να καθαρίζετε λεπρούς, να ανασταίνετε νεκρούς, να βγάζετε δαιμόνια. Τη χάρη αυτή της θαυματουργίας τη λάβατε δωρεάν, δωρεάν δώστε την και σεις, χωρίς να παίρνετε χρήματα)». Πρόσεξε πώς φροντίζει για την συμπεριφορά των μαθητών Του, και μάλιστα όχι λιγότερο από τα θαύματα, δείχνοντας έτσι ότι τα θαύματα χωρίς την πρέπουσα συμπεριφορά τους δεν έχουν καμία αξία˙διότι για να καταστείλει το φρόνημά τους τούς έλεγε: «δωρεάν λάβατε από τον Θεό αυτό το θείο χάρισμα, δωρεάν και να το χαρίσετε σε άλλους». Τους προετοιμάζει δηλαδή να είναι καθαροί από κάθε φιλοχρηματία.
Και στη συνέχεια για να μη νομιστεί ότι το κατόρθωμα είναι δικό τους και έτσι φτάσουν στο να υπερηφανευτούν για τα θαύματα που θα επιτελούσαν, τους λέει: «δωρεὰν ἐλάβετε, δωρεὰν δότε». «Τίποτε δεν δίδετε σε αυτούς που σας υποδέχονται ως χάρη, διότι τη δύναμη αυτή δεν την λάβατε ως αμοιβή, ούτε κοπιάσατε για να την αποκτήσετε, αλλά είναι πράγματι δική μου η χάρη. Όπως δωρεάν λοιπόν την λάβατε έτσι και να την δώσετε και εσείς σε εκείνους, διότι δεν είναι δυνατό να βρει κανείς για αυτές τις αγορές ισάξιο αντίτιμο».
Ακολούθως, επιθυμώντας να αποκόψει ευθέως τη ρίζα των κακών, τους λέγει: «μὴ κτήσησθε χρυσὸν μηδὲ ἄργυρον μηδὲ χαλκὸν εἰς τὰς ζώνας ὑμῶν(:Μην αποκτήσετε και μη φυλάγετε στις ζώνες σας χρυσά νομίσματα, ούτε αργυρά, ούτε χάλκινα).Μὴ πήραν εἰς ὁδὸν μηδὲ δύο χιτῶνας μηδὲ ὑποδήματα μηδὲ ῥάβδον(:Ούτε να αποκτήσετε σάκο για να βάζετε σε αυτόν ψωμί για τον δρόμο που θα κάνετε. Ούτε δύο πουκάμισα να αποκτήσετε, ούτε υποδήματα εκτός από τα πέδιλα που θα φοράτε, αλλά ούτε και ραβδί)»[Ματθ.10,9-10]. Δεν είπε «μην πάρετε μαζί σας», αλλά και αν ακόμη είναι δυνατόν να τα λάβεις από αλλού, απόφυγε την πονηρή ασθένεια.
Και πράγματι πολλά πέτυχε με αυτήν την εντολή. Αφενός μεν απάλλαξε τους μαθητές Του από κάθε παρόμοια υπόνοια[:ότι λάμβαναν δηλαδή χρήματα], αφετέρου δε τους απάλλαξε από κάθε φροντίδα, ώστε μοναδική τους ενασχόληση να είναι το κήρυγμα του λόγου, και τρίτον δίδασκε σε αυτούς τη δύναμή Του. Και αυτό βέβαια τους λέει αργότερα: «Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ὅτε ἀπέστειλα ὑμᾶς ἄτερ βαλλαντίου καὶ πήρας καὶ ὑποδημάτων, μή τινος ὑστερήθητε; οἱ δὲ εἶπον· οὐθενός(:και προαναγγέλλοντας στους μαθητές ότι στο μέλλον η πίστη όλων θα δοκιμαζόταν, τους είπε: “Όταν στην πρώτη σας περιοδεία σάς έστειλα χωρίς χρήματα και χωρίς ταξιδιωτικό σάκο και υποδήματα, μήπως στερηθήκατε τίποτε;”. Και αυτοί απάντησαν: “Όχι. Δεν στερηθήκαμε τίποτε”)»[Λουκ.22,35]. Δεν τους είπε ευθύς εξαρχής «Μην αποκτήσετε», αλλά όταν είπε «να καθαρίζετε λεπρούς, να εκβάλλετε δαιμόνια», τότε πρόσθεσε: «Μην αποκτήσετε τίποτε· δωρεάν λάβατε τη χάρη, δωρεάν και να τη δώσετε»· και έτσι διαμέσου αυτών των ίδιων των πραγμάτων τούς προσφέρει και αυτό που τους συμφέρει, και αυτό που πρέπει, και αυτό που ήταν δυνατόν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΛΒ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 10, σελίδες 377-391.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 65, σελ. 139-148.
https://drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLUnhXelZwYTVqWWs/view
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
Προς Εβραίους, κεφ. ΙΑ΄, εδάφια 32-40 και ΙΒ΄, εδάφια 1-2
Κεφ.ΙΑ΄32 Καὶ τί ἔτι λέγω; Ἐπιλείψει γάρ με διηγούμενον ὁ χρόνος περὶ Γεδεών, Βαράκ τε καὶ Σαμψὼν καὶ ᾿Ιεφθάε, Δαυΐδ τε καὶ Σαμουὴλ καὶ τῶν προφητῶν, 33 οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, 34ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· 35 ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τούς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· 36 ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· 37 ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, 38 ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. 39 Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, 40τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι.
Κεφ.ΙΒ΄ 1Τοιγαροῦν καὶ ἡμεῖς, τοσοῦτον ἔχοντες περικείμενον ἡμῖν νέφος μαρτύρων, ὄγκον ἀποθέμενοι πάντα καὶ τὴν εὐπερίστατον ἁμαρτίαν, δι᾿ ὑπομονῆς τρέχωμεν τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα. 2 Ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν Ἰησοῦν, ὃς ἀντὶ τῆς προκειμένης αὐτῷ χαρᾶς ὑπέμεινε σταυρόν, αἰσχύνης καταφρονήσας, ἐν δεξιᾷ τε τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ κεκάθικεν
Ερμηνευτική απόδοση Παν. Τρεμπέλα
Κεφ.ΙΑ΄32 Και τι ακόμη να λέω και να διηγούμαι; Πρέπει να σταματήσω, διότι δεν θα μου φτάσει ο χρόνος να διηγούμαι για τον Γεδεών και τον Βαράκ, τον Σαμψών και τον Ιεφθάε, για τον Δαβίδ και τον Σαμουήλ και τους προφήτες. 33 Αυτοί, επειδή είχαν πίστη, καταπολέμησαν και υπέταξαν βασίλεια, κυβέρνησαν τον λαό με δικαιοσύνη, πέτυχαν την πραγματοποίηση των υποσχέσεων που τους έδωσε ο Θεός, έσφαξαν στόματα λιονταριών, όπως ο Δανιήλ, 34 έσβησαν την καταστρεπτική δύναμη της φωτιάς, διέφυγαν τον κίνδυνο της σφαγής, πήραν δύναμη κι έγιναν καλά από αρρώστιες, αναδείχθηκαν ισχυροί και ανίκητοι στον πόλεμο, έτρεψαν σε φυγή τις εχθρικές παρατάξεις και τα πολυπληθή στρατεύματά τους.35 Με την πίστη που είχαν στην υπερφυσική δύναμη των προφητών, οι γυναίκες που αναφέρει η Παλαιά Διαθήκη ξαναπήραν πίσω ζωντανά τα νεκρά παιδιά τους που ανέστησαν οι προφήτες. Και άλλοι δέθηκαν στο βασανιστικό όργανο που λεγόταν τύμπανο και δάρθηκαν σκληρά μέχρι θανάτου, επειδή δεν δέχθηκαν να αρνηθούν την πίστη τους και να ελευθερωθούν έτσι από το μαρτύριο. Προτίμησαν το σκληρό αυτό μαρτύριο, για να αναστηθούν σε μια καλύτερη ζωή, παρά να έχουν μια πρόσκαιρη αποκατάσταση στη ζωή αυτή. 36 Και άλλοι πάλι δοκίμασαν εμπαιγμούς και μαστιγώσεις, ακόμη μάλιστα και δεσμά και φυλακίσεις. 37Λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, δοκίμασαν πολλούς πειρασμούς, θανατώθηκαν με σφαγή από μαχαίρι, περιφέρονταν σαν πλανόδιοι εδώ κι εκεί. Φορούσαν για ρούχα προβιές και γιδοδέρματα, ζώντας μέσα σε στερήσεις, θλίψεις και κακοπάθειες.
38 Ολόκληρος ο κόσμος δεν άξιζε όσοι οι άγιοι αυτοί άνδρες, κι ούτε μπορούσε να συγκριθεί με αυτούς. Περιπλανιόνταν σε ερημιές και σε βουνά, σε σπηλιές και σε τρύπες της γης. 39 Κι όλοι αυτοί οι άγιοι άνδρες, αν και έλαβαν εγκωμιαστική μαρτυρία για την πίστη τους, δεν απόλαυσαν την υπόσχεση της ουράνιας κληρονομιάς. 40 Κι αυτό διότι ο Θεός προέβλεψε για μας κάτι καλύτερο, ώστε αυτοί να μη λάβουν σε βαθμό τέλειο τη σωτηρία τους χωρίς εμάς, αλλά να τη λάβουμε όλοι μαζί. Έτσι εμείς βρισκόμαστε τώρα σε πλεονεκτικότερη θέση απ’ αυτούς˙ όχι μόνο επειδή ζούμε στα χρόνια της απολυτρώσεως του Χριστού, αλλά και επειδή η περίοδος της αναμονής για μας είναι μικρότερη.
ΚΕΦ. ΙΒ΄ 1Έχοντας λοιπόν κι εμείς τριγύρω μας ένα τόσο μεγάλο και πυκνό σύννεφο αγίων ανθρώπων που μαρτύρησαν για την αλήθεια της πίστεως, ας πετάξουμε από πάνω μας κάθε φορτίο βιοτικών πραγμάτων και φροντίδων, επιπλέον μάλιστα και την αμαρτία, στην οποία εύκολα κανείς παρασύρεται. Και ας τρέχουμε με υπομονή τον αγώνα που προβάλλει μπροστά μας 2 και πουθενά αλλού ας μην στρέφουμε τα βλέμματά μας και την προσοχή μας παρά μόνο στον Ιησού, που είναι ο αρχηγός και ο θεμελιωτής της πίστεώς μας και μας τελειοποιεί σε αυτήν. Αυτός για τη χαρά που είχε μπροστά Του και θα δοκίμαζε όταν με το πάθημά Του θα έσωζε πολλούς, υπέμεινε σταυρικό θάνατο και περιφρόνησε την ντροπή και την ατίμωση του θανάτου Του. Γι’ αυτό και έχει καθίσει τώρα στα δεξιά του θρόνου του Θεού.
H EYAΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
Κατά Ματθαίον, κεφ. Ι΄, εδάφια 32-33, 37-38 και κεφ. ΙΘ΄ εδάφια 27-30
Κεφ.Ι΄ 32 Πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς· 33 ὅστις δ᾿ ἂν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτὸν κἀγὼ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς.
37 ῾Ο φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· 38 καὶ ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος.
Κεφ.ΙΘ΄ 27 Τότε ἀποκριθεὶς ὁ Πέτρος εἶπεν αὐτῷ· ἰδοὺ ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καὶ ἠκολουθήσαμέν σοι· τί ἄρα ἔσται ἡμῖν; 28 ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὑμεῖς οἱ ἀκολουθήσαντές μοι, ἐν τῇ παλιγγενεσίᾳ, ὅταν καθίσῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, καθίσεσθε καὶ ὑμεῖς ἐπὶ δώδεκα θρόνους κρίνοντες τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ ᾿Ισραήλ. 29 Καὶ πᾶς ὃς ἀφῆκεν οἰκίας ἢ ἀδελφοὺς ἢ ἀδελφὰς ἢ πατέρα ἢ μητέρα ἢ γυναῖκα ἢ τέκνα ἢ ἀγροὺς ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός μου, ἑκατονταπλασίονα λήψεται καὶ ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσει. 30 Πολλοὶ δὲ ἔσονται πρῶτοι ἔσχατοι καὶ ἔσχατοι πρῶτοι.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
32 Μη λογαριάζετε λοιπόν τους διωγμούς και τους κινδύνους, αλλά να λογαριάζετε τις μεγάλες αμοιβές που σας περιμένουν. Καθένας που θα με ομολογήσει ως Σωτήρα του και Θεό του μπροστά στους ανθρώπους που καταδιώκουν την πίστη μου, θα τον ομολογήσω κι εγώ ως δικό μου πιστό μπροστά στον Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς. 33 Εκείνος όμως που θα με αρνηθεί ως Θεάνθρωπο Σωτήρα μπροστά στους ανθρώπους, αυτόν θα τον αρνηθώ κι εγώ και δεν θα τον αναγνωρίσω ως δικό μου μπροστά στον Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς.
37 Εκείνος που αγαπά τον πατέρα του ή τη μητέρα του περισσότερο από Εμένα, και με αρνείται για να μη χωριστεί από τους γονείς του, δεν αξίζει για μένα· και εκείνος που αγαπά τον γιο του ή την κόρη του περισσότερο από Εμένα, δεν είναι άξιος να λέγεται μαθητής μου. 38 Και εκείνος που δεν παίρνει την απόφαση να υποστεί σταυρικό θάνατο και δεν ακολουθεί πίσω μου με την απόφαση αυτή, δεν μιμείται, δηλαδή, σε όλα το παράδειγμά μου, δεν αξίζει για μένα.
Κεφ. ΙΘ΄ 27 Τότε του αποκρίθηκε ο Πέτρος: «Να, εμείς όλα τα αφήσαμε και σε ακολουθήσαμε. Τι άραγε θα μας δοθεί ως αμοιβή;».28 Κι ο Ιησούς τους είπε: «Αληθινά σας λέω ότι εσείς που με ακολουθήσατε, όταν ξαναγεννηθεί ο κόσμος και θα έχει συντελεστεί η ανάσταση των νεκρών, οπότε θα καθίσει ο Υιός του ανθρώπου σε θρόνο λαμπρό, αντάξιο της δόξας του, θα καθίσετε κι εσείς σε δώδεκα θρόνους δικάζοντας τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ. 29 Και καθένας που άφησε σπίτια ή αδελφούς ή αδελφές ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή παιδιά ή χωράφια για να μείνει ενωμένος και να μη χωριστεί από μένα, θα πάρει εκατό φορές περισσότερα σε αυτή τη ζωή και θα κληρονομήσει και την αιώνια ζωή. 30 Πολλοί μάλιστα που είναι στον κόσμο αυτό πρώτοι, θα είναι στον άλλο κόσμο τελευταίοι, και πολλοί τελευταίοι θα είναι εκεί πρώτοι»’.
ΚΥΡΙΑΚΗ Α΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[: Εβρ. 11, 32-40 και 12,1-2]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Καὶ τί ἔτι λέγω; ἐπιλείψει γάρ με διηγούμενον ὁ χρόνος περὶ Γεδεών, Βαράκ τε καὶ Σαμψὼν καὶ Ἰεφθάε, Δαυΐδ τε καὶ Σαμουὴλ καὶ τῶν προφητῶν (:Και τι ακόμη να λέω και να διηγούμαι; Πρέπει να σταματήσω, διότι δεν θα μου φτάσει ο χρόνος να διηγούμαι για τον Γεδεών και τον Βαράκ, τον Σαμψών και τον Ιεφθάε, για τον Δαβίδ και τον Σαμουήλ και τους προφήτες)»[Εβρ.11,32].
Κατηγορούν μερικοί τον Παύλο, γιατί αναφέρει σε αυτό το σημείο τον Βαράκ και τον Σαμψών και τον Ιεφθάε. Τι λες; Αυτός που ανέφερε την πόρνη Ραάβ, δεν θα αναφέρει αυτούς; Μη μου αναφέρεις την άλλη ζωή τους, παρά μόνο το αν πίστεψαν ή έλαμψαν ως προς την πίστη.
«…τῶν προφητῶν, οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας(:…και τους προφήτες οι οποίοι, επειδή είχαν πίστη, καταπολέμησαν και υπέταξαν βασίλεια)». Βλέπεις ότι εδώ δεν παρουσιάζει τη λαμπρή ζωή τους· διότι δεν ήταν αυτό προηγουμένως το ζητούμενο· αλλά η εξέταση προηγουμένως ήταν για την πίστη. Διότι, πες μου, δεν τα κατόρθωσαν όλα με την πίστη; Πώς; «Με την πίστη», λέγει, «καταπολέμησαν βασίλεια οι όμοιοι με τον Γεδεών. Άσκησαν δικαιοσύνη». Ποιοι; Αυτοί οι ίδιοι οι παραπάνω. Τη φιλανθρωπία εδώ την ονόμασε ‘’δικαιοσύνη’’.
«Ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν(:Πέτυχαν την πραγματοποίηση των υποσχέσεων που τους έδωσε ο Θεός». Νομίζω ότι αυτό το λέγει για τον Δαβίδ. Και ποιες από αυτές τις υποσχέσεις πέτυχε; Αυτές που του είπε, ότι το σπέρμα του, ο Μεσσίας, θα καθίσει στον θρόνο του.
«Ἒφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας(:Έφραξαν στόματα λιονταριών, όπως ο Δανιήλ, έσβησαν την καταστρεπτική δύναμη της φωτιάς, διέφυγαν τον κίνδυνο της σφαγής)». Πρόσεχε πως ήταν μέσα στον ίδιο τον θάνατο, ο Δανιήλ περικυκλωμένος από τα λιοντάρια, οι τρεις παίδες μέσα στο καμίνι του πυρός, ο Αβραάμ, ο Ισαάκ, ο Ιακώβ, περιβαλλόμενοι από διάφορους πειρασμούς, και όμως δεν απογοητεύτηκαν. Πράγματι αυτό είναι πίστη· όταν τα γεγονότα εκπληρώνονται αντίθετα από ό,τι προσδοκούμε, τότε πρέπει να πιστεύουμε ότι τίποτε το αντίθετο δεν έγινε, αλλά όλα ήταν επακόλουθα. «Διέφυγαν τον κίνδυνο της σφαγής». Αυτό νομίζω πάλι ότι το λέγει για τους τρεις Παίδες.
«Ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων(:Πήραν δύναμη, και έγιναν καλά από αρρώστιες, αναδείχθηκαν ισχυροί και ανίκητοι στον πόλεμο· έτρεψαν σε φυγή τις εχθρικές παρατάξεις και τα πολυπληθή στρατεύματά τους)»[Εβρ.11,34]. Εδώ υπαινίσσεται εκείνα που συνέβησαν κατά την επάνοδό τους από τη Βαβυλώνα. «Από ασθένειες», λέγει· δηλαδή, από την αιχμαλωσία. Όταν πια είχαν εγκαταλείψει τα ιουδαϊκά, όταν δεν διέφεραν σε τίποτε από τα οστά των νεκρών, τότε έγινε η επάνοδός τους. Πράγματι, ποιος θα έλπιζε να επανέλθουν από τη Βαβυλώνα, και όχι μόνο να επανέλθουν, αλλά και να γίνουν ισχυροί και να τρέψουν σε φυγή τα στρατεύματα των εχθρών; «Σε μας όμως δεν συνέβη κάτι τέτοιο», λέγει. Αλλά αυτά είναι τύποι των μελλοντικών.
«Ἒλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τούς νεκροὺς αὐτῶν(:Με την πίστη που είχαν στην υπερφυσική δύναμη των προφητών οι γυναίκες που αναφέρει η Παλαιά Διαθήκη ξαναπήραν πίσω ζωντανά τα νεκρά παιδιά τους, που ανέστησαν οι προφήτες)». Εδώ αναφέρει εκείνα που έγιναν από τους προφήτες, τον Ελισαίο, τον Ηλία· διότι αυτοί ανέστησαν νεκρούς.
«Ἂλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν(:Άλλοι πάλι δέθηκαν στο βασανιστικό όργανο που λεγόταν τύμπανο και δάρθηκαν σκληρά μέχρι θανάτου, επειδή δεν δέχθηκαν να αρνηθούν την πίστη τους και να ελευθερωθούν έτσι από το μαρτύριο. Προτίμησαν το σκληρό αυτό μαρτύριο, για να αναστηθούν σε μία καλύτερη ζωή, παρά να έχουν μία πρόσκαιρη αποκατάσταση στη ζωή αυτή)»[Εβρ.11,37]· ενώ εμείς δεν πετύχαμε την ανάσταση. Αλλά «έχω να σας παρουσιάσω», λέγει, «και εκείνους που αποκεφαλίστηκαν και δεν δέχθηκαν τη σωτηρία, για να πετύχουν καλύτερη ανάσταση». Διότι, πες μου, γιατί, ενώ μπορούσαν, δε θέλησαν να ζήσουν; Δεν το έκαναν επειδή περίμεναν καλύτερη ζωή; Και αυτοί που ανέστησαν τους άλλους, προτίμησαν οι ίδιοι να πεθάνουν, για να επιτύχουν καλύτερη ανάσταση, όχι σαν εκείνη που πέτυχαν τα παιδιά των γυναικών. Εδώ μου φαίνεται ότι υπονοεί και τον Ιωάννη και τον Ιάκωβο· καθόσον ‘’αποτυμπανισμός’’ λέγεται ο αποκεφαλισμός. Μπορούσαν να βλέπουν τον ήλιο, μπορούσαν να μην ελέγχουν, και όμως προτίμησαν να πεθάνουν· και αυτοί που άλλους ανέστησαν, προτίμησαν να πεθάνουν οι ίδιοι για να επιτύχουν καλύτερη ανάσταση.
«Ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς·ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν (:Κι άλλοι πάλι δοκίμασαν εμπαιγμούς και μαστιγώσεις, ακόμη μάλιστα και δεσμά και φυλακίσεις. Λιθοβολήθηκαν, πριονίσθηκαν, δοκίμασαν πολλούς πειρασμούς)»[Εβρ.11,37].Σταματά σε αυτούς που τους ήταν πιο γνωστοί. Καθόσον μεγαλύτερη παρηγοριά φέρνουν αυτά, όταν η αιτία της λύπης τους είναι κοινή, διότι και αν πεις κάτι μεγαλύτερο, που δεν προήλθε όμως από την ίδια αιτία, δεν έκανες τίποτε. Γι’ αυτό σταμάτησε σε αυτόν τον λόγο του, μιλώντας για δεσμά, φυλακές, μαστιγώσεις, λιθοβολισμούς, θυμίζοντάς τους όσα έχουν σχέση με τον Στέφανο και τον προφήτη Ζαχαρία, τον πατέρα του Ιωάννη του Βαπτιστή· γι’ αυτό και συμπλήρωσε: «ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον (:θανατώθηκαν με σφαγή από μαχαίρι)».
Τι λες; Άλλοι διέφυγαν τη σφαγή, και άλλοι πέθαναν δια σφαγής; Τι σημαίνει αυτό; Ποιον επαινείς, ποιον θαυμάζεις; Αυτό ή εκείνο; «Ναι», λέγει, «και αυτό και εκείνο· αυτό, διότι σας είναι πιο οικείο, και εκείνο, διότι η πίστη νίκησε και τον ίδιο τον θάνατο και η νίκη αυτή είναι τύπος των μελλοντικών»· διότι δύο είναι τα θαύματα της πίστεως, και κατορθώνει μεγάλα πράγματα, και πάσχει μεγάλα, χωρίς να υπολογίζει τα παθήματα. «Και δεν μπορείς να πεις», λέγει, «ότι ήταν κάποιοι αμαρτωλοί και μηδαμινοί· διότι και αν ακόμη όλον τον κόσμο παραβάλεις μαζί τους, θα δεις ότι προς αυτούς θα κλείνει η ζυγαριά και ότι αυτοί είναι τιμιότεροι». Γι’ αυτό και έτσι μίλησε: «ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος (:ολόκληρος ο κόσμος δεν άξιζε όσο οι άγιοι αυτοί άνδρες, και ούτε μπορούσε να συγκριθεί με αυτούς)». Τι λοιπόν επρόκειτο εδώ να απολαύσουν, εφόσον τίποτε από τα του κόσμου δεν ήταν άξιο γι΄αυτούς; Εδώ διεγείρει τη διάνοιά τους, για να τους διδάξει ότι δεν πρέπει να προσηλώνονται στα παρόντα, αλλά να έχουν τη σκέψη τους πάνω από όλα τα αγαθά αυτής της ζωής, εφόσον όλος ο κόσμος δεν μπορεί να συγκριθεί μαζί τους. Γιατί λοιπόν θέλεις να λάβεις εδώ μισθό; Διότι είναι ατιμία για σένα, εάν λάβεις εδώ τον μισθό.
Ας μη σκεπτόμαστε λοιπόν κοσμικά, ας μην περιμένουμε εδώ την ανταπόδοση, και ας μην είμαστε τόσο φτωχοί· εφόσον όλος ο κόσμος δεν μπορεί να συγκριθεί μαζί τους, γιατί θέλεις να συγκρίνεις ένα μέρος αυτού; Και σωστά· διότι αυτοί είναι φίλοι του Θεού. «Κόσμο» εδώ λέγει το πλήθος των ανθρώπων ή την ίδια την κτίση· καθόσον και τα δύο συνηθίζει η Γραφή να τα ονομάζει έτσι. «Εάν όλη η κτίση μαζί με τους ανθρώπους της», λέγει, «σταθεί δίπλα τους, δεν θα μπορέσουν να φανούν αντάξιοι αυτών»· και σωστά. Διότι, όπως ακριβώς μύριες ζυγαριές άχυρου και χόρτου δεν θα ήταν αντάξιες δέκα μαργαριταριών, έτσι ούτε και εκείνοι· διότι «είναι ανώτερος ένας που πράττει το θέλημα του Κυρίου, παρά μύριοι παράνομοι»· «μυρίους» δεν λέγει τους πολλούς, αλλά το πλήθος το άπειρο.
Σκέψου πόσο ανώτερος είναι ο δίκαιος. Είπε ο Ιησούς του Ναυή: «Στήτω ὁ ἥλιος κατὰ Γαβαὼν καὶ ἡ σελήνη κατὰ φάραγγα Αἰλών (:Ας σταθεί ο ήλιος πάνω από την πόλη Γαβαών και η σελήνη πάνω από τη κοιλάδα Αιλών)»[Ιησ. Ναυή 10,12.]. Ας έλθει λοιπόν όλη η οικουμένη, ή μάλλον δύο και τρεις και τέσσερις και δέκα και είκοσι οικουμένες, και ας πουν και ας το κάνουν αυτό· όμως δεν θα μπορέσουν. Ενώ ο φίλος του Θεού διέτασσε τα κτίσματα του Φίλου του ή καλύτερα παρακαλούσε τον Φίλο του και υποχωρούσαν τα στοιχεία της φύσεως, οι υπηρέτες του Θεού, και ο άνθρωπος που ήταν στη γη διέτασσε αυτά που ήταν στον ουρανό. Βλέπεις ότι αυτά έχουν γίνει για να υπηρετούν και να εκπληρώνουν τον δρόμο τον διατεταγμένο;
Αυτό είναι μεγαλύτερο από τα έργα του Μωυσή. Γιατί άραγε; Διότι δεν είναι το ίδιο να διατάσσεις τη θάλασσα και αυτά που βρίσκονται στον ουρανό· πράγματι είναι μεγάλο και εκείνο και πολύ μεγάλο μάλιστα, αλλά όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί ίσο με αυτό.
Άκουσε και πώς έγινε τόσο μεγάλος. Γιατί δηλαδή; Το όνομα του Ιησού του Ναυή ήταν τύπος του Χριστού. Γι’ αυτό λοιπόν, εξαιτίας αυτής της προσωποποιημένης προσφωνήσεως, την οποία είχε ο Ιησούς, η κτίση υποτάχθηκε με σεβασμό. Τι λοιπόν; Άλλος δεν ονομάστηκε Ιησούς; Αλλά αυτός για αυτόν τον σκοπό ονομάστηκε, για να είναι τύπος· διότι ονομαζόταν και Αυσής· γι’ αυτό αλλάχθηκε το όνομα· διότι ήταν πρόρρηση και προφητεία. Αυτός εισήγαγε στη γη της επαγγελίας τον λαό, όπως ο Ιησούς στον ουρανό· δεν τον εισήγαγε ο νόμος, όπως ούτε ο Μωυσής, αλλά έμενε έξω· δεν έχει τη δύναμη ο νόμος να εισαγάγει, αλλά η χάρη. Βλέπεις ότι οι τύποι από παλιά έχουν προκαθοριστεί; Διέταξε την κτίση, ή καλύτερα το κύριο μέρος της κτίσεως, που βρισκόταν πάνω από το κεφάλι του, για να μην τρομάξεις ούτε να παραξενευτείς, όταν δεις τον Ιησού με την ανθρώπινη μορφή να λέγει τα ίδια. Ο Ιησούς του Ναυή και ενώ ζούσε ο Μωυσής, κατατρόπωσε τους εχθρούς, ο Ιησούς Χριστός, αν και υπάρχει ο νόμος, διοικεί τα πάντα, αλλά όχι φανερά.
Ας δούμε όμως πόσο μεγάλη είναι η αρετή των αγίων. Εάν εδώ τόσο μεγάλα εργάζονται, εάν εδώ τόσο μεγάλα κάνουν, όσα οι άγγελοι, τι άραγε θα κάνουν εκεί; Πόση λαμπρότητα θα έχουν; Ίσως καθένας από εσάς θα ήθελε να είναι τέτοιος, ώστε να μπορεί να διατάσσει τον ήλιο και τη σελήνη. Ως προς αυτό, τι θα μπορούσαν να πουν αυτοί, που ισχυρίζονται ότι ο ουρανός είναι σφαιρικός; Γιατί λοιπόν δεν είπε «ας σταθεί ο ήλιος», αλλά πρόσθεσε «ας σταθεί ο ήλιος πάνω από την πόλη Γαβαών και η σελήνη πάνω από τη φάραγγα Αιλών»[Ιησού Ναυή, 10,12].Δηλαδή, να κάνει την ημέρα μεγαλύτερη. Αυτό έγινε και επί του Εζεκία· διότι οπισθοδρόμησε ο ήλιος. Αλλά αυτό είναι περισσότερο θαυμαστό από εκείνο, το να έλθει πάλι πίσω στον ίδιο δρόμο, χωρίς να περιέλθει τον δρόμο. Αλλά εμείς, εάν θέλουμε, μεγαλύτερα από αυτά θα κατορθώσουμε. Πράγματι τι μας υποσχέθηκε ο Χριστός; Δεν μας είπε ότι θα σταματήσουμε τον ήλιο, αλλά τι; «Ἐάν τις ἀγαπᾷ με, τὸν λόγον μου τηρήσει, καὶ ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν (:Εάν κανείς με αγαπά, θα τηρήσει στη ζωή του τις εντολές μου, και ο Πατέρας μου θα τον αγαπήσει)», λέγει, «καὶ πρὸς αὐτὸν ἐλευσόμεθα καὶ μονὴν παρ᾿ αὐτῷ ποιήσομεν (:και θα έλθουμε σε αυτόν και θα μεταβάλουμε την καρδιά του σε μόνιμη κατοικία μας, ώστε αυτός να είναι ο έμψυχος ναός του ζώντος Θεού)»[Ιω.14,23].
Τι μου χρειάζεται ο ήλιος και η σελήνη και τα θαυμαστά τους,όταν ο ίδιος ο Δεσπότης πάντων κατέρχεται και εγκαθίσταται σε εμένα; Δεν μου χρειάζονται αυτά. Διότι σε τι θα μου χρειαστεί κάτι από αυτά; Αυτός θα μου είναι ήλιος και σελήνη και φως. Διότι πες μου, τι θα ήθελες, εάν εισερχόσουν στα ανάκτορα, να μπορούσες να μεταρρυθμίσεις κάτι από αυτά που είναι στερεωμένα, ή να επιτύχεις τη φιλία του βασιλιά, ώστε να τον πείσεις να κατέλθει προς εσένα; Δεν θα προτιμούσες πολύ περισσότερο αυτό παρά εκείνο; Τι όμως; Δεν είναι θαυμαστό πράγματι ότι άνθρωπος προστάσσει αυτά που προστάσσει και ο Χριστός; «Αλλά ο Χριστός», θα μπορούσε να έλεγε κάποιος, «δε χρειάζεται τον Πατέρα, αλλά με απόλυτη εξουσία ενεργεί». Καλώς· λοιπόν ομολόγησε πρώτα και πες ότι δεν έχει ανάγκη του Πατρός και ότι με απόλυτη εξουσία ενεργεί, και τότε θα σου πω πάλι, ή καλύτερα θα σε διδάξω για την προσευχή που κάνει, ότι γινόταν από συγκατάβαση και θεία οικονομία (διότι δεν ήταν κατώτερος από τον Ιησού του Ναυή ο Χριστός) και ότι μπορούσε να μας διδάσκει χωρίς προσευχή.
Όπως ακριβώς δηλαδή όταν ακούς τον διδάσκαλο να ομιλεί σαν παιδί και να διηγείται τα στοιχειώδη δεν λες ότι είναι αμαθής, και όταν ερωτά «πού είναι αυτό το στοιχείο», γνωρίζεις ότι δεν το ερωτά από άγνοια, αλλά επειδή θέλει να διδάξει τον μαθητή· έτσι και ο Χριστός προσευχήθηκε όχι επειδή είχε ανάγκη προσευχής, αλλά επειδή θέλει να διδάξει εσένα, να προσεύχεσαι συνεχώς, αδιαλείπτως, με νηφαλιότητα, και να κάνεις αυτήν με πολλή αγρυπνία. Και όταν λέω να αγρυπνείς δεν εννοώ μόνο το να σηκώνεσαι τη νύχτα, αλλά και κατά το διάστημα της ημέρας να επαγρυπνείς στις προσευχές· διότι αυτός που ενεργεί έτσι ονομάζεται άγρυπνος. Αφού είναι δυνατό να κοιμάται κανείς και όταν προσεύχεται τη νύχτα και να αγρυπνεί κατά το διάστημα της ημέρας και όταν δεν προσεύχεται, όταν η ψυχή υψώνεται προς τον Θεό, όταν γνωρίζει με Ποιον συνομιλεί, σε Ποιον απευθύνεται, όταν σκεφτεί ότι οι άγγελοι στέκονται δίπλα στον Θεό με φόβο και τρόμο, ενώ αυτός προσέρχεται με χασμουρητά και ξυνόμενος.
Είναι μεγάλο όπλο η προσευχή, όταν γίνεται με την αρμόζουσα διάθεση. Και για να μάθεις τη δύναμή της, πρόσεχε εδώ· η συνεχής προσευχή κατανίκησε την αδιαντροπιά και την αδικία και την ωμότητα και τη θρασύτητα· διότι λέγει: «Ἀκούσατε τί ὁ κριτὴς τῆς ἀδικίας λέγει(:Ακούστε και προσέξτε καλά τι λέγει ο άδικος κριτής)» [Λουκ. 18,6]. Επίσης και την απροθυμία νίκησε· και αυτό που δεν πέτυχε η φιλία, αυτό το κατόρθωσε η συνεχής αίτηση· «Λέγω ὑμῖν, εἰ καὶ οὐ δώσει αὐτῷ ἀναστὰς διὰ τὸ εἶναι αὐτοῦ φίλον, διά γε τὴν ἀναίδειαν αὐτοῦ ἐγερθεὶς δώσει αὐτῷ ὅσων χρῄζει(:Σας διαβεβαιώνω ότι και αν ακόμη δεν θελήσει να σηκωθεί να του δώσει, μολονότι τον είχε φίλο, πάντως για την αδιακρισία του ότι σε τέτοια νυκτερινή ώρα τον ανησυχεί, θα σηκωθεί και θα του δώσει όσα του χρειάζονται)» [Λουκ.11,8].
Και μία ανάξια πάλι η συνεχής επιμονή την έκανε άξια: «Καὶ ἰδοὺ γυνὴ Χαναναία ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα ἐκραύγασεν αὐτῷ λέγουσα· ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυΐδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται. Ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον. καὶ προσελθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἠρώτων αὐτὸν λέγοντες· ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ. ἡ δὲ ἐλθοῦσα προσεκύνησεν αὐτῷ λέγουσα· Κύριε, βοήθει μοι. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις ἡ δὲ εἶπε· ναί, Κύριε· καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψυχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν. τότε ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῇ· ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! γενηθήτω σοι ὡς θέλεις. καὶ ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης)»[ Ματθ.15,26-27].
Ας είμαστε λοιπόν προσεκτικοί κατά την προσευχή· είναι μεγάλο όπλο, όταν γίνεται με προθυμία, χωρίς κενοδοξία, όταν γίνεται με ειλικρίνεια ψυχής. Αυτή κατατρόπωσε εχθρούς, αυτή έθνος ολόκληρο και ανάξιο ευεργέτησε: «Καὶ κατέβην ἐξελέσθαι αὐτοὺς ἐκ χειρὸς τῶν Αἰγυπτίων καὶ ἐξαγαγεῖν αὐτοὺς ἐκ τῆς γῆς ἐκείνης καὶ εἰσαγαγεῖν αὐτοὺς εἰς γῆν ἀγαθὴν καὶ πολλήν, εἰς γῆν ῥέουσαν γάλα καὶ μέλι, εἰς τὸν τόπον τῶν Χαναναίων καὶ Χετταίων καὶ Ἀμοῤῥαίων καὶ Φερεζαίων καὶ Γεργεσαίων καὶ Εὐαίων καὶ Ἰεβουσαίων (:Και κατέβηκα να ελευθερώσω αυτούς από την δουλεία των Αιγυπτίων, να τους βγάλω από την χώρα της Αιγύπτου και να τους οδηγήσω σε χώρα εύφορη και μεγάλη, σε γη που θα ρέει γάλα και μέλι, στον τόπο τον οποίο σήμερα κατέχουν οι Χαναναίοι, οι Χετταίοι, οι Αμορραίοι, οι Φερεζαίοι, οι Γεργεσαίοι, οι Ευαίοι και οι Ιεβουσαίοι)» [Έξ.3,8]· αυτή είναι φάρμακο σωτήριο, αυτή εμποδίζει τα αμαρτήματα και θεραπεύει τα πλημμελήματα· με αυτήν και η χήρα η εγκαταλειμμένη απηύθυνε επίμονα το αίτημά της.
Εάν λοιπόν προσευχόμαστε με ταπεινοφροσύνη, εάν κτυπούμε το στήθος όπως ο τελώνης, εάν λέμε εκείνα τα λόγια που είπε και εκείνος, εάν λέμε: «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» [Λουκ.18,13], όλα θα τα επιτύχουμε· διότι, και αν δεν είμαστε τελώνες, όμως έχουμε άλλα αμαρτήματα, όχι λιγότερα από εκείνου. Μη μου πεις λοιπόν ότι είναι μικρό το σφάλμα σου· διότι έχει το ίδιο αποτέλεσμα. Όπως ακριβώς δηλαδή ανδροφόνος ονομάζεται όμοια και αυτός που σκότωσε παιδί και εκείνος που σκότωσε άνδρα, έτσι πλεονέκτης ονομάζεται και αυτός που αρπάζει πολλά και εκείνος που αρπάζει λίγα.
Αλλά και η μνησικακία δεν είναι μικρό, αλλά μεγάλο αμάρτημα. Διότι λέγει: «Ἐν ὁδοῖς δικαιοσύνης ζωή, ὁδοὶ δὲ μνησικάκων εἰς θάνατον(:Στους δρόμους της αρετής υπάρχει η αληθινή και ευχάριστος ζωή, ενώ οι δρόμοι των μνησίκακων και εμπαθών ανθρώπων οδηγούν στον θάνατο)» [Παροιμ. 12,28]. Το ίδιο και αυτός που αποκαλεί τον αδελφό του μωρό και ανόητο ή οτιδήποτε άλλο όμοιο με αυτά: «Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ ὀργιζόμενος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ εἰκῆ ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει· ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ῥακά, ἔνοχος ἔσται τῷ συνεδρίῳ· ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ μωρέ, ἔνοχος ἔσται εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός (:Εγώ όμως σας λέω ότι καθένας που οργίζεται εναντίον του αδελφού του χωρίς σοβαρό πνευματικό λόγο, διαπράττει έγκλημα ανάλογο με εκείνο το οποίο δικαζόταν άλλοτε από το τοπικό επταμελές δικαστήριο, την “κρίση”. Κι εκείνος που θα πει περιφρονητικά στον αδελφό του: “ανόητε”, είναι ένοχος βαρύτερου εγκλήματος, σαν εκείνα που δικάζουν από το ανώτατο δικαστήριο των Ιουδαίων, το Συνέδριο. Κι εκείνος που με μίσος και κακία θα πει στον αδελφό του: “ηλίθιε”, θα είναι ένοχος εγκλήματος που πρέπει να τιμωρηθεί με τη γέεννα του πυρός που βρίσκεται στον Άδη)»[Ματθ.5,22]. Μεταλαμβάνουμε επίσης και των φρικτών μυστηρίων αναξίως και φθονούμε και κακολογούμε· και μερικοί από εμάς πολλές φορές και μέθυσαν. Καθένα από αυτά τα αμαρτήματα και αυτό καθ’ εαυτό, μάλιστα είναι ικανό να μας στερήσει τη βασιλεία των ουρανών· όταν όμως και υπάρχουν όλα μαζί, ποια απολογία θα έχουμε;
Έχουμε ανάγκη πολλής μετάνοιας, αγαπητοί, πολλής προσευχής, πολλής καρτερίας, πολλής προσοχής, για να μπορέσουμε να κερδίσουμε τα αγαθά που μας έχει υποσχεθεί. Ας πούμε λοιπόν και εμείς: «Συγχώρησέ με τον αμαρτωλό»· ή καλύτερα ας μην το λέμε μόνο, αλλά και έτσι να σκεπτόμαστε· και αν κάποιος άλλος μας κατηγορήσει, ας μην οργιστούμε. Άκουσε εκείνος, ότι «δεν είμαι όπως αυτός ο τελώνης» και δεν οργίστηκε, αλλά λυπήθηκε· δέχθηκε την υπεροχή και απέβαλε το όνειδος. Είπε εκείνος το τραύμα, αναζήτησε Αυτός το φάρμακο. Ας λέμε λοιπόν: «Θεέ μου, συγχώρησέ με τον αμαρτωλό»· αλλά και αν άλλος μας ονομάσει αμαρτωλούς, ας μην αγανακτούμε. Εάν όμως οι ίδιοι λέμε ότι διαπράξαμε μύρια κακά, και όταν το ακούμε από τους άλλους αγανακτούμε, αυτό δεν είναι τότε ταπεινοφροσύνη, ούτε εξομολόγηση, αλλά επίδειξη και κενοδοξία.
«Είναι επίδειξη», θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος, «να αποκαλείς τον εαυτό σου αμαρτωλό;».Ναι· διότι αποκτούμε φήμη ταπεινοφροσύνης, θαυμαζόμαστε, εγκωμιαζόμαστε· εάν όμως πούμε τα αντίθετα για τους εαυτούς μας, μας περιφρονούν. Ώστε και αυτό το κάνουμε για τη δόξα. Και τι είναι ταπεινοφροσύνη; Το να υπομένεις την κατηγορία του άλλου, το να αναγνωρίζεις το αμάρτημά σου, το να αντέχεις τις κατηγορίες. Και ούτε αυτό θα ήταν δείγμα ταπεινοφροσύνης, αλλά ευγνωμοσύνης. Τώρα όμως αποκαλούμε βέβαια τους εαυτούς μας αμαρτωλούς, αναξίους και πόσα άλλα· αν όμως κάποιος άλλος μας αποδώσει ένα από αυτά, στενοχωρούμαστε, εξαγριωνόμαστε. Βλέπεις ότι δεν είναι εξομολόγηση, ούτε ευγνωμοσύνη; Είπες ότι είσαι τέτοιος· μην αγανακτείς όταν το ακούς και από τους άλλους και όταν ατιμάζεσαι· έτσι γίνονται ελαφρύτερα τα αμαρτήματά σου, όταν άλλοι σε κατηγορούν· διότι αυτοί στους εαυτούς τους προσθέτουν επιπλέον βάρος, ενώ εσένα σε οδηγούν στην άσκηση της αρετής.
Άκουσε τι είπε ο μακάριος Δαβίδ όταν τον καταριόταν ο Σεμεεί: «Εἴπως ἴδοι Κύριος ἐν τῇ ταπεινώσει μου καὶ ἐπιστρέψει μοι ἀγαθὰ ἀντὶ τῆς κατάρας αὐτοῦ τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ(:Υπομένω τις κατάρες του, μήπως ο Θεός δει αυτόν τον εξευτελισμό μου και με ανταμείψει με αγαθά, αντί της κατάρας η οποία κατά την ημέρα αυτήν εκσφενδονίστηκε εναντίον μου)» [Β΄Βασ.16,10-12]. Ενώ εσύ αν και λες για τον εαυτό σου το πιο μεγάλο κακό, αγανακτείς, όταν δεν ακούς από τους άλλους τα εγκώμια των μεγάλων δικαίων. Βλέπεις ότι παίζεις με πράγματα που δεν πρέπει κανείς να παίζει; Διότι αρνούμαστε τους επαίνους άλλων, για να επισύρουμε πάλι μεγαλύτερους επαίνους, για να μας θαυμάσουν ακόμη περισσότερο. Επομένως το κάνουμε αυτό, όχι επειδή δεν θέλουμε τα εγκώμια, αλλά για να τα αυξήσουμε· και όλα γίνονται για τη δόξα μας, και όχι επειδή πραγματικά τα θέλουμε. Γι’ αυτό όλα είναι κενά, όλα μάταια.
Γι’ αυτό λοιπόν παρακαλώ τώρα να απομακρυνθούμε από τη μητέρα των κακών, την κενοδοξία, και να ζήσουμε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, για να κερδίσουμε και τα μελλοντικά αγαθά, με τη βοήθεια του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας.
‘’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’
Ομιλία ΚΗ΄[υπομνηματισμός των εδαφίων Εβρ.11,37-40]
«Περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς(:Φορούσαν για ρούχα προβιές και γιδοδέρματα, ζώντας μέσα σε στερήσεις, θλίψεις και κακοπάθειες. Ολόκληρος ο κόσμος δεν άξιζε όσο οι άγιοι αυτοί άνδρες, και ούτε μπορούσε να συγκριθεί με αυτούς. Περιπλανιόνταν σε ερημιές και σε βουνά, σε σπηλιές και σε τρύπες της γης)»[Εβρ.11,37].
Πάντοτε βέβαια, κυρίως όμως όταν σκέπτομαι τα κατορθώματα των αγίων, τότε μου έρχεται να ξεχνώ όλα τα δικά μου, διότι ούτε στο όνειρό μας δεν γνωρίσαμε αυτά που εκείνοι οι άνδρες πέρασαν σε όλη τους τη ζωή, και αυτά δεν ήταν τιμωρία για τα αμαρτήματά τους, αλλά, αν και σημείωναν πάντοτε κατορθώματα, όμως πάντοτε αντιμετώπιζαν θλίψεις. Πράγματι, σκέψου τον Ηλία, στον οποίο αναφέρεται ο λόγος σήμερα· διότι γι’ αυτόν το λέγει αυτό εδώ, το «φορούσαν προβιές» και τελειώνει σε αυτόν τα παραδείγματα χωρίς να αφήσει ούτε αυτό που τους ήταν γνωστό. Και αφού αναφέρθηκε στους αποστόλους, ότι υπέστησαν τον θάνατο με μάχαιρα, ότι λιθοβολήθηκαν, επανέρχεται πάλι στον Ηλία, που έπαθε τα ίδια με αυτούς. Επειδή δηλαδή ήταν φυσικό να μην έχουν ακόμη αυτοί τόση μεγάλη ιδέα για τους αποστόλους, από αυτόν που αναλήφθηκε και υπερβολικά θαυμάστηκε, δηλαδή τον προφήτη Ηλία, φέρνει την παρηγοριά και την παράκληση.
«Φορούσαν», λέγει, «δέρματα προβάτων και δέρματα γιδιών, γεμάτοι στερήσεις, θλίψεις και κακοπαθήματα, και όλων αυτών δεν ήταν άξιος ο κόσμος αυτός». Ούτε ένδυμα είχαν, λέγει, να ντυθούν, εξαιτίας των υπερβολικών θλίψεων, ούτε πόλη, ούτε σπίτι, ούτε κατάλυμα· αυτό ακριβώς που ο Χριστός έλεγε: «Αἱ ἀλώπεκες φωλεοὺς ἔχουσι καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατασκηνώσεις, ὁ δὲ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἔχει ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ(:Οι αλεπούδες έχουν τρύπες που τις χρησιμοποιούν ως φωλιές, και τα πουλιά του ουρανού έχουν μέρη για να κουρνιάζουν, ενώ ο υιός του ανθρώπου (δηλαδή εγώ που γεννήθηκα από την Παρθένο και είμαι ο κατεξοχήν άνθρωπος γνωστός από τις υποσχέσεις του Θεού στον Αδάμ, και ως Μεσσίας πρόκειται να έλθω πάλι Κριτής ένδοξος πάνω στις νεφέλες του ουρανού) δεν έχει ούτε πού να ακουμπήσει το κεφάλι του. Μην περιμένεις λοιπόν κι εσύ να έχεις σωματικές ανέσεις και αναπαύσεις, αλλά πάρε τις αποφάσεις σου γνωρίζοντας από πριν ότι η ζωή των ακολούθων μου είναι γεμάτη από στερήσεις και θυσίες, όπως η δική μου)» [Ματθ.8,20].
Αλλά τι λέγω «δεν είχαν κατάλυμα»; Ούτε τόπο για να σταθούν είχαν· διότι ούτε όταν κατέφευγαν στην έρημο, ησύχαζαν· καθόσον δεν είπε, «παρέμειναν στην έρημο», αλλά και εκεί ευρισκόμενοι έφευγαν και από εκεί καταδιώκονταν· τους έδιωχναν όχι μόνο από την κατοικημένη περιοχή, αλλά και από την ακατοίκητη. Και υπενθυμίζει τους τόπους όπου ζούσαν και τα γεγονότα που τους συνέβηκαν εκεί· «γεμάτοι από στερήσεις και θλίψεις». «Έπειτα», λέγει, «εσάς σας κατηγορούσαν για τον Χριστό, και αυτό τα έκαναν στον Ηλία· τι είχαν να πουν σε βάρος του, και τον έδιωχναν και τον καταδίωκαν και τον ανάγκαζαν να παλεύει με την πείνα;». Αυτό και αυτοί τότε πάθαιναν. Γι’ αυτό αλλού έλεγε: «Τῶν δὲ μαθητῶν καθὼς ηὐπορεῖτό τις, ὥρισαν ἕκαστος αὐτῶν εἰς διακονίαν πέμψαι τοῖς κατοικοῦσιν ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ ἀδελφοῖς(:Οι μαθητές, λοιπόν, ανάλογα με τους πόρους και τα μέσα που διέθετε ο καθένας, αποφάσισαν να στείλουν καθένας απ’ αυτούς τη συνδρομή του για να βοηθήσουν και να υπηρετήσουν τους αδελφούς που κατοικούσαν στην Ιουδαία)»[Πράξ.11,29]. Πράγμα που συνέβηκε και σε αυτούς.
«Κακουχούμενοι», λέγει· δηλαδή ήταν εκτεθειμένοι σε όλα τα κακά, και στις οδοιπορίες και στους κινδύνους· πράγμα που και σε αυτούς συνέβαινε. Αλλά το «περιῆλθον», τι σημαίνει; «Περιπλανώμενοι στις ερήμους και στα όρη και στα σπήλαια και στις τρύπες της γης». Τίποτε άλλο δεν δείχνει αυτό παρά μόνο παρουσιάζει με μια λέξη, ότι περιφέρονταν όπως ακριβώς οι εξόριστοι και οι μετανάστες, όπως ακριβώς εκείνοι που έχουν καταδικαστεί για ατιμίες, όπως εκείνοι που δεν είναι άξιοι να βλέπουν ούτε τον ήλιο και ούτε στην έρημο έβρισκαν καταφύγιο, αλλά έπρεπε διαρκώς να φεύγουν, έπρεπε να αναζητούν κρύπτες, έπρεπε ζωντανοί να θάπτονται, πάντοτε να είναι φοβισμένοι.
«Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι(:Και όλοι αυτοί, αν και έλαβαν εγκωμιαστική μαρτυρία για την πίστη τους, δεν απόλαυσαν την υπόσχεση της ουράνιας κληρονομίας, επειδή ο Θεός προέβλεψε κάτι καλύτερο για εμάς, ώστε να λάβουν σε τέλειο βαθμό τη σωτηρία χωρίς εμάς)»[Εβρ.11,39]. «Ποιος λοιπόν», λέγει, «είναι ο μισθός της τόσο μεγάλης ελπίδας; Ποια είναι η ανταπόδοση;». Μεγάλη είναι και τόσο μεγάλη, ώστε να μην μπορεί να εκφραστεί με τον λόγο. «Διότι αυτά», λέγει, «που οφθαλμός δεν είδε και αυτί δεν άκουσε ούτε στην καρδιά του ανθρώπου ανέβηκαν, αυτά είναι εκείνα που ετοίμασε ο Θεός για εκείνους που τον αγαπούν». Αλλά ακόμη δεν τα απήλαυσαν, ακόμη περιμένουν και πέθαναν έτσι μέσα σε τόση μεγάλη θλίψη.
Και εκείνοι βέβαια έχουν τόσα πολλά χρόνια που νίκησαν όλα αυτά και ακόμη δεν τα απήλαυσαν την αμοιβή, και εσείς που βρίσκεστε ακόμη στο στάδιο του αγώνα, αδημονείτε; Σκεφτείτε και εσείς τι σημαίνει αυτό και πόσο ο Αβραάμ θα περιμένει· και τον απόστολο Παύλο που περιμένει πότε εσύ θα τελειωθείς, για να μπορέσουν τότε να λάβουν τον μισθό. Διότι, εάν και εμείς δεν παραβρεθούμε εκεί, τους το προείπε ο Σωτήρας, δε θα τους ανταμείψει. Όπως ακριβώς ένας φιλόστοργος πατέρας εάν έλεγε για τα παιδιά του, που ευδοκιμούν και έχουν ολοκληρώσει το έργο τους, να μην τα δώσουν να φάνε, εάν δεν έλθουν και οι αδελφοί τους. Και εσύ στενοχωριέσαι γιατί ακόμα δεν αμείφθηκες; Τι λοιπόν θα πρέπει να κάνει ο Άβελ, που πριν από όλους νίκησε, και ακόμη περιμένει αστεφάνωτος; Τι πρέπει επίσης να κάνει ο Νώε; Και τι όλοι εκείνοι που έζησαν εκείνα τα χρόνια, που περιμένουν εσένα και τους μετά από εσένα; Βλέπεις ότι εμείς βρισκόμαστε σε πλεονεκτικότερη θέση από εκείνους; Καλά λοιπόν είπε «ότι ο Θεός προέβλεψε κάτι καλύτερο για εμάς». Για να μη νομίζουν δηλαδή ότι πλεονεκτούν απέναντί μας εάν στεφανώνονταν πρώτοι, όρισε να είναι κοινός για όλους ο καιρός των στεφάνων και εκείνος που έχει νικήσει πριν τόσα πολλά χρόνια μαζί σου να λάβει το στεφάνι.
Βλέπεις φροντίδα; Και δεν είπε «για να μην στεφανωθούν χωρίς εμάς», αλλά «για να μην τελειωθούν χωρίς εμάς»· ώστε τότε θα φανούν και τέλειοι. Μας πρόλαβαν στους αγώνες, αλλά δε θα μας προλάβουν και στα στεφάνια. Δεν αδίκησε εκείνους, αλλά τίμησε εμάς· ώστε τότε θα φανούν και τέλειοι. Μας πρόλαβαν στους αγώνες, αλλά δε θα μας προλάβουν και στα στεφάνια. Δεν αδίκησε εκείνους, αλλά τίμησε εμάς· διότι και αυτοί περιμένουν τα αδέλφια τους. Εφόσον όλοι είμαστε ένα σώμα, μεγαλύτερη γίνεται η ηδονή στο σώμα, όταν από κοινού στεφανώνεται και όχι μεμονωμένα. Πράγματι οι δίκαιοι και ως προς αυτό είναι αξιοθαύμαστοι, διότι χαίρονται για τα αγαθά των αδελφών τους, σαν να είναι δικά τους. Ώστε αυτό είναι σύμφωνο και με την επιθυμία εκείνων, το να στεφανωθούν δηλαδή μαζί με όλα τα μέλη του σώματός τους· διότι το να δοξαστούν μαζί είναι μεγάλη ηδονή. «Λοιπόν και εμείς, αφού έχουμε γύρω μας ένα τόσο πυκνό σύννεφο μαρτύρων».
Σε πολλές περιπτώσεις η Γραφή παρουσιάζει την παρηγοριά στα κακοπαθήματα από τα γεγονότα που συμβαίνουν, όπως όταν λέγει ο προφήτης: «Καὶ ἔσται εἰς σκιὰν ἀπὸ καύματος καὶ ἐν σκέπῃ καὶ ἐν ἀποκρύφῳ ἀπὸ σκληρότητος καὶ ὑετοῦ(:Όλοι και όλα, όσα υπάρχουν κάτω από τη δροσερή σκιά της νεφέλης, θα προστατεύονται από το καύμα του ηλίου, θα σκεπάζονται από τις ραγδαίες καταστρεπτικές βροχές, θα ευρίσκονται σε ασφάλεια και θα ζουν με άνεση)»[Ησ.4,6]·και ο Δαβίδ: «Ἡμέρας ὁ ἥλιος οὐ συγκαύσει σε, οὐδὲ ἡ σελήνη τὴν νύκτα(:Τότε κατά την ημέρα ο ήλιος δεν θα σε καυματίσει, ούτε η σελήνη θα σε βλάψει κατά την νύκτα)» [Ψαλμ. 120,6].Αυτό λοιπόν και εδώ λέγει, ότι η μνήμη των αγίων εκείνων ανδρών, ως νέφος θα σκιάζει εκείνον που φλέγεται από θερμότερη ακτίνα· έτσι ανασταίνει και αναζωογονεί την ψυχή, που είναι αποκαμωμένη από τις δυστυχίες. Και δεν είπε: «που αιωρείται πάνω από εμάς», αλλά «που μας περιβάλλει», που είναι πολύ πιο ανώτερο· το κάνει για να δηλώσει με αυτό, ότι περιβάλλοντάς μας, είναι φυσικό ότι θα μας έχει σε μεγαλύτερη ασφάλεια. Μάρτυρες ονομάζει όχι μόνο αυτούς που αναφέρονται στην Καινή Διαθήκη, αλλά και στην Παλαιά· καθόσον και αυτοί μαρτύρησαν για το μεγαλείο του Θεού· όπως οι τρεις παίδες, οι περί τον Ηλία, οι προφήτες όλοι.
‘’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’
Ομιλία ΚΗ΄[υπομνηματισμός των εδαφίων 12,1-3]
«Τοιγαροῦν καὶ ἡμεῖς, τοσοῦτον ἔχοντες περικείμενον ἡμῖν νέφος μαρτύρων, ὄγκον ἀποθέμενοι πάντα καὶ τὴν εὐπερίστατον ἁμαρτίαν, δι᾿ ὑπομονῆς τρέχωμεν τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα(:Έχοντας λοιπόν κι εμείς τριγύρω μας ένα τόσο μεγάλο και πυκνό σύννεφο αγίων ανθρώπων που μαρτύρησαν για την αλήθεια της πίστεως, ας πετάξουμε από πάνω μας κάθε φορτίο βιοτικών πραγμάτων και φροντίδων, επιπλέον μάλιστα και την αμαρτία, στην οποία εύκολα κανείς παρασύρεται. Και ας τρέχουμε με υπομονή τον αγώνα που προβάλλει μπροστά μας)»[Εβρ.12,1].
Ποια είναι τα φορτία των βιοτικών πραγμάτων και φροντίδων που λέγει εδώ ο απόστολος; Εννοεί τον ύπνο, την αμέλεια, τους τιποτένιους λογισμούς, όλα τα ανθρώπινα· «καὶ τὴν εὐπερίστατον ἁμαρτίαν(:και την αμαρτία στην οποία εύκολα παρασύρεται κανείς)». «Εὐπερίστατον», δηλαδή, αυτήν που εύκολα μας παρασύρει και μας καταβάλει ή αυτήν που εύκολα θα αντιμετωπιστεί από εμάς και θα αποφευχθεί· αλλά μάλλον αυτό εννοεί· διότι είναι εύκολο, εάν θέλουμε, να νικήσουμε την αμαρτία. «Δι᾿ ὑπομονῆς(:Με υπομονή)», λέγει, «τρέχωμεν τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα (:ας τρέχουμε τον αγώνα που προβάλει μπροστά μας)». Δεν είπε «ας πυγμαχούμε», ούτε «ας παλεύουμε», ούτε «ας πολεμούμε», αλλά αυτό που ήταν ευκολότερο από όλα, το αγώνισμα του δρόμου, αυτό ανέφερε. Ούτε είπε, «ας είμαστε οι πρώτοι στον αγώνα», αλλά «ας δείχνουμε υπομονή όσο διεξάγουμε αυτόν, να μην παραλύσουμε». «Ας τρέχουμε», λέγει «τον αγώνα που βρίσκεται μπροστά μας με υπομονή».
Έπειτα παρουσιάζει το σπουδαιότερο μέρος της παρακλήσεως, στο οποίο και πρώτο και τελευταίο τοποθετεί τον Χριστό: «ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν Ἰησοῦν(:και πουθενά αλλού ας μη στρέφουμε τα βλέμματά μας και την προσοχή μας παρά μόνο στον Ιησού, που είναι ο αρχηγός και ο θεμελιωτής της πίστεώς μας και μας τελειοποιεί σε αυτήν)»[Εβρ.12,2], λέγει· πράγμα που και ο ίδιος ο Χριστός έλεγε συνεχώς στους μαθητές Του: «Ἀρκετὸν τῷ μαθητῇ ἵνα γένηται ὡς ὁ διδάσκαλος αὐτοῦ, καὶ τῷ δούλῳ ὡς ὁ κύριος αὐτοῦ. εἰ τὸν οἰκοδεσπότην Βεελζεβοὺλ ἐκάλεσαν, πόσῳ μᾶλλον τοὺς οἰκιακοὺς αὐτοῦ;(: Είναι αρκετό στον μαθητή να έχει την ίδια μεταχείριση που έχει και ο κύριός του. Άλλωστε κι εμένα, που είμαι ο Διδάσκαλος και Κύριός σας, δεν με καταδιώκουν; Εάν εμένα, που είμαι νοικοκύρης στον οίκο του Θεού, με απεκάλεσαν Βεελζεβούλ, δηλαδή άρχοντα των δαιμονίων, πόσο μάλλον θα αποκαλέσουν έτσι κι εσάς, που είστε οι οικιακοί μου, οι δικοί μου άνθρωποι;)»[Ματθ.10,25] και πάλι: «Οὐκ ἔστι μαθητὴς ὑπὲρ τὸν διδάσκαλον οὐδὲ δοῦλος ὑπὲρ τὸν κύριον αὐτοῦ(:Και μην παραξενεύεστε από τους διωγμούς αυτούς. Κάθε μαθητής, για όσο διάστημα εξακολουθεί να είναι μαθητής, δεν είναι ποτέ ανώτερος από τον δάσκαλό Του˙ ούτε κανείς δούλος είναι ανώτερος από τον κύριό Του)»[Ματθ.10,24].
«Ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν Ἰησοῦν(:Και πουθενά αλλού ας μη στρέφουμε τα βλέμματά μας και την προσοχή μας παρά μόνο στον Ιησού, που είναι ο αρχηγός και ο θεμελιωτής της πίστεώς μας και μας τελειοποιεί σε αυτήν)»· δηλαδή, για να μάθουμε να τρέχουμε, ας στρέψουμε τα βλέμματά μας προς τον Χριστό. Όπως ακριβώς δηλαδή σε όλες τις τέχνες και τα αγωνίσματα, όταν προσέχουμε τους διδασκάλους μας, τότε εντυπώνουμε την τέχνη στη διάνοιά μας, παίρνοντας δια της οράσεως κάποιους κανόνες, έτσι λοιπόν και εδώ, εάν θέλουμε να τρέχουμε και να μάθουμε να τρέχουμε καλά, ας στρέψουμε τα βλέμματά μας προς τον Χριστό, τον αρχηγό και τελειωτή της πίστεώς μας. Τι σημαίνει αυτό; Δηλαδή, Αυτός έβαλε μέσα μας την πίστη, Αυτός μας έδωσε την αρχή.
Αυτό έλεγε ο Χριστός και προς τους μαθητές Του: «Οὐχ ὑμεῖς με ἐξελέξασθε, ἀλλ᾿ ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς(:Δεν με διαλέξατε εσείς, αλλά εγώ σας διάλεξα και σας εγκατέστησα στο υψηλό έργο σας)»[Ιω.15,16]. Αλλά και ο Παύλος λέγει: «Ἂρτι γινώσκω ἐκ μέρους, τότε δὲ ἐπιγνώσομαι καθὼς καὶ ἐπεγνώσθην(:Τώρα γνωρίζω ένα μόνο μέρος της αλήθειας· τότε όμως θα λάβω τόσο τέλεια γνώση, όσο τέλεια με γνώριζε ο παντογνώστης Κύριος, όταν ενεργούσε την επιστροφή μου και με καλούσε στο αποστολικό αξίωμα)»[Α΄Κορ.13,12].
Εάν όμως ο Κύριος έβαλε μέσα μας την αρχή της πίστεως, Αυτός θα προσθέσει και το τέλος. «Ὅς ἀντὶ τῆς προκειμένης αὐτῷ χαρᾶς ὑπέμεινε σταυρόν, αἰσχύνης καταφρονήσας, ἐν δεξιᾷ τε τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ κεκάθικεν(: Αυτός)», λέγει, «(για τη χαρά που είχε μπροστά Του και θα δοκίμαζε όταν με το πάθημά Του θα έσωζε πολλούς, υπέμεινε σταυρικό θάνατο και περιφρόνησε την ντροπή και την ατίμωση του θανάτου Του. Γι’ αυτό και έχει καθίσει τώρα στα δεξιά του θρόνου του Θεού)»[Εβρ.12,2]. Δηλαδή, εάν ήθελε, θα μπορούσε να μην υποφέρει· διότι «ἀνομίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ(:δεν διέπραξε καμία αμαρτία, ούτε βρέθηκε δόλος στο στόμα Του)»[Ησ.53,9].
Όπως και ο Ίδιος ο Κύριος λέγει στα ευαγγέλια: «Οὐκέτι πολλὰ λαλήσω μεθ᾿ ὑμῶν· ἔρχεται γὰρ ὁ τοῦ κόσμου ἄρχων, καὶ ἐν ἐμοὶ οὐκ ἔχει οὐδέν(:Δεν θα πω πλέον πολλά μαζί σας. Δεν μένει άλλωστε καιρός για να σας πω περισσότερα· διότι έρχεται ο σατανάς, που εξουσιάζει τον κόσμο που βρίσκεται μακριά από τον Θεό˙ και έρχεται για να πραγματοποιήσει την τελευταία και βιαιότερη επίθεσή του εναντίον μου. Αλλά δεν θα βρει σε μένα τίποτε το δικό του, το οποίο θα του δίνει κάποια εξουσία ή κάποιο δικαίωμα επάνω μου)»[Ιω.14,30]. Εξαρτιόταν δηλαδή από Αυτόν, εάν βέβαια ήθελε, να μην σταυρωθεί. Διότι λέγει: «Οὐδεὶς αἴρει αὐτὴν ἀπ᾿ ἐμοῦ, ἀλλ᾿ ἐγὼ τίθημι αὐτὴν ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ· ἐξουσίαν ἔχω θεῖναι αὐτήν, καὶ ἐξουσίαν ἔχω πάλιν λαβεῖν αὐτήν· ταύτην τὴν ἐντολὴν ἔλαβον παρὰ τοῦ πατρός μου(:Κανείς δεν έχει τη δύναμη να πάρει τη ζωή μου και να με θανατώσει εάν δεν το θελήσω εγώ. Αλλά εγώ από μόνος μου την παραδίδω. Έχω εξουσία να προσφέρω τη ζωή μου, κι έχω εξουσία πάλι να την πάρω πίσω. Αυτή την εντολή πήρα από τον Πατέρα μου, να θυσιάσω τη ζωή μου πάνω στο σταυρό και να την πάρω πάλι με την Ανάσταση. Έτσι θα αναδειχθώ ο αιώνιος αρχιερέας και μεσίτης για τη σωτηρία των προβάτων μου)»[Ιω.10,18].
Εάν λοιπόν Αυτός που δεν είχε καμία ανάγκη να σταυρωθεί, σταυρώθηκε για χάρη μας πόσο μάλλον είναι δίκαιο εμείς να υπομένουμε τα πάντα με γενναιότητα; «Ὃς ἀντὶ τῆς προκειμένης αὐτῷ χαρᾶς ὑπέμεινε σταυρόν, αἰσχύνης καταφρονήσας, ἐν δεξιᾷ τε τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ κεκάθικεν(:Αυτός για τη χαρά που είχε μπροστά Του και θα δοκίμαζε όταν με το πάθημά Του θα έσωζε πολλούς, υπέμεινε σταυρικό θάνατο και περιφρόνησε την ντροπή και την ατίμωση του θανάτου Του. Γι’ αυτό και έχει καθίσει τώρα στα δεξιά του θρόνου του Θεού)», λέει. Τι σημαίνει όμως το «αἰσχύνης καταφρονήσας»; «Προτίμησε», λέει, «τον επονείδιστο θάνατο».
Έστω, θα πέθαινε· γιατί όμως και με τρόπο επονείδιστο; Για κανένα λόγο, παρά για να μας διδάξει να περιφρονούμε την ανθρώπινη δόξα. Γι’ αυτό αν και δεν είχε αμαρτία, προτίμησε αυτό το θάνατο για να μας διδάξει να υπομένουμε θαρραλέα και να καταφρονούμε την ντροπή. Γιατί δεν είπε «λύπη», αλλά «αισχύνη»· διότι δεν τα υπέφερε αυτά αισθανόμενος λύπη. Ποιο λοιπόν ήταν ότι αποτέλεσμα; Άκουσε· διότι προσθέτει: «ἐν δεξιᾷ τε τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ κεκάθικεν(:γι’ αυτό και έχει καθίσει τώρα στα δεξιά του θρόνου του Θεού)».
Βλέπεις το βραβείο; Αυτό και ο Παύλος γράφοντας λέει: «Διὸ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν ὑπερύψωσε καὶ ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα, ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός(:Για την ταπείνωση λοιπόν και την υπακοή Του αυτή ο Θεός Τον υπερύψωσε και ως άνθρωπο και Του χάρισε όνομα, το όνομα Κύριος Ιησούς Χριστός, που είναι πάνω από κάθε άλλο όνομα. Τον υπερύψωσε, ώστε στο όνομα του Ιησού να γονατίσουν ταπεινά και να Τον προσκυνήσουν λατρευτικά και οι άγγελοι στον ουρανό και οι άνθρωποι στη γη και οι ψυχές των νεκρών στα καταχθόνια˙ αλλά κι αυτά τα δαιμονικά όντα που είναι στα καταχθόνια με τρόμο να υποκλιθούν μπροστά στο μεγαλείο Του. Και έτσι κάθε γλώσσα να ομολογήσει φανερά, δυνατά και ξεκάθαρα ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος. Και με την ομολογία αυτή και την αναγνώριση του Ιησού Χριστού ως Κυρίου θα δοξάζεται ο Θεός Πατήρ)»[Φιλιπ.2,9-11].
Εννοεί το αναφερόμενο στην σάρκα. Και βέβαια και αν ακόμα δεν υπήρχε κανένα έπαθλο, ήταν αρκετό το παράδειγμα του Κυρίου να πείσει τον καθένα να τα προτιμήσει αυτά τώρα αυτά, τώρα όμως και βραβεία βρίσκονται μπροστά μας όχι συνήθη, αλλά μεγάλα και απόρρητα. Ώστε και εμείς αν μας συμβεί κάτι τέτοιο, πριν από τους αποστόλους ας σκεφτούμε τον Χριστό. Γιατί; Διότι όλη η ζωή Του ήταν γεμάτη από ύβρεις· και πράγματι πάντοτε άκουγε ότι είναι τρελός και πλάνος και μάγος· και άλλοτε έλεγαν οι Ιουδαίοι: «Οὗτος ὁ ἄνθρωπος οὐκ ἔστι παρὰ τοῦ Θεοῦ, ὅτι τὸ σάββατον οὐ τηρεῖ(:Αυτός ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι σταλμένος από τον Θεό, διότι δεν τηρεί την αργία του Σαββάτου)»[Ιω.9,16]· άλλοτε πάλι: «Καὶ γογγυσμὸς πολὺς περὶ αὐτοῦ ἦν ἐν τοῖς ὄχλοις. οἱ μὲν ἔλεγον ὅτι ἀγαθός ἐστιν· ἄλλοι ἔλεγον, οὔ, ἀλλὰ πλανᾷ τὸν ὄχλον (:Και οι διάφορες ομάδες του λαού διαρκώς κρυφομιλούσαν κι έκαναν διάφορα παράπονα και σχόλια γι’ Αυτόν, άλλοτε αρνητικά και άλλοτε ευνοϊκά. Άλλοι έλεγαν ότι ο Ιησούς είναι καλός και ειλικρινής, ενώ άλλοι έλεγαν: Όχι, δεν είναι καλός˙ είναι λαοπλάνος κι εξαπατά τον εύπιστο λαό)» [Ιω.7,12]. Και πάλι: « λέγοντες· κύριε, ἐμνήσθημεν ὅτι ἐκεῖνος ὁ πλάνος εἶπεν ἔτι ζῶν, μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἐγείρομαι (:και είπαν στον Πιλάτο: Κύριε, θυμηθήκαμε ότι εκείνος ο λαοπλάνος είχε πει όταν ακόμη ζούσε: “Τρεις ημέρες μετά το θάνατό μου θα αναστηθώ”)»[Ματθ.27,63].
Και ως μάγο aκόμη Τον είχαν συκοφαντήσει οι Φαρισαίοι, λέγοντας: «Οὗτος οὐκ ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια εἰμὴ ἐν τῷ Βεελζεβούλ, ἄρχοντι τῶν δαιμονίων (:Αυτός δεν βγάζει τα δαιμόνια παρά μόνο με τη βοήθεια και τη δύναμη του Βεελζεβούλ, που είναι ο άρχοντας των δαιμονίων)»[Ματθ.12,24]. Και: «δαιμόνιον ἔχει καὶ μαίνεται· τί αὐτοῦ ἀκούετε;μαίνεται και έχει δαιμόνιο(:για να έχει τέτοια ιδέα για τον εαυτό του, πρέπει να έχει δαιμόνιο και γι’ αυτό παραλογίζεται. Γιατί τον προσέχετε και ακούτε αυτά που λέει;)» [Ιω.10,20]. Και αυτά τα άκουγε από αυτούς ενώ τους ευεργετούσε θαυματουργούσε και παρουσίαζε έργα θεϊκά· διότι εάν τα άκουγε χωρίς να κάνει κάποιο θαυματουργικό σημείο πάνω από τις ανθρώπινες δυνάμεις, δεν θα ήταν τόσο παράδοξο· εάν λοιπόν ενώ δίδασκε την αλήθεια άκουγε ότι είναι πλάνος και, ενώ έβγαζε τα δαιμόνια, έλεγαν ότι έχει δαιμόνιο και ενώ απομάκρυνε όλα τα κακά, ονομαζόταν μάγος, ποιο θαύμα δεν υπερβάλλει αυτό; Πράγματι αυτές τις κατηγορίες συνεχώς του απέδιδαν.
Και αν θέλεις να μάθεις τους εμπαιγμούς και τις ειρωνείες που εξέπλεαν εναντίον Του, πράγμα που υπερβολικά πληγώνει τις ψυχές μας, άκουσε πρώτα αυτές που προέρχονταν από τους ομογενείς Του· «Καὶ ἐλθὼν εἰς τὴν πατρίδα αὐτοῦ ἐδίδασκεν αὐτοὺς ἐν τῇ συναγωγῇ αὐτῶν, ὥστε ἐκπλήττεσθαι αὐτοὺς καὶ λέγειν· πόθεν τούτῳ ἡ σοφία αὕτη καὶ αἱ δυνάμεις;οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ τοῦ τέκτονος υἱός; οὐχὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ λέγεται Μαριὰμ καὶ οἱ ἀδελφοὶ αὐτοῦ Ἰάκωβος καὶ Ἰωσῆς καὶ Σίμων καὶ Ἰούδας; (:Κι αφού ήλθε στην πατρίδα του τη Ναζαρέτ, δίδασκε τους κατοίκους της στη συναγωγή τους με τόση σοφία και δύναμη, ώστε αυτοί να εκπλήσσονται και να λένε: Από πού αυτός απέκτησε αυτή τη σοφία και τα θαύματα; Δεν είναι αυτός ο γιος του μαραγκού; Δεν ονομάζεται η μητέρα του Μαριάμ, και οι αδελφοί του Ιάκωβος και Ιωσής και Σίμων ο Ιούδας;)»[Ματθ.13,54]. Και περιπαίζοντάς Τον για τον τόπο της καταγωγής Του, έλεγαν ότι είναι από την Ναζαρέτ: «Ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπον αὐτῷ· μὴ καὶ σὺ ἐκ τῆς Γαλιλαίας εἶ; Ἐρεύνησον καὶ ἴδε ὅτι προφήτης ἐκ τῆς Γαλιλαίας οὐκ ἐγήγερται(:Οι Φαρισαίοι τότε είπαν στον Νικόδημο: “Μήπως είσαι κι εσύ από τη Γαλιλαία; Εξέτασε και εύκολα θα δεις και θα πεισθείς από τα πράγματα ότι κανείς προφήτης από τη Γαλιλαία δεν έχει βγει έως τώρα”)»[Ιω.7,52]· και τα υπέμενε όλα, αν και πολύ Τον συκοφαντούσαν.
Και πάλι έλεγαν: «Οὐχὶ ἡ γραφὴ εἶπεν ὅτι ἐκ τοῦ σπέρματος Δαυΐδ καὶ ἀπὸ Βηθλεὲμ τῆς κώμης, ὅπου ἦν Δαυΐδ, ὁ Χριστὸς ἔρχεται; (:Δεν είπε η Αγία Γραφή ότι ο Μεσσίας Χριστός θα προέρχεται από το γένος του Δαβίδ και από το χωριό της Βηθλεέμ, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε ο Δαβίδ;)»[Ιω.7,42]. Θέλεις να μάθεις και τις ειρωνείες που εξαπέλυαν εναντίον Του κατά την διάρκεια της Σταύρωσης; Τον προσκύνησαν περιπαικτικά, Τον χτυπούσαν, Τον ράπιζαν και έλεγαν: «Προφήτευσον ἡμῖν Χριστέ, τίς ἐστιν ὁ παίσας σε;(:Προφήτευσέ μας, Χριστέ, ποιος είναι εκείνος που σε χτύπησε;)»[Ματθ.26,68]. Και ξύδι Του προσέφεραν και έλεγαν: «Ὁ καταλύων τὸν ναὸν καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις οἰκοδομῶν! σῶσον σεαυτόν· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, κατάβηθι ἀπὸ τοῦ σταυροῦ(:Εσύ που θα γκρέμιζες τον ναό και σε τρεις ημέρες θα τον ξαναέκτιζες, σώσε τώρα τον εαυτό σου. Εάν είσαι υιός του Θεού, κατέβα από το σταυρό)»[Ματθ.27,40].
Ακόμα και ο δούλος του αρχιερέα Τον ράπισε· και ο Κύριος είπε σε αυτόν τότε: «Εἰ κακῶς ἐλάλησα, μαρτύρησον περὶ τοῦ κακοῦ· εἰ δὲ καλῶς, τί με δέρεις; (:Εάν είπα κάτι κακό, απόδειξε ενώπιον του δικαστηρίου με κανονική μαρτυρία ποιο ήταν αυτό το κακό. Εάν όμως μίλησα καλά, γιατί με χτυπάς;)»[Ιω.18,23]. Αλλά και χλευάζοντάς Τον, Του φόρεσαν χλαμύδα και τον έφτυναν στο πρόσωπο και Τον υπέβαλλαν σε όλες τις δοκιμασίες πειράζοντάς Τον. Θέλεις να γνωρίσεις και τις κατηγορίες τις κρυφές, τις φανερές, εκείνες που προερχόταν από τους μαθητές Του; Διότι το «Μὴ καὶ ὑμεῖς θέλετε ὑπάγειν; (:Μήπως θέλετε και σεις να φύγετε;)»[Ιω.6,67], και το «Ἀπεκρίθη ὁ ὄχλος καὶ εἶπε· δαιμόνιον ἔχεις· τίς σε ζητεῖ ἀποκτεῖναι;(:Αποκρίθηκε ο όχλος και είπε: ‘’Είσαι δαιμονισμένος, και το δαιμόνιο σου διετάραξε τα μυαλά και σου δημιουργεί μελαγχολία και μανία καταδιώξεως, ώστε να νομίζεις ότι κάποιοι θέλουν να σε σκοτώσουν. Ποιος θέλει να σε σκοτώσει;’’)»[Ιω.7,20], λεγόταν από εκείνους που είχαν ήδη πιστέψει.
Αλλά πες μου, δεν έφευγε και Αυτός πάντοτε, άλλοτε στην Γαλιλαία και άλλοτε στην Ιουδαία; Δεν δοκιμάστηκε πολύ από τότε που ήταν ακόμα στα σπάργανα; Ενώ ήταν ακόμα παιδί δεν τον πήρε η μητέρα του και τον κατέβασε στην Αίγυπτο; Για όλα αυτά λοιπόν λέει: «Ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν Ἰησοῦν, ὃς ἀντὶ τῆς προκειμένης αὐτῷ χαρᾶς ὑπέμεινε σταυρόν, αἰσχύνης καταφρονήσας, ἐν δεξιᾷ τε τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ κεκάθικεν(:Και πουθενά αλλού ας μη στρέφουμε τα βλέμματά μας και την προσοχή μας παρά μόνο στον Ιησού, που είναι ο αρχηγός και ο θεμελιωτής της πίστεώς μας και μας τελειοποιεί σε αυτήν. Αυτός για τη χαρά που είχε μπροστά Του και θα δοκίμαζε όταν με το πάθημά Του θα έσωζε πολλούς, υπέμεινε σταυρικό θάνατο και περιφρόνησε την ντροπή και την ατίμωση του θανάτου Του. Γι’ αυτό και έχει καθίσει τώρα στα δεξιά του θρόνου του Θεού)»[Εβρ.12,2].
Σε Αυτόν λοιπόν ας στρέψουμε τα βλέμματά μας και σε όσα υπέμειναν οι μαθητές Του, μελετώντας αυτά που έπαθε ο Παύλος και ακούγοντάς τον να λέει: «Ἀλλ᾿ ἐν παντὶ συνιστῶντες ἑαυτοὺς ὡς Θεοῦ διάκονοι, ἐν ὑπομονῇ πολλῇ, ἐν θλίψεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν στενοχωρίαις, ἐν πληγαῖς, ἐν φυλακαῖς, ἐν ἀκαταστασίαις, ἐν κόποις, ἐν ἀγρυπνίαις, ἐν νηστείαις(: Αλλά αντίθετα με κάθε τρόπο συστήνουμε τους εαυτούς μας και αποδεικνυόμαστε αληθινοί διάκονοι του Θεού, με υπομονή πολλή, με θλίψεις, με ανάγκες, με στενοχώριες, με δαρμούς και μαστιγώσεις που πληγώνουν το σώμα μας, με φυλακίσεις, με καταδιώξεις που δεν μας αφήνουν να σταθούμε πουθενά, με κόπους, με αγρυπνίες, με στερήσεις φαγητού)»[Β΄Κορ.6,4-5]· και πάλι: «Ἂχρι τῆς ἄρτι ὥρας καὶ πεινῶμεν καὶ διψῶμεν καὶ γυμνητεύομεν καὶ κολαφιζόμεθα καὶ ἀστατοῦμεν καὶ κοπιῶμεν ἐργαζόμενοι ταῖς ἰδίαις χερσί· λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα βλασφημούμενοι παρακαλοῦμεν· ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγενήθημεν, πάντων περίψημα ἕως ἄρτι (:Μέχρι την ώρα που σας γράφω, και πεινούμε και υποφέρουμε από δίψα στις περιοδείες μας και δεν έχουμε αρκετά ρούχα, όταν στη μέση των ταξιδιών μας, μας πιάνει ξαφνικά ο χειμώνας και δεχόμαστε χτυπήματα και κακομεταχειρίσεις και δεν παραμένουμε μόνιμα πουθενά, αλλά διαρκώς φεύγουμε εδώ και εκεί)»[Α΄Κορ. 4,11-13]. Άραγε κανείς από εμάς έχει να πει, ότι έπαθε έστω και ένα ελάχιστο μέρος από αυτά;
Διότι λέει «ως πλάνοι, ως άτιμοι, ως μη έχοντες τίποτε»· και πάλι: «Ὑπὸ Ἰουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα παρὰ μίαν ἔλαβον, τρὶς ἐῤῥαβδίσθην, ἅπαξ ἐλιθάσθην, τρὶς ἐναυάγησα, νυχθήμερον ἐν τῷ βυθῷ πεποίηκα· ὁδοιπορίαις πολλάκις, κινδύνοις ποταμῶν, κινδύνοις λῃστῶν, κινδύνοις ἐκ γένους, κινδύνοις ἐξ ἐθνῶν, κινδύνοις ἐν πόλει, κινδύνοις ἐν ἐρημίᾳ, κινδύνοις ἐν θαλάσσῃ, κινδύνοις ἐν ψευδαδέλφοις(:Από τους Ιουδαίους πέντε φορές μαστιγώθηκα με τριανταεννιά μαστιγώσεις. Τρεις φορές με ράβδισαν, μία με λιθοβόλησαν, τρεις φορές ναυάγησα, ένα μερόνυχτο έμεινα στο ανοιχτό πέλαγος και με έδερναν τα άγρια κύματα. Υπηρέτησα τον Κύριο πολλές φορές με οδοιπορίες. Κινδύνευσα μέσα σε πλημμυρισμένα ποτάμια τον χειμώνα, κινδύνευσα από ληστές που παραμόνευαν στα μέρη των περιοδειών μου. Κινδύνευσα από το δικό μου ιουδαϊκό γένος, στο οποίο έγινα μισητός επειδή κήρυττα τη σωτηρία όλων των ανθρώπων διαμέσου του Ιησού Χριστού· κινδύνευσα από εθνικούς και ειδωλολάτρες. Πέρασα κινδύνους μέσα σε θάλασσες που διέσχιζα ταξιδεύοντας για το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Κινδύνευσα από ανθρώπους που ήταν ψευδάδελφοι και έφεραν υποκριτικά το όνομα του Χριστιανού)» [Β΄Κορ.11,24-26].
Και ότι αυτά ήταν αρκετά στον Θεό, άκουσε τι λέει ο ίδιος: «Ὑπὲρ τούτου τρὶς τὸν Κύριον παρεκάλεσα ἵνα ἀποστῇ ἀπ᾿ ἐμοῦ. Καὶ εἴρηκέ μοι· ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται (:Για τον πειρασμό αυτόν τρεις φορές παρακάλεσα τον Κύριο να μου τον απομακρύνει. Όμως ο Κύριος μού είπε: ‘’Σου είναι αρκετή η χάρη που σου δίνω· διότι η δύναμή μου αναδεικνύεται τέλεια, όταν ο άνθρωπος είναι ασθενής και με την ενίσχυσή μου κατορθώνει μεγάλα και θαυμαστά’’)»[Β΄ Κορ.12,8-9].
Αλλά άκουσε και τον ίδιο τον Κύριο που λέει: «Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα ἐν ἐμοὶ εἰρήνην ἔχητε. ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον (:Σας τα είπα αυτά για να έχετε ειρήνη έχοντας κοινωνία και ένωση μαζί μου. Εφόσον είστε μέσα στον κόσμο, θα έχετε θλίψη. Αλλά έχετε θάρρος. Εγώ έχω νικήσει τον κόσμο. Και με τη νίκη μου αυτή εξασφάλισα και για σας το θρίαμβο και τη δόξα)» [Ιω.16,33].
Διότι λέει παρακάτω ο Παύλος στην προς Εβραίους επιστολή του που εξετάζουμε: «Ἀναλογίσασθε γὰρ τὸν τοιαύτην ὑπομεμενηκότα ὑπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν εἰς αὐτὸν ἀντιλογίαν, ἵνα μὴ κάμητε ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν ἐκλυόμενοι(:Τρέχετε και εσείς με υπομονή τον δικό σας αγώνα. Αναλογιστείτε λοιπόν Αυτόν που έχει υποφέρει με υπομονή τόση εχθρότητα εναντίον Του και ατίμωση από τους αμαρτωλούς σταυρωτές Του, για να μην αποκάμετε και παραλύσουν οι ψυχές σας από την αποθάρρυνση)»[Εβρ.12,3]. Σωστά τα πρόσθεσε αυτά· διότι εάν τα παθήματα των άλλων μας διεγείρουν, τα παθήματα του Κυρίου πόσο πιο πρόθυμους δεν θα μας κάνουν; Τι δεν μας προσφέρουν; Και πρόσεχε ότι, προσπερνώντας τα όλα, τα είπε όλα δια της «ἀντιλογίας» που πρόσθεσε· διότι τις πληγές στο κεφάλι, τους αστεϊσμούς, τις ύβρεις, τους ονειδισμούς, τις ειρωνείες, όλα αυτά τα απέδωσε με τη λέξη «ἀντιλογίαν»· και όχι μόνο εκείνα, αλλά και όλα τα άλλα που Του συνέβησαν στη ζωή κατά τον χρόνο της διδασκαλίας Του.
Αυτά λοιπόν, αγαπητοί, ας τα σκεφτόμαστε πάντοτε και τη νύχτα, και κατά την ημέρα ας τα περιστρέφουμε στις διάνοιές μας, γνωρίζοντας ότι μεγάλα αγαθά θα καρπωθούμε από αυτό, και θα έχουμε μεγάλη ωφέλεια· διότι μεγάλη πραγματικά μεγάλη η παρηγοριά είναι τα παθήματα του Χριστού και των αποστόλων· διότι τόσο πολύ την θεωρούσε ως την καλύτερη οδό που οδηγούσε στην αρετή, ώστε να θέλει να την βαδίσει και αυτός που δεν την έχει ανάγκη· τόσο πίστευε ότι μας συμφέρει η θλίψη και μάλλον αυτή γίνεται αιτία της άνεσής μας. Πράγματι άκου τον Χριστό που λέει: «Καὶ ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος (:Και εκείνος που δεν παίρνει την απόφαση να υποστεί σταυρικό θάνατο και δεν ακολουθεί πίσω μου με την απόφαση αυτή, δεν μιμείται δηλαδή σε όλα το παράδειγμά μου, δεν αξίζει για μένα)» [Ματθ.10,38].
Μόνο βέβαια δεν λέει αυτό με αυτήν την διδασκαλία: «εάν είσαι μαθητής, μιμήσου τον Διδάσκαλο σου· διότι αυτό είναι το γνώρισμα του μαθητή. Εάν Αυτός ήλθε δια της θλίψης, ενώ εσύ δια της ανέσεως, δεν βαδίζεις τον ίδιο δρόμο με Αυτόν, αλλά διαφορετικό. Πώς λοιπόν Τον ακολουθείς; Πώς είσαι μαθητής χωρίς να ακολουθείς τον Διδάσκαλο;» Αυτό λέει και ο Παύλος: «Ἡμεῖς μωροὶ διὰ Χριστόν, ὑμεῖς δὲ φρόνιμοι ἐν Χριστῷ· ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ ἰσχυροί· ὑμεῖς ἔνδοξοι, ἡμεῖς δὲ ἄτιμοι (:Εμείς οι Απόστολοι θεωρούμαστε από τους απίστους ηλίθιοι και ανόητοι για το όνομα του Χριστού· εσείς όμως είστε ισχυροί, διότι δεν σας βρήκε κάποιος πειρασμός. Εσείς είστε ένδοξοι, εμείς όμως είμαστε άτιμοι και περιφρονημένοι)»[Α΄Κορ.4,10]. «Ή πώς», λέει, «θα μπορούσε να δικαιολογηθεί, εμείς να έχουμε αντίθετες επιθυμίες, ενώ εσείς είστε μαθητές, και εμείς διδάσκαλοι;». Επομένως είναι μεγάλο πράγμα η θλίψη, αγαπητοί· διότι κατορθώνει τα δύο μεγαλύτερα πράγματα· και τις αμαρτίες εξαλείφει και ισχυρούς μας κάνει.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-hebraeos.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Προς Εβραίους επιστολή, ομιλίες ΚΖ΄και ΚΗ’ (κατ΄επιλογήν), πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1983, τόμος 25, σελίδες 220-243 και 245-255.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
KYΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ [:Ματθ.ι΄32-33,37-38,ιθ΄27-30]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ
[Υπομνηματισμός των χωρίων της ευαγγελικής περικοπής της Κυριακής των Αγίων Πάντων]
Αφού απάλλαξε τους μαθητές Του από τον φόβο και την αγωνία που συντάρασσαν την ψυχή τους επειδή προηγουμένως τους είχε ομιλήσει για τους επερχόμενους διωγμούς, τους ενισχύει ενθαρρύνοντάς τους και πάλι με τα ακόλουθα λόγια, εκβάλλοντας τον φόβο με τον φόβο, και όχι μόνο με τον φόβο, αλλά και με την ελπίδα για μεγάλα έπαθλα. Και τους απειλεί με πολλή την εξουσία, προτρέποντάς τους από κάθε άποψη στο να κηρύττουν με παρρησία την αλήθεια και τους λέγει τα εξής: «Πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς. ὅστις δ᾿ ἂν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτὸν κἀγὼ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς(:Μη λογαριάζετε λοιπόν τους διωγμούς και τους κινδύνους, αλλά να λογαριάζετε τις μεγάλες αμοιβές που σας περιμένουν. Καθένας που θα με ομολογήσει ως Σωτήρα του και Θεό του μπροστά στους ανθρώπους που καταδιώκουν την πίστη μου, θα τον ομολογήσω και εγώ ως δικό μου πιστό μπροστά στον Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς. Εκείνος όμως που θα με αρνηθεί ως Θεάνθρωπο Σωτήρα μπροστά στους ανθρώπους, αυτόν θα τον αρνηθώ κι εγώ και δεν θα τον αναγνωρίσω ως δικό μου μπροστά στον Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς)»[Μτθ.10,32-33].Δεν προτρέπει, λοιπόν, μόνο με τα αγαθά, αλλά και με τα αντίθετα και καταλήγει στα δυσάρεστα. Και πρόσεξε την ακρίβεια των λόγων Του. Δεν είπε «ἐμένα» αλλά «ἐν ἐμοὶ», για να δείξει ότι αυτός που ομολογεί δεν ομολογεί με τη δική του δύναμη, αλλά με τη βοήθεια της χάριτος από τον ουρανό. Για εκείνον που το αρνείται όμως δεν είπε «ἐν ἐμοὶ» αλλά «ἐμένα», διότι αυτός, επειδή στερήθηκε τη δωρεά, Τον αρνείται κατ’ αυτόν τον τρόπο. «Ναι, αλλά για ποιο λόγο κατηγορείται», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, «εάν αρνείται τον Χριστό, αφού προηγουμένως τον εγκατέλειψε η θεία χάρη;». Κατηγορείται διότι η εγκατάλειψη αυτή οφείλεται σε εκείνον που τον εγκατέλειψε ο Κύριος εξαιτίας των πονηρών του έργων.
Για ποιον λόγο όμως ο Κύριος δεν αρκείται στη νοερή πίστη, αλλά ζητεί και την δια του στόματος ομολογία; Επειδή θέλει να μας εξασκήσει στην παρρησία και τη μεγαλύτερη αγάπη και την αγαθή διάθεση και να μας ανεβάσει σε πνευματικά υψηλότερο επίπεδο. Γι’ αυτό και απευθύνεται προς όλους γενικώς τους ανθρώπους και δεν αναφέρεται μόνο στους μαθητές Του, αλλά ήδη και τους μαθητές αυτών τους καθιστά γενναίους. Πραγματικά, εκείνος που θα μάθει αυτό δεν θα διδάξει μόνο με παρρησία, αλλά και θα υποφέρει τα πάντα εύκολα και με μεγάλη προθυμία.
Η πίστη, λοιπόν, στη διδασκαλία αυτή οδήγησε πολλούς κοντά στους αποστόλους· διότι και στην κόλαση η τιμωρία είναι πολύ μεγάλη και στα αγαθά είναι μεγαλύτερη η αμοιβή. Επειδή, δηλαδή, με την πάροδο του χρόνου βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση ο ενάρετος και παράλληλα, ο αμαρτωλός νομίζει ότι με την αναβολή της τιμωρίας κερδίζει, για τον λόγο αυτό εισήγαγε ως αντίρροπο πλεονέκτημα ή μάλλον πολύ μεγαλύτερο πλεονέκτημα, την προσθήκη των αμοιβών. «Έχεις το πλεονέκτημα», λέγει, «επειδή πρώτος εδώ στη γη με ομολόγησες ως Θεό και Σωτήρα σου; Θα υπερθεματίσω και εγώ», λέγει, « και θα σου δώσω περισσότερα, και μάλιστα κατά πολύ περισσότερα, διότι θα σε ομολογήσω εκεί στον ουρανό. Βλέπεις ότι εκεί φυλάσσονται και τα αγαθά και τα κακά; Γιατί λοιπόν βιάζεσαι και τρέχεις; Γιατί ζητείς εδώ στη γη τις αμοιβές, αφού με την ελπίδα έχεις σωθεί;[πρβλ. Ρωμ. 8,24-25: «Τῇ γὰρ ἐλπίδι ἐσώθημεν· ἐλπὶς δὲ βλεπομένη οὐκ ἔστιν ἐλπίς· ὃ γὰρ βλέπει τις, τί καὶ ἐλπίζει; εἰ δὲ ὃ οὐ βλέπομεν ἐλπίζομεν, δι᾿ ὑπομονῆς ἀπεκδεχόμεθα(:Και περιμένουμε τη φανέρωση της υιοθεσίας, διότι τώρα με την ελπίδα των αιωνίων αγαθών σωθήκαμε. Και ελπίδα που μπορεί να τη δει κανείς και συνεπώς πραγματοποιήθηκε, παύει να είναι ελπίδα· διότι πώς είναι δυνατόν να ελπίζει κανείς ακόμη για εκείνο που το βλέπει με τα σωματικά του μάτια; Εάν όμως εκείνο που δεν βλέπουμε τώρα, αυτό ελπίζουμε να απολαύσουμε στο μέλλον, με πολλή υπομονή και πόθο το περιμένουμε)»].
Γι’ αυτό λοιπόν εάν κάνεις ένα καλό και δεν λάβεις εδώ την αμοιβή, να μην ταράττεσαι, διότι στη μέλλουσα ζωή σε περιμένει η αμοιβή γι’ αυτά επαυξημένη. Και αν κάνεις κάτι πονηρό και δεν τιμωρηθείς, να μην αδιαφορείς, διότι εκεί σε περιμένει η τιμωρία, εάν δε μετανοήσεις και δε γίνεις καλύτερος. Εάν πάλι δεν πιστεύεις, σκέψου τα μέλλοντα με βάση όσα συμβαίνουν εδώ. Πραγματικά, εάν κατά τον καιρό των αγώνων είναι τόσο ένδοξοι όσοι ομολογούν την πίστη τους, συλλογίσου ποια δόξα θα έχουν στον καιρό της απονομής των στεφάνων; Εάν οι εχθροί εδώ σε χειροκροτήσουν, πώς δεν θα σε θαυμάσει και δεν θα σε επαινέσει ο Κύριος που είναι πιο φιλόστοργος από κάθε πατέρα; Διότι τότε θα δοθούν και οι αμοιβές για τις καλές πράξεις και οι τιμωρίες για τις κακές.
Ώστε όσοι αρνούνται τον Κύριο και εδώ στη γη, βλάπτονται και στον ουρανό επίσης. Εδώ μεν διότι ζουν με πονηρή συνείδηση και εάν δεν πεθαίνουν ακόμη, πάντως θα πεθάνουν και εκεί, διότι θα υπομένουν τη χειρότερη τιμωρία. Εκείνοι όμως που δεν αρνούνται τον Ιησού και στην παρούσα ζωή και στην αιώνια κερδίζουν, διότι εδώ στη γη ο θάνατος τούς παρέχει ωφέλεια ως μάρτυρες του Χριστού και αναδεικνύονται πιο ένδοξοι από τους αμαρτωλούς και στον ουρανό απολαμβάνουν τα άρρητα αγαθά. Διότι ο Θεός δεν είναι πρόθυμος μόνο να τιμωρεί, αλλά και να ευεργετεί και μάλιστα περισσότερο για τον λόγο αυτό, παρά για την τιμωρία.
Αλλά γιατί την μεν αμοιβή την αναφέρει μία φορά, ενώ την τιμωρία δύο φορές; Διότι γνώριζε ότι αυτό τους έκανε περισσότερο σώφρονες. Για τον λόγο αυτό, αφού είπε προηγουμένως: «Καὶ μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴν μὴ δυναμένων ἀποκτεῖναι· φοβήθητε δὲ μᾶλλον τὸν δυνάμενον καὶ ψυχὴν καὶ σῶμα ἀπολέσαι ἐν γεέννῃ(:Και επειδή εκείνοι που θα κηρύττουν το ευαγγέλιο θα καταδιώκονται από τους απίστους, μη φοβηθείτε εκείνους που θανατώνουν το σώμα, αλλά δεν έχουν τη δύναμη να θανατώσουν την ψυχή. Φοβηθείτε όμως ασυγκρίτως περισσότερο τον Θεό, ο οποίος έχει τη δύναμη να ρίξει στην κόλαση και στην αιώνια δυστυχία του Άδη και την ψυχή και το σώμα)»[Ματθ.10,28], λέγει πάλι: «Ἀρνήσομαι αὐτὸν κἀγὼ (:Αυτόν θα τον αρνηθώ κι Εγώ και δεν θα τον αναγνωρίσω ως δικό μου μπροστά στον Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς)»[Ματθ. 10,33]. Το ίδιο κάνει και ο Παύλος αναφέροντας συνεχώς την κόλαση.
Αφού λοιπόν προετοίμασε τον ακροατή από κάθε άποψη (διότι και τους ουρανούς άνοιξε σε αυτόν και το φοβερό εκείνο δικαστήριο έστησε, και τον όμιλο των αγγέλων έδειξε και την ενώπιον αυτών απονομή των στεφάνων καθόρισε, διευκολύνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο σε μεγάλο βαθμό το κήρυγμα της ευσεβείας), τώρα πλέον, για να μην εμποδιστεί η διδασκαλία και το κήρυγμα από δειλία δική τους, τούς προτρέπει να προετοιμάζονται και για σφαγή ακόμη, ώστε να μάθουν ότι όσοι επιμένουν στην πλάνη, θα τιμωρηθούν και για την επιβουλή και για τις εναντίον τους επιθέσεις.
Κατά συνέπεια, ας περιφρονήσουμε τον θάνατο, και αν ακόμη η εποχή μας δεν το απαιτεί αυτό, διότι θα μεταβούμε σε πολύ ανώτερη ζωή. Αλλά φθείρεται το σώμα; Μα γι’ αυτό πρέπει να χαιρόμαστε περισσότερο, διότι φθείρεται ο θάνατος και αφανίζεται η θνητότητα και όχι η ουσία του σώματος. Διότι, όταν θα δεις ανδριάντα να λιώνει στη φωτιά, δεν θα ονομάσεις το γεγονός αυτό «καταστροφή», αλλά «καλύτερη κατασκευή». Το ίδιο λοιπόν να σκέπτεσαι και για το σώμα και να μη θρηνείς. Διότι τότε έπρεπε να θρηνούμε, εάν έμενε στην κόλαση. «Αλλά έπρεπε», θα μπορούσε να πει κάποιος, «να συμβαίνει αυτό χωρίς να φθείρονται τα σώματα, αλλά να παραμένουν ανέπαφα». Και ποια ωφέλεια θα είχαν από αυτό οι ζωντανοί ή οι νεκροί; Μέχρι πότε θα αγαπάτε τα σώματα; Μέχρι πότε θα μένετε προσκολλημένοι στη γη και θα στρέφετε την προσοχή σας προς τις σκιές;
Γιατί ποια ωφέλεια θα μπορούσε να προκύψει από αυτό; Ή μάλλον ποια βλάβη δεν θα προξενούσε; Πραγματικά εάν δεν φθείρονταν τα σώματα, πρώτα πρώτα θα έμενε στους περισσότερους ανθρώπους το μεγαλύτερο από τα κακά, η υπερηφάνεια δηλαδή. Διότι ενώ, μολονότι και τα σώματα διαλύονται και γεμίζουν σκουλήκια, πολλοί εντούτοις θέλησαν να ανακηρυχθούν θεοί, σκεφτείτε τι δεν θα συνέβαινε εάν το σώμα δεν υφίστατο φθορά; Δεύτερον, δεν θα γινόταν πιστευτό ότι το ανθρώπινο σώμα έχει φτιαχτεί από χώμα· διότι αφού τώρα, αν και το αποδεικνύει η κατάληξή του, πολλοί άνθρωποι έχουν αμφιβολίες ακόμη, τι δεν θα φαντάζονταν εάν δεν το έβλεπαν να γίνεται χώμα; Τρίτον, θα αγαπούσαν υπερβολικά τα σώματα και οι περισσότεροι άνθρωποι θα γίνονταν πιο φιλάρεσκοι και πιο αναίσθητοι στα πνευματικά θέματα· διότι, αφού και τώρα που τα σώματα αφανίζονται, μερικοί εναγκαλίζονται τους τάφους και τα φέρετρα, τι δε θα έκαναν εάν είχαν διαρκώς και το ίδιο το σώμα ανέπαφο; Τέταρτον, δεν θα είχαν μεγάλη επιθυμία για τα μέλλοντα. Πέμπτον, εκείνοι που υποστηρίζουν ότι ο κόσμος είναι αθάνατος, θα είχαν ισχυρότερα επιχειρήματα και δεν θα παραδέχονταν ότι ο Θεός είναι ο δημιουργός του.
Έκτον, δεν θα μπορούσαν να γνωρίσουν την αξία της ψυχής και τι σημαίνει να βρίσκεται η ψυχή μέσα στο σώμα. Έβδομο, πολλοί που τους έχουν πεθάνει δικά τους πρόσωπα, θα εγκατέλειπαν τις πόλεις και θα εγκαθίσταντο στα μνήματα και θα γίνονταν σαν παράφρονες, συζητώντας διαρκώς με τους νεκρούς τους. Πραγματικά αφού τώρα κατασκευάζουν εικόνα, επειδή δεν μπορούν να κρατούν το σώμα (διότι αυτό δεν είναι δυνατόν, αλλά και χωρίς τη θέλησή τους φεύγει και διαλύεται) και παραμένουν προσκολλημένοι στις σανίδες, εάν αυτό δε διαλυόταν, ποιο ακόμη άτοπο πράγμα δε θα είχαν επινοήσει; Εγώ τουλάχιστον νομίζω ότι και ναούς θα κατασκεύαζαν οι περισσότεροι για τα σώματα αυτά και εκείνοι που έχουν την ικανότητα να εκμεταλλεύονται αυτά και να προβαίνουν σε μαγικές ενέργειες θα έπειθαν τους ανθρώπους ότι οι δαίμονες ομιλούν διαμέσου των σωμάτων αυτών, αφού τώρα βέβαια όσοι αποτολμούν να ασχολούνται με τις νεκρομαντείες, επιχειρούν πολύ χειρότερα από αυτά. Πόσες ειδωλολατρίες δεν θα δημιουργούνταν από το γεγονός αυτό; Όταν βέβαια ύστερα από τη σκόνη και τη στάχτη προσπαθούν να κάνουν τα ίδια.
Για να αφανίσει ο Θεός όλα τα παραπάνω άτοπα και να μας διδάξει να εγκαταλείπουμε και να περιφρονούμε όλα τα γήινα, αφανίζει τα σώματα από τα μάτια μας. Πραγματικά, ο φιλόσαρκος και αυτός που προσελκύεται από μια όμορφη κοπέλα, αν δεν θέλει να διδαχθεί με τα λόγια την αηδία της σωματικής ουσίας, θα την γνωρίσει από την αυτοψία. Διότι πολλές συνομήλικες της ερωμένης πολλές φορές μάλιστα και νεότερες, πεθαίνουν και ύστερα από μία ή δύο ημέρες αποπνέουν δυσωδία και αίμα σάπιο και χυμούς πυώδεις, κατάλληλους για τα σκουλήκια. Συλλογίσου, λοιπόν, τι είδους κάλλος αγαπάς και από ποια ομορφιά είσαι μαγεμένος. Εάν όμως δεν φθείρονταν τα σώματα, δεν θα υπήρχε η δυνατότητα να το αντιληφθούμε καλά αυτό. Αλλά όπως οι δαιμονισμένοι τρέχουν στους τάφους, κατά όμοιο τρόπο και πολλοί από τους ερωτευμένους θα σύχναζαν στα μνήματα και θα δέχονταν τους δαίμονες στην ψυχή τους και γρήγορα θα καταλαμβάνονταν από τη φοβερή αυτήν μανία. Τώρα όμως μαζί με τα άλλα και αυτό παρηγορεί την ψυχή, το ότι δηλαδή δε βλέπουν το σώμα και έτσι λησμονούν το πάθος.
Εάν επίσης δε συνέβαινε αυτό, δε θα υπήρχαν μνήματα, αλλά θα μπορούσες να δεις τις πόλεις να έχουν νεκρά σώματα αντί ανδριάντων, επειδή ο καθένας θα ήθελε να βλέπει τον δικό του. Και ασφαλώς μεγάλη σύγχυση θα δημιουργούνταν από αυτά και κανείς από τους κοινούς ανθρώπους δε θα φρόντιζε για την ψυχή του και δε θα υπήρχε η δυνατότητα να επικρατήσει μέσω του κηρύγματος η διδασκαλία περί της αθανασίας της ψυχής. Αλλά και άλλα πολλά πολύ χειρότερα από αυτά θα συνέβαιναν, που δεν είναι καλό να αναφέρω.
Γι’ αυτό και σαπίζει αμέσως το σώμα, για να δεις γυμνό το κάλλος της ψυχής. Διότι εάν η ψυχή είναι πρόξενος τόσο μεγάλου κάλλους και τόσης ζωής, θα είναι η ίδια κατά πολύ ανώτερη. Εάν το τόσο δύσοσμο και άσχημο σώμα το συντηρεί, πολύ περισσότερο θα συντηρεί τον εαυτό της· διότι το καλό δεν είναι το σώμα, αλλά η διάπλασή του και η ανθηρότητα που από την ψυχή διοχετεύεται σε αυτό. Να αγαπάς, λοιπόν, την ψυχή που κάνει το σώμα να φαίνεται όμορφο.
Αλλά γιατί ομιλώ για τον θάνατο; Αφού και στη ζωή την ίδια θα σου δείξω ότι όλα τα καλά είναι δικά της. Πραγματικά, όταν η ψυχή ευχαριστηθεί, τότε ρόδα απλώνει στο πρόσωπο, ενώ όταν λυπηθεί, αφού αφαιρέσει το κάλλος εκείνο, περιβάλλει τα πάντα με μαύρη στολή. Όταν ευφραίνεται συνεχώς η ψυχή, το σώμα γίνεται ανθεκτικό, ενώ όταν υποστεί πόνους, το κάνει περισσότερο αδύνατο και πιο ασθενικό από τον ιστό της αράχνης. Αν πάλι θυμώσει η ψυχή, το καθιστά αποκρουστικό και αισχρό. Αν δείξει ήρεμο μάτι, μεγάλο κάλλος του χαρίζει. Αν φθονεί, του δίδει μεγάλη ωχρότητα και αδυναμία. Αν αγαπά, του δωρίζει μεγάλη ομορφιά. Έτσι, λοιπόν, πολλές γυναίκες, που δεν έχουν ωραία μορφή, έχουν λάβει μεγάλη χάρη από την ψυχή τους. Αντίθετα, άλλες που ακτινοβολούν με την ομορφιά τους, επειδή έχουν άσχημη ψυχή, καταστρέφουν το κάλλος. Πραγματικά, σκέψου πώς κοκκινίζει ένα λευκό πρόσωπο και με την ποικιλία του χρώματος πόση ευχαρίστηση παρέχει, κάθε φορά που πρέπει να νιώθει ντροπή και να κοκκινίζει. Ενώ όταν η ψυχή είναι αναίσχυντη, καθιστά τη μορφή περισσότερο άγρια από κάθε άλλο θηρίο.
Χωρίς αμφιβολία, τίποτε δεν υπάρχει ωραιότερο και γλυκύτερο από την καλή ψυχή· διότι ο πόθος που αναφέρεται στα σώματα συνοδεύεται από λύπες, ενώ η αγάπη για την ψυχή παρέχει καθαρή και ακύμαντη ηδονή. Γιατί, λοιπόν, αφήνεις τον βασιλέα και προσκολλάσαι στον κήρυκά του; Γιατί εγκαταλείπεις τον φιλόσοφο και μαγεύεσαι από τον διερμηνέα του; Είδες ωραία μάτια; Ζήτησε να μάθεις και τον εσωτερικό κόσμο και αν δεν είναι καλός εκείνος, τότε να περιφρονήσεις και τα μάτια· διότι ασφαλώς δεν θα ένιωθες καμία συμπάθεια, όταν έβλεπες μία γυναίκα άσχημη που θα είχε πρόσωπο ωραίο, όπως πάλι δεν θα μπορούσες να ανεχθείς μία γυναίκα καλή και ωραία να κρύπτεται κάτω από το προσωπείο, αλλά θα ήθελες να το αφαιρέσεις, για να τη δεις ακάλυπτη στην ακμή της ομορφιάς της. Το ίδιο λοιπόν να κάνεις και για την ψυχή και αυτή να εξετάζεις πρώτα. Διότι η ψυχή περιβάλλεται το σώμα σαν προσωπείο. Γι’ αυτό και το σώμα παραμένει ως έχει, ενώ η ψυχή και όταν είναι άμορφη, έχει τη δυνατότητα γρήγορα να γίνει ωραία. Και αν έχει μάτι άσχημο, τραχύ και σκληρό, μπορεί να το κάνει καλό, ήμερο, γαλήνιο, γλυκύ και καταδεκτικό.
Αυτήν λοιπόν την ομορφιά ας ζητούμε, αυτήν την ωραία όψη ας επιδιώκουμε, ώστε και ο Θεός να επιθυμήσει το ψυχικό μας κάλλος και να μας προσφέρει τα ουράνια και αιώνια αγαθά, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
‘’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’
ΟΜΙΛΙΑ ΛΕ’: Υπομνηματισμός των χωρίων Ματθ.10,37-38
«Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος(:Εκείνος που αγαπά τον πατέρα του ή την μητέρα του περισσότερο από Εμένα, και με αρνείται για να μη χωριστεί από τους άπιστους γονείς του, δεν αξίζει για μένα. Και εκείνος που αγαπά τον γιο του ή την κόρη του περισσότερο από Εμένα, δεν είναι άξιος να λέγεται μαθητής μου. Και εκείνος που δεν παίρνει τη σταθερή απόφαση να υποστεί κάθε ταλαιπωρία και σταυρικό ακόμη θάνατο για την πίστη του σε εμένα και δεν ακολουθεί πίσω μου με την απόφαση αυτή, δεν μιμείται δηλαδή σε όλα το παράδειγμά μου, δεν αξίζει για μένα)»[Ματθ. ι΄37-38].
Είδες αξίωμα διδασκάλου; Είδες πώς αποδεικνύει ότι είναι γνήσιος Υιός του Πατρός Του, και δίνει εντολή να εγκαταλείψουν τα πάντα και να προτιμήσουν τη δική Του αγάπη; «Και γιατί αναφέρω», λέγει, «φίλους και συγγενείς; Διότι κι αν ακόμη προτιμήσεις τη ζωή σου από τη δική μου αγάπη, βρίσκεσαι πολύ μακριά από τους δικούς μου μαθητές».
Τι λοιπόν; Τα λόγια αυτά δεν είναι αντίθετα προς τις εντολές της Παλαιάς Διαθήκης; Μη γένοιτο. Όχι μόνο δεν είναι, αλλά μάλιστα και πολύ συμφωνούν προς εκείνην· διότι και εκεί εκείνους που παρασύρονται στη λατρεία των ειδώλων, δίνει εντολή όχι μόνο να τους μισούν, αλλά και να τους λιθοβολούν. Και στο «Δευτερονόμιο» θαυμάζει αυτούς και λέγει: «Ὁ λέγων τῷ πατρὶ καὶ τῇ μητρί· οὐχ ἑώρακά σε, καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ οὐκ ἐπέγνω καὶ τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ ἀπέγνω· ἐφύλαξε τὰ λόγιά σου καὶ τὴν διαθήκην σου διετήρησε(:Η φυλή του Λευί, γεμάτη ιερό ζήλο, είπε κατά την κατασκευή του χρυσού μόσχου το οποίο σκόπευαν να προσκυνήσουν οι Ιουδαίοι ως θεό τους, προς τους στενότατους συγγενείς της, τα τέκνα προς τον πατέρα και την μητέρα: ‘’Δεν σε έχω δει άλλη φορά’’· προς τους αδελφούς: ‘’Δεν σας αναγνωρίζω ως αδελφούς’’· και προς τους υιούς: ‘’Σας απαρνούμαι’’. Η φυλή του Λευί με την συμπεριφορά της αυτήν φύλαξε τα λόγια σου, τήρησε τη διαθήκη σου)»[Δευτ. 33,9].
Εάν βέβαια ο Παύλος δίνει πολλές εντολές σχετικά με τον σεβασμό προς τους γονείς και μας προτρέπει να υπακούμε ολοκληρωτικά σε αυτούς, να μην παραξενεύεσαι, διότι σε εκείνα μόνο μας λέγει να υπακούμε, που δεν ζημιώνουν την ευσέβεια· διότι, πραγματικά, είναι αρεστό στον Θεό να αποδίδουμε στους γονείς μας όλη την οφειλόμενη τιμή. Όταν όμως απαιτούν κάτι παραπάνω από την τιμή που τους αρμόζει, τότε δεν πρέπει να υπακούμε. Γι’ αυτό και ο Λουκάς στο Ευαγγέλιό του μάς αναφέρει ότι ο Ιησούς είπε: «Εἴ τις ἔρχεται πρός με καὶ οὐ μισεῖ τὸν πατέρα ἑαυτοῦ καὶ τὴν μητέρα καὶ τὴν γυναῖκα καὶ τὰ τέκνα καὶ τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τὰς ἀδελφάς, ἔτι δὲ καὶ τὴν ἑαυτοῦ ψυχήν, οὐ δύναταί μου μαθητὴς εἶναι(:Εάν κανείς έρχεται μαζί μου και δεν μισεί τον πατέρα του και τη μητέρα του και τη γυναίκα του και τους αδελφούς του και τις αδελφές του, εφόσον αυτοί του γίνονται εμπόδιο να με ακολουθεί, κι ακόμη εάν δεν μισεί κι αυτή τη ζωή του, εφόσον ο φόβος του να χάσει τη ζωή του τού γίνεται αιτία να με αρνηθεί, αυτός ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι μαθητής μου)»[Λουκ.14,26]. Δεν σε προτρέπει βέβαια να τους μισείς χωρίς αιτία, διότι αυτό είναι πάρα πολύ αντίθετο στον Νόμο του Θεού, αλλά «όταν θέλουν να τους αγαπάς περισσότερο από εμένα, τότε να τους μισήσεις για την αιτία αυτή»· διότι το γεγονός αυτό και αυτόν που αγαπάται και αυτόν που αγαπά είναι ικανό να τους καταστρέψει.
Έλεγε επίσης αυτά για να καταστήσει και τα τέκνα περισσότερο γενναία, αλλά και τους πατέρες που σκόπευαν να σταθούν εμπόδιο στην πίστη των παιδιών τους να τους κάνει πιο πράους. Πραγματικά, όταν θα έβλεπαν ότι η διδασκαλία Του έχει τόση επίδραση και δύναμη, ώστε να τους αποσπά τα τέκνα τους από κοντά τους, ασφαλώς, θα έπαυαν την αντίδρασή τους, επειδή θα διαπίστωναν ότι θα επιχειρούσαν πράγματα αδύνατα. Γι’ αυτό αφού άφησε τους μαθητές, απευθύνεται προς τους άπιστους γονείς και τους διδάσκει να μη φέρουν εμπόδια, επειδή αυτά που επιχειρούν είναι αδύνατο να πραγματοποιηθούν.
Στη συνέχεια, για να μην αγανακτούν οι γονείς, ούτε να προβάλλουν δυσχέρειες, πρόσεξε πώς συνεχίζει τον λόγο. Αφού δηλαδή είπε: «όποιος δεν μισεί τον πατέρα του και τη μητέρα του», πρόσθεσε «και τη ζωή του»· διότι «γιατί», λέγει, «μου προβάλλεις τους γονείς, τους αδελφούς, τις αδελφές και τη σύζυγο; Τίποτε σε κανέναν δεν είναι περισσότερο επιθυμητό από τη ζωή, αλλά όμως εάν δεν την μισήσεις και αυτήν, θα πάθεις τα αντίθετα από όλα εκείνα που θα απολαύσει εκείνος που με αγαπά». Και μάλιστα δεν έδωσε εντολή να τη μισήσεις μόνο, αλλά να την μισήσεις τόσο, ώστε να είσαι έτοιμος να την εκθέσεις σε πόλεμο, σε μάχες, σε σφαγές και σε αίματα. «Καὶ ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος (:Και όποιος δεν παίρνει την απόφαση να υποστεί, εάν χρειαστεί, ακόμη και θάνατο σταυρικό, και δεν ακολουθεί με την σταθερή απόφαση αυτή πίσω μου, μιμούμενος σε όλα το παράδειγμά μου, δεν μπορεί να είναι μαθητής μου και δεν αξίζει για μένα)». Δηλαδή, δεν είπε απλώς ότι πρέπει να είναι έτοιμοι να παραταχτούν και να αγωνιστούν μέχρι θανάτου, αλλά να είναι έτοιμοι να υποστούν βίαιο θάνατο, και όχι μόνο βίαιο, αλλά και ταπεινωτικό. Και δεν κάνει ακόμη κανένα λόγο για το δικό Του πάθος, για να εκγυμνασθούν επί του παρόντος με αυτά και να δεχθούν με μεγαλύτερη ευκολία την αναγγελία του.
Άραγε δεν αξίζει να αναρωτηθούμε, πώς, ακούγοντας όλα αυτά οι μαθητές, δεν έφυγε η ψυχή τους από το σώμα τους, αφού σε κάθε περίπτωση και ανά πάσα στιγμή οι κίνδυνοι ήσαν άμεσοι, ενώ τα αγαθά ήταν μονάχα αντικείμενα ελπίδας; Λοιπόν, γιατί δεν έφυγε η ψυχή τους; Διότι ήταν μεγάλη και η δύναμη του Ομιλούντος και η αγάπη των μαθητών Του. Γι’ αυτό αν και άκουγαν φοβερότερα και βαρύτερα από όσα έπαθαν οι μεγάλοι εκείνοι άνδρες, όπως είναι ο Μωυσής και ο Ιερεμίας, εντούτοις έμεναν πιστοί και δεν διατύπωναν καμία αντίρρηση.
«Ὁ εὑρὼν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἀπολέσει αὐτήν, καὶ ὁ ἀπολέσας τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ εὑρήσει αὐτήν(:Εκείνος που σε καιρό διωγμών θα αποφύγει το μαρτύριο και θα διασώσει τη σωματική ζωή του, θα χάσει την υψηλότερη, την ευτυχισμένη αιώνια ζωή, την οποία κερδίζει κανείς με το μαρτύριο· και εκείνος που θα θυσιάσει τη ζωή του για την πίστη του σε μένα, θα κερδίσει την υψηλότερη και ευτυχισμένη αιώνια ζωή)»[Ματθ.10,39].Είδες πόση είναι η ζημία εκείνων που αγαπούν τα επίγεια πέρα από το επιτρεπόμενο σημείο; Και πόσο είναι το κέρδος εκείνων που τα μισούν; Επειδή όμως οι εντολές ήσαν βαριές, αφού τους προέτρεπε να έλθουν σε σύγκρουση προς τους γονείς τους, τα παιδιά τους, τη φυσική τάξη, τη συγγένεια, την οικουμένη ολόκληρη και προς την ίδια τους τη ζωή, γι’ αυτό και αναφέρει και την ωφέλεια, που είναι πολύ μεγάλη. «Διότι αυτά όχι μόνο δε θα σας βλάψουν», λέγει, «αλλά και θα σας ωφελήσουν υπερβολικά, ενώ τα αντίθετα θα σας βλάψουν». Αυτό το κάνει συχνά, δηλαδή τους προσελκύει προς τις εντολές Του βασιζόμενος σε εκείνα που επιθυμούν.
Γιατί λοιπόν δεν θέλεις να περιφρονήσεις τη ζωή σου; Επειδή την αγαπάς; Λοιπόν γι’ αυτό ακριβώς να την περιφρονήσεις και τότε θα την ωφελήσεις τα μέγιστα και θα ενεργήσεις όπως ακριβώς ενεργεί εκείνος που αγαπά. Και πρόσεξε ανέκφραστη σύνεση. Διότι δεν προετοιμάζει με την εντολή αυτή τη στάση τους μόνο απέναντι στους γονείς και στα τέκνα τους, αλλά και απέναντι στη ζωή τους, που είναι το περισσότερο αγαπητό από όλα, ώστε κατ’ αυτόν τον τρόπο να γίνει αναμφισβήτητη πεποίθηση στους μαθητές εκείνο και να μάθουν ότι και τους παραπάνω με τη συμπεριφορά τους αυτήν θα ωφελήσουν περισσότερο, καθόσον βέβαια, συμβαίνει αυτό και στη ζωή, την πλέον πολύτιμη όλων.
‘’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’’
ΟΜΙΛΙΑ ΞΔ΄: Υπομνηματισμός των χωρίων Ματθ.19,27-30
«Τότε ἀποκριθεὶς ὁ Πέτρος εἶπεν αὐτῷ· ἰδοὺ ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καὶ ἠκολουθήσαμέν σοι· τί ἄρα ἔσται ἡμῖν;(: Τότε Του αποκρίθηκε ο Πέτρος: “Να, εμείς όλα τα αφήσαμε και σε ακολουθήσαμε. Τι άραγε θα μας δοθεί ως αμοιβή;”)»[Ματθ. 19,27].
Ποια «πάντα» αφήσατε, μακάριε Πέτρε; Το καλάμι του ψαρέματος; Το δίχτυ που έπιανε τα ψάρια; Το πλοίο; Την αλιευτική σας τέχνη; Αυτά εννοείς λέγοντας «τα πάντα»; «Ναι», θα απαντούσε. «Όμως δεν τα λέγω αυτά από φιλοδοξία, αλλά για να παρουσιάσω με την ερώτηση αυτή, το πλήθος των πτωχών ανθρώπων». Επειδή δηλαδή είπε ο Κύριος: «Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι(:Εάν θέλεις να είσαι τέλειος πήγαινε, πούλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασέ τα στους φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς. Και έλα να με ακολουθήσεις)»[Ματθ.19,21], για να μη λέγει κάποιος από τους φτωχούς: «Τι λοιπόν; Εάν δεν έχω υπάρχοντα για να τα μοιράσω σε φτωχούς, δεν μπορώ να γίνω τέλειος;».
Γι’ αυτό ρωτά ο Πέτρος, για να πληροφορηθείς και εσύ ο πτωχός ότι δεν έχεις να ζημιωθείς σε τίποτε από την πτωχεία σου αυτήν. Ρωτά ο Πέτρος, για να μην αμφιβάλλεις καθόλου, πληροφορούμενος τούτο από τον Πέτρο (διότι ήταν ακόμη πνευματικά ατελής και δεν είχε λάβει τη χάρη του αγίου Πνεύματος), αλλά δεχόμενος την απόφαση του Διδασκάλου του Πέτρου, να πάρεις θάρρος. Όπως κάνουμε και εμείς, πολλές φορές, δηλαδή, ενώ ομιλούμε για λογαριασμό άλλων, παρουσιάζουμε ως δικά μας τα υπό συζήτηση ζητήματα, το ίδιο λοιπόν, έκανε και ο απόστολος, που ρώτησε σαν εκπρόσωπος της οικουμένης ολόκληρης· διότι το ότι γνώριζε καλά τα σχετικά με τον εαυτό του, αποδεικνύεται από όσα ειπώθηκαν προηγουμένως. Πραγματικά, αυτός που δέχθηκε από εδώ ακόμη τα κλειδιά της Βασιλείας των ουρανών, ασφαλώς, θα είχε περισσότερο θάρρος και ελπίδα για να λάβει και τα εκεί αγαθά.
Πρόσεχε, επίσης, την ακριβή ερώτηση του Πέτρου σε αυτά που ο Χριστός ζήτησε· διότι ο Κύριος δύο πράγματα ζήτησε από τον πλούσιο: να δώσει στους πτωχούς τα υπάρχοντά του και να Τον ακολουθήσει. Γι’ αυτό και ο Πέτρος τα δύο αυτά προβάλλει, το γεγονός ότι άφησε τα πάντα και το ότι ακολούθησε τον Κύριο. «Διότι, ιδού, εμείς αφήσαμε», λέγει, «τα πάντα και σε ακολουθήσαμε». Η απάρνηση όμως των πάντων κατέστη δυνατή, επειδή Τον ακολούθησαν, αλλά και ευκολότερα Τον ακολούθησαν, επειδή άφησαν τα πάντα και τους προετοίμαζε να έχουν θάρρος και να χαίρονται για το ότι εγκατέλειψαν τα πάντα.
Και τι απάντησε ο Χριστός; «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὑμεῖς οἱ ἀκολουθήσαντές μοι, ἐν τῇ παλιγγενεσίᾳ, ὅταν καθίσῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, καθίσεσθε καὶ ὑμεῖς ἐπὶ δώδεκα θρόνους κρίνοντες τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ(:Αληθινά σας λέω ότι εσείς που με ακολουθήσατε, όταν ξαναγεννηθεί ο κόσμος και θα έχει συντελεστεί η ανάσταση των νεκρών, οπότε θα καθίσει ο Υιός του ανθρώπου σε θρόνο λαμπρό, αντάξιο της δόξας Του, θα καθίσετε και εσείς σε δώδεκα θρόνους δικάζοντας τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ)»[Ματθ.19,28].
«Τι λοιπόν; Και ο Ιούδας», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, «θα καθίσει στον θρόνο;». Όχι βέβαια. «Τότε γιατί ο Κύριος λέγει: ‘’εσείς θα καθίσετε σε δώδεκα θρόνους; Πώς θα πραγματοποιηθεί η υπόσχεση αυτή;». Άκουσε πώς και με ποιο μέσο θα εκπληρωθεί. Υπάρχει νόμος καθορισμένος από τον Θεό, που αναγνώστηκε στους Ιουδαίους μέσω του προφήτη Ιερεμία και λέγει τα ακόλουθα: «Πέρας λαλήσω ἐπὶ ἔθνος ἢ ἐπὶ βασιλείαν τοῦ ἐξᾶραι αὐτοὺς καὶ τοῦ ἀπολλύειν, καὶ ἐπιστραφῇ τὸ ἔθνος ἐκεῖνο ἀπὸ πάντων τῶν κακῶν αὐτῶν, καὶ μετανοήσω περὶ τῶν κακῶν, ὧν ἐλογισάμην τοῦ ποιῆσαι αὐτοῖς. καὶ πέρας λαλήσω ἐπὶ ἔθνος καὶ βασιλείαν τοῦ ἀνοικοδομεῖσθαι καὶ τοῦ καταφυτεύεσθαι, καὶ ποιήσωσι τὰ πονηρὰ ἐναντίον μου τοῦ μὴ ἀκούειν τῆς φωνῆς μου, καὶ μετανοήσω περὶ τῶν ἀγαθῶν, ὧν ἐλάλησα τοῦ ποιῆσαι αὐτοῖς(:Εάν προαναγγείλω και αποφασίσω το τέλος ενός έθνους ή ότι θα εξολοθρεύσω και θα εξαφανίσω μία βασιλεία και τους πολίτες της, εάν εκείνο το έθνος επιστρέψει προς εμένα εν μετανοία, και απαρνηθεί και απομακρυνθεί από όλες τις κακίες, εγώ θα αλλάξω γνώμη σχετικά με τις θλίψεις και τιμωρίες, τις οποίες είχα σκεφτεί να επιφέρω εναντίον των ανθρώπων του λαού αυτού. Εάν αντιθέτως ομιλήσω και αποφασίσω περί ενός έθνους και ενός βασιλείου ότι θα ανοικοδομηθεί, θα φυτευτεί και θα προοδεύσει, ενώ οι άνθρωποι του έθνους αυτού πράξουν πονηρά ενώπιόν μου και δε θέλουν να ακούσουν και να υπακούσουν στη φωνή μου, τότε θα αλλάξω γνώμη σχετικά με τα αγαθά, που είχα προαναγγείλει, ότι θα αποστείλω σε αυτούς)»[Ιερ.18,7-10]. «Αυτή την ίδια μεταχείριση, λοιπόν, διαφυλάσσω και για τους αγαθούς», λέγει. «Δηλαδή, κι αν ακόμη πω ότι θα τους αναστήσω σε έθνος μέγα, δεν θα τηρήσω την υπόσχεσή μου, εάν δεν αποδειχθούν άξιοι της υποσχέσεως που τους έδωσα». Πράγμα που συνέβη και με τον άνθρωπο που έπλασε· υπόσχεται ο Κύριος στη «Γένεση»: «Καὶ ὁ τρόμος καὶ ὁ φόβος ὑμῶν ἔσται ἐπὶ πᾶσι τοῖς θηρίοις τῆς γῆς, ἐπὶ πάντα τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἐπὶ πάντα τὰ κινούμενα ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἐπὶ πάντας τοὺς ἰχθύας τῆς θαλάσσης· ὑπὸ χεῖρας ὑμῖν δέδωκα(:Και ας είστε τρόμος και φόβος σε όλα τα θηρία της γης, σε όλα τα πτηνά του ουρανού, σε καθετί που ζει και κινείται ακόμη στην ξηρά και σε όλα τα ψάρια της θάλασσας. Υπό την εξουσία σας τα έδωσα όλα αυτά)»[Γέν.9,2].Και όμως δεν συνέβη αυτό, διότι ο άνθρωπος απέδειξε τον εαυτό του ανάξιο της εξουσίας αυτής. Όπως ακριβώς και ο Ιούδας.
Επομένως, για να μη γίνουν μερικοί άνθρωποι σκληρότεροι από την απελπισία τους για την τιμωρία, ούτε πάλι, άλλοι να καταστούν πιο αδιάφοροι από την υπόσχεση των αγαθών, θεραπεύει και τις δύο αυτές περιπτώσεις με όσα ειπώθηκαν παραπάνω. Σαν να λέγει, δηλαδή, «εάν σε απειλήσω, να μην απελπιστείς, διότι έχεις τη δυνατότητα να μετανοήσεις και να ανατρέψεις την απόφασή μου, όπως οι Νινευίτες. Εάν πάλι σου υποσχεθώ κάποιο αγαθό, να μην επαναπαυτείς εξαιτίας της υποσχέσεως αυτής· διότι εάν αποδειχθείς ανάξιος, δεν θα σε ωφελήσει καθόλου η υπόσχεσή μου, αλλά θα γίνει αιτία να τιμωρηθείς περισσότερο. Εγώ βέβαια σου έδωσα την υπόσχεσή μου με την προϋπόθεση να φαινόσουν αντάξιος της επαγγελίας αυτής».
Για τον λόγο αυτόν και τότε ομιλώντας προς τους μαθητές Του ο Κύριος δεν τους έδωσε μία απλή υπόσχεση. Δηλαδή, δεν τους είπε, «εσείς μόνο», αλλά πρόσθεσε: «εσείς που με ακολουθήσατε», ώστε και τον Ιούδα να θέσει εκτός, και τους μεταγενέστερους ανθρώπους να προσελκύσει· διότι αυτό δεν το είπε μόνο προς εκείνους, ούτε και προς τον Ιούδα, βέβαια, που αποδείχθηκε ανάξιος.
Στους μεν μαθητές λοιπόν, υποσχέθηκε τα μελλοντικά αγαθά, όταν τους είπε: «θα καθίσετε σε δώδεκα θρόνους», διότι είχαν περισσότερη πνευματική κατάρτιση και δεν ζητούσαν τίποτε από τα επίγεια, στους άλλους όμως υποσχέθηκε και τα παρόντα, τα επίγεια αγαθά: «Καὶ πᾶς ὃς ἀφῆκεν οἰκίας ἢ ἀδελφοὺς ἢ ἀδελφὰς ἢ πατέρα ἢ μητέρα ἢ γυναῖκα ἢ τέκνα ἢ ἀγροὺς ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός μου, ἑκατονταπλασίονα λήψεται καὶ ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσει(:Και καθένας που άφησε σπίτια ή αδελφούς ή αδελφές ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή παιδιά ή χωράφια για να μείνει ενωμένος και να μη χωριστεί από μένα, θα πάρει εκατό φορές περισσότερα σε αυτή τη ζωή και θα κληρονομήσει και την αιώνια ζωή)»[Ματθ.19,29].
Για να μη νομίσουν λοιπόν μερικοί, όταν άκουσαν το «Εσείς»[Ματθ.19,28],ότι αυτά αναφέρονταν στους μαθητές Του και μόνο(εννοώ, δηλαδή, το ότι θα απολαμβάνουν τα μεγαλύτερα αγαθά και τα πρωτεία στη μέλλουσα ζωή), γι’ αυτό και εξέτεινε τον λόγο και άπλωσε την υπόσχεσή Του σε ολόκληρη τη γη και από τα παρόντα πράγματα διαβεβαιώνει και τα μέλλοντα. Εξάλλου και προς τους μαθητές Του στην αρχή της κλήσεώς τους, όταν ήσαν πνευματικώς ακατάρτιστοι, μιλούσε με βάση τα επίγεια αγαθά. Πραγματικά, όταν τους προσκάλεσε από τη θάλασσα και τους απομάκρυνε από την τέχνη τους και τους προέτρεψε να εγκαταλείψουν το πλοίο, δεν τους έκανε λόγο για ουρανούς, ούτε για θρόνους, αλλά ομίλησε για τα πράγματα της επίγειας ζωής και είπε: «Δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων(:Ακολουθήστε με και θα σας κάνω ικανούς να αλιεύετε αντί για ψάρια, ανθρώπους. Αυτούς θα ελκύετε στη βασιλεία των ουρανών με τα πνευματικά δίχτυα του κηρύγματος)»[Ματθ.4,19]. Όταν όμως τους ανύψωσε πνευματικά, τότε πλέον τους ομιλεί και για τα πράγματα της άλλης, της ουράνιας και αιώνιας ζωής.
Αλλά τι σημαίνει η φράση «κρίνοντες τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ»; Σημαίνει ότι θα τους κατακρίνουν. Διότι δεν πρόκειται βέβαια να καθίσουν ως δικαστές, αλλά όπως ακριβώς είπε ότι η βασίλισσα του νότου θα κατακρίνει τη γενεά εκείνη [«Βασίλισσα νότου ἐγερθήσεται ἐν τῇ κρίσει μετὰ τῆς γενεᾶς ταύτης καὶ κατακρινεῖ αὐτήν, ὅτι ἦλθεν ἐκ τῶν περάτων τῆς γῆς ἀκοῦσαι τὴν σοφίαν Σολομῶνος, καὶ ἰδοὺ πλεῖον Σολομῶνος ὧδε(:Η βασίλισσα της νοτιοδυτικής Αραβίας, της χώρας Σαβά, θα αναστηθεί την ώρα της τελικής κρίσεως μαζί με τη γενιά αυτή και θα την κατακρίνει· διότι η βασίλισσα αυτή ήλθε από την άκρη του κόσμου να ακούσει τη σοφία του Σολομώντος, ενώ ήταν γυναίκα και δεν γνώριζε τον αληθινό Θεό. Και να, εδώ πρόκειται για κάτι ανώτερο από τον Σολομώντα, αφού εγώ δεν είμαι απλώς σοφός, όπως ήταν εκείνος, αλλά είμαι η ίδια η ενσάρκωση της θείας σοφίας)»[:Ματθ.12,42], όπως και οι Νινευίτες θα τους κατακρίνουν [«Ἂνδρες Νινευῖται ἀναστήσονται ἐν τῇ κρίσει μετὰ τῆς γενεᾶς ταύτης καὶ κατακρινοῦσιν αὐτήν, ὅτι μετενόησαν εἰς τὸ κήρυγμα Ἰωνᾶ, καὶ ἰδοὺ πλεῖον Ἰωνᾶ ὧδε(:Οι Νινευίτες θα αναστηθούν στην τελική κρίση μαζί με τη γενιά αυτή και θα την κατακρίνουν· διότι εκείνοι, αν και ήταν αλλοεθνείς και ειδωλολάτρες, μετανόησαν στο κήρυγμα του Ιωνά, ο οποίος ήταν ξένος και δεν έκανε κανένα θαύμα σε αυτούς. Και να, εδώ πολύ περισσότερα συντελούν στο να γίνει δεκτό το δικό μου κήρυγμα από όσα συντελούν στο κήρυγμα του Ιωνά· διότι πριν από εμένα οι προφήτες σάς γνωστοποίησαν τον αληθινό Θεό και σας προανήγγειλαν την έλευσή μου˙ κι εγώ τόσο καιρό σας κηρύττω και σας αποδεικνύω με θαύματα καταπληκτικά ότι δεν είμαι απλός προφήτης)»[:Ματθ.12,41], κατά όμοιο τρόπο και οι απόστολοι.
Για τον λόγο αυτόν δεν είπε ότι θα κρίνουν τα έθνη και την οικουμένη, αλλά τις φυλές του Ισραήλ. Επειδή οι Ιουδαίοι και οι απόστολοι ήσαν αναθρεμμένοι με τους ίδιους νόμους, τα ίδια έθιμα και το ίδιο πολίτευμα, όταν ισχυρίζονται οι Ιουδαίοι, ότι «γι’ αυτό δεν μπορέσαμε να πιστέψουμε στον Χριστό, διότι μας εμπόδισε ο νόμος να δεχθούμε τις εντολές Του», γι’ αυτό παρουσιάζει τους αποστόλους στο μέσο, που δέχθηκαν τον ίδιο νόμο και όμως πίστεψαν, και έτσι θα κατακρίνουν όλους εκείνους. Πράγμα που ήδη το είπε σε άλλη περίπτωση όταν έλεγε: « Καὶ εἰ ἐγὼ ἐν Βεελζεβοὺλ ἐκβάλλω τὰ δαιμόνια, οἱ υἱοὶ ὑμῶν ἐν τίνι ἐκβαλοῦσι; διὰ τοῦτο αὐτοὶ κριταὶ ἔσονται ὑμῶν(:Κι αν εγώ με τη σύμπραξη του Βεελζεβούλ βγάζω τα δαιμόνια, όπως εσείς ισχυρίζεστε, οι μαθητές και τα πνευματικά σας τέκνα που εξορκίζουν δαιμόνια, με ποιανού τη δύναμη τα βγάζουν; Γι’ αυτό εκείνοι τους οποίους δεν κατηγορείτε, αλλά αφήνετε ελεύθερα να εξορκίζουν, θα είναι δικαστές, οι οποίοι θα καταδικάσουν την υποκρισία και τον φθόνο σας)»[Ματθ.12,27].
«Και τι το σπουδαίο», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, «υποσχέθηκε σε αυτούς, εάν εκείνο που έχουν οι Νινευίτες και η βασίλισσα του νότου, το έχουν και οι απόστολοι;». Εκτός όμως από αυτά, και άλλα πολλά υποσχέθηκε σε αυτούς προηγουμένως, αλλά και στη συνέχεια υπόσχεται και άλλα· επομένως, δεν θα είναι αυτό μόνο το έπαθλό τους. Εξάλλου, και με την υπόσχεσή του αυτή στην παρούσα περίπτωση άφησε να εννοηθεί κάτι παραπάνω από εκείνους. Πραγματικά, όσον αφορά εκείνους, είπε απλώς: «Άνδρες Νινευίτες θα αναστηθούν και θα κατακρίνουν τη γενεά αυτή» και «Η βασίλισσα του νότου θα την κατακρίνει».
Όμως για τους αποστόλους δεν μίλησε έτσι. Και πώς ομίλησε; «Εσείς που με έχετε ακολουθήσει εδώ στη γη, όταν στη συντέλεια των αιώνων αναδημιουργηθεί νέος κόσμος και αναστηθούν οι νεκροί και ο Υιός του ανθρώπου καθίσει επάνω στον ένδοξο θρόνο Του, τότε και εσείς θα καθίσετε επάνω σε δώδεκα θρόνους, για να κρίνετε τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ»[Ματθ.19,28], λέγει, για να δηλώσει ότι θα συμβασιλεύσουν και ότι θα συμμετάσχουν στην δόξα εκείνη. «Εἰ ὑπομένομεν, καὶ συμβασιλεύσομεν (: Αν δείχνουμε υπομονή, τότε και θα βασιλέψουμε μαζί με Εκείνον)»[Β΄Τιμοθ. 2,12], λέγει ο Παύλος. Βέβαια, οι θρόνοι δεν φανερώνουν καθέδρα, διότι μόνο ο Κύριος κάθεται στην έδρα και κρίνει, αλλά με τους θρόνους άφησε να φανεί η απερίγραπτη τιμή και η δόξα.
Στους αποστόλους λοιπόν αυτά είπε ο Ιησούς, ενώ σε όλους τους άλλους ανθρώπους που θα τηρήσουν τις εντολές Του, υποσχέθηκε ζωή αιώνια και εκατονταπλάσια αγαθά στην παρούσα ζωή. Εάν όμως αυτά τα υποσχέθηκε στους άλλους, πολύ περισσότερο τα υποσχέθηκε στους αποστόλους και αυτά και όλα τα πράγματα της επίγειας ζωής. Και αυτό άλλωστε εκπληρώθηκε· διότι άφησαν οι μαθητές το ψαροκάλαμο και τα δίκτυα και εξουσίαζαν καθ’ ολοκληρίαν τις περιουσίες όλων των Χριστιανών , την αξία των σπιτιών και των χωραφιών και αυτά τα σώματα των πιστών. Πραγματικά, πολλές φορές οι πιστοί προτίμησαν και να σφαγιαστούν ακόμη για χάρη των αποστόλων, όπως μαρτυρεί για πολλούς ο Παύλος, όταν λέγει: «Μαρτυρῶ γὰρ ὑμῖν ὅτι εἰ δυνατὸν τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν ἐξορύξαντες ἂν ἐδώκατέ μοι (:Δίκαια βέβαια σας επαινούσαν και σας μακάριζαν· διότι μπορώ να βεβαιώσω εσάς ότι εάν ήταν δυνατόν, και τα μάτια σας ακόμη θα βγάζατε και θα μου τα δίνατε. Τόσο πολύ με αγαπούσατε)»[Γαλ.4,15].
Όταν λοιπόν ο Κύριος λέγει: «Καθένας που άφησε τη γυναίκα του»[Ματθ.19,29], δεν το λέγει για να διαλύονται εύκολα και χωρίς λόγο οι γάμοι, αλλά όπως εκείνο που έλεγε για την ψυχή, ότι «εκείνος που θα χάσει τη ζωή του για την πίστη του σε εμένα, θα κερδίσει αυτήν»[Ματθ.10,39], δεν το έλεγε για να φονεύουμε τους εαυτούς μας, ούτε για να χωρίζουμε την ψυχή μας από εδώ από το σώμα, αλλά για να θέτουμε την ευσέβεια υπεράνω πάντων, το ίδιο λέγει και για τη γυναίκα και τους αδελφούς. Νομίζω όμως ότι εδώ υπαινίσσεται και τους διωγμούς. «Επειδή δηλαδή υπήρχαν πολλοί πατέρες που παρέσυραν τα παιδιά τους στην ασέβεια και γυναίκες τους άντρες τους, γι’ αυτό» λέγει, «όταν δίνουν παρόμοιες συμβουλές να μην τους θεωρείτε ούτε συζύγους, ούτε πατέρες». Πράγμα βέβαια που και ο Παύλος έλεγε: «Εἰ δὲ ὁ ἄπιστος χωρίζεται, χωριζέσθω. οὐ δεδούλωται ὁ ἀδελφὸς ἢ ἡ ἀδελφὴ ἐν τοῖς τοιούτοις. ἐν δὲ εἰρήνῃ κέκληκεν ἡμᾶς ὁ Θεός(:Εάν όμως ο άπιστος σύζυγος επιθυμεί και θέλει χωρισμό, ας χωρίζεται από αυτόν η Χριστιανή γυναίκα. Σε τέτοιες περιπτώσεις δεν είναι δεσμευμένος ο πιστός ή η πιστή. Ο Θεός μάς έχει καλέσει να ζούμε με ειρήνη εσωτερική και με ειρήνη προς τους γύρω μας και δεν είναι ορθό να ταλαιπωρείται ο πιστός σύζυγος από τις έριδες και τις διαμάχες της άπιστης συζύγου)»[Α΄Κορ.7,15].
Αφού λοιπόν εξύψωσε το φρόνημα όλων και τους έπεισε να έχουν θάρρος και για τους εαυτούς τους και για την οικουμένη ολόκληρη, πρόσθεσε: «Πολλοὶ δὲ ἔσονται πρῶτοι ἔσχατοι καὶ ἔσχατοι πρῶτοι(:Πολλοί που στον κόσμο αυτόν, εξαιτίας των αξιωμάτων τα οποία κατέχουν και όχι εξαιτίας της αρετής τους, είναι πρώτοι, στη βασιλεία των ουρανών θα είναι τελευταίοι και πολλοί που στον κόσμο αυτόν θεωρούνται τελευταίοι, θα είναι εκεί πρώτοι)»[Ματθ.19,30]. Αυτό αν και ειπώθηκε αόριστα και αναφέρεται σε πολλές κατηγορίες ανθρώπων, εντούτοις ειπώθηκε και γι’ αυτούς και για τους Φαρισαίους που δεν πίστευαν. Το ίδιο είπε και προηγουμένως: «Λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι πολλοὶ ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν ἥξουσι καὶ ἀνακλιθήσονται μετὰ Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν, οἱ δὲ υἱοὶ τῆς βασιλείας ἐκβληθήσονται εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων(:Σας διαβεβαιώνω λοιπόν ότι πολλοί σαν τον εκατόνταρχο θα έλθουν από ανατολή και δύση, απ’ όλα τα μέρη του κόσμου, και θα καθίσουν μαζί με τον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ιακώβ στο ευφρόσυνο δείπνο της βασιλείας των ουρανών· ενώ εκείνοι που κατάγονται από τον Αβραάμ και σύμφωνα με τις επαγγελίες και υποσχέσεις του Θεού είναι κληρονόμοι της βασιλείας, θα ριχτούν έξω απ’ αυτήν, στο σκοτάδι που είναι τελείως απομακρυσμένο από τη βασιλεία του Θεού. Εκεί θα κλαίνε και θα τρίζουν τα δόντια τους)»[Ματθ. 8,11-12].
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλίες ΛΔ΄, ΛΕ΄ και ΞΔ΄(επιλεγμένα αποσπάσματα), πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμοι 10 και 11Α, σελίδες 477-491, 499-507 και 234-245 .
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμοι 65, σελ. 180-196 (ή: 91-95 του PDF) και 67, σελ.201-213 (ή:97-98 και 101 – 103 του PDF)
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
ΕΓΚΩΜΙΟ ΣΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΠΑΝΤΕΣ
Δεν πέρασαν ακόμη επτά μέρες, από τότε που γιορτάσαμε την ιερή πανήγυρη της Πεντηκοστής, και πάλι μας πρόφθασε χορός μαρτύρων ή καλύτερα στρατιά μαρτύρων και παράταξη, που δεν είναι καθόλου κατώτερη από την στρατιά των αγγέλων, την οποία είδε ο πατριάρχης Ιακώβ, αλλά είναι ίδιας αξίας και τάξης με αυτή· γιατί μάρτυρες και άγγελοι διαφέρουν μόνο στα ονόματα, στα έργα τους όμως ταυτίζονται.
Στον ουρανό κατοικούν οι άγγελοι, στον ουρανό και οι μάρτυρες. Αιώνιοι και αθάνατοι είναι εκείνοι, το ίδιο θα γίνουν και οι μάρτυρες. Αλλ᾽ εκείνοι έλαβαν και ασώματη φύση; Και τι σημασία έχει αυτό; Γιατί οι μάρτυρες, αν και έχουν σώμα, όμως είναι αθάνατο ή καλύτερα και πριν από την αθανασία ο θάνατος του Χριστού στολίζει τα σώματά τους περισσότερο από την αθανασία.
Δεν είναι τόσο λαμπρός ο ουρανός, που στολίζεται με το πλήθος των αστεριών, όσο είναι τα σώματα των μαρτύρων, που στολίζονται με το λαμπρό αίμα των τραυμάτων. Ώστε επειδή πέθαναν γι᾽ αυτό και είναι ανώτεροι, και βραβεύτηκαν πριν από την αθανασία παίρνοντας τα στεφάνια από την ώρα του θανάτου τους.
«Ἠλάττωσας αὐτὸν βραχύ τι παρ᾿ ἀγγέλους, δόξῃ καὶ τιμῇ ἐστεφάνωσας αὐτόν(:Τον έκανες λίγο κατώτερο από τους αγγέλους, τον στεφάνωσες με δόξα και τιμή)» [Ψαλμ. 8, 6], λέει ο Δαυίδ, για τη φύση όλων των ανθρώπων. Αλλά και το λίγο αυτό που στερούνταν οι άνθρωποι σε σχέση με τους αγγέλους, το συμπλήρωσε ο Χριστός όταν ήρθε, καταδικάζοντας τον θάνατο με τον δικό Του θάνατο. Εγώ όμως δεν αντλώ απ᾽ εδώ τα επιχειρήματά μου, αλλά από το ότι το μειονέκτημα αυτό του θανάτου έγινε πλεονέκτημα. Γιατί αν δεν ήταν θνητοί δεν θα γίνονταν μάρτυρες.
Ώστε αν δεν υπήρχε θάνατος δεν θα υπήρχε και στεφάνι. Αν δεν υπήρχε θάνατος, δεν θα υπήρχε και μαρτύριο. Αν δεν υπήρχε θάνατος, δεν θα μπορούσε ο Απόστολος Παύλος να λέει: «Καθ᾿ ἡμέραν ἀποθνήσκω, νὴ τὴν ὑμετέραν καύχησιν ἣν ἔχω ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν (: Κάθε ημέρα αντικρίζω τέτοιους κινδύνους της ζωής, που χάνω κάθε ελπίδα ότι θα αποφύγω τον θάνατο. Και έτσι κατά πρόθεση πεθαίνω κάθε μέρα, μα την καύχηση που έχω για σας με τη βοήθεια και τη χάρη του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας)» [Α’ Κορ. 15, 31]. Αν δεν υπήρχε θάνατος και φθορά, δεν θα μπορούσε πάλι ο ίδιος να λέει: «Νῦν χαίρω ἐν τοῖς παθήμασί μου ὑπὲρ ὑμῶν καὶ <