«Ὦ ἀνόητοι καὶ βραδεῖς τῇ καρδίᾳ…!» (Λουκ. 24,25)

Ὁ Κύριος, ἀγαπητοί μου, ἄ­νοιξε δίπλα στὴ λί­­μνη Γεννησαρὲτ σχολεῖο, σχολεῖο πρωτότυπο. Δώδεκα ἦταν οἱ πρῶ­τοι μαθηταί. Ἡ διδασκαλία του ἦταν ὑ­­ψηλή. Κατέπληττε ὅ­λους. Ποτέ δὲν ἀ­κού­στη­καν οὔτε θ᾽ ἀ­κουστοῦν ἀνώτερα μαθήματα. Καὶ τὰ μαθήματα τοῦ Ἰησοῦ δὲν προωρίζονταν γιὰ τὸν περιωρισμένο στενὸ κύκλο τῶν Δώδεκα, σὰν μία ἰδιαίτερη διδασκαλία, μυστικὴ ἂς ποῦμε, ποὺ οἱ ἄλλοι δὲν ἔ­πρεπε νὰ τὴ γνωρίσουν· ἔ­πρεπε νὰ γίνουν γνωστὰ στὰ πέρατα τοῦ κόσμου. «Ὃ λέγω ὑμῖν ἐν τῇ σκοτίᾳ», εἶπε ὁ Κύ­ρι­ος, «εἴπατε ἐν τῷ φωτί, καὶ ὃ εἰς τὸ οὖς ἀκούετε, κηρύξατε ἐπὶ τῶν δωμάτων» (Ματθ. 10,27). Ἔπρεπε νὰ γίνῃ γνωστὴ ἡ ἀλήθεια διὰ τῶν ἀ­ποστόλων, οἱ ὁ­ποῖ­οι θὰ μαθήτευαν ὅλα τὰ ἔθνη.

Ἀλλὰ γιὰ νὰ γίνουν οἱ Δώδεκα διδάσκαλοι ὅλης τῆς οἰκουμένης, ἔπρεπε προ­­ηγουμένως νὰ γίνουν μαθηταί· νὰ φωτιστοῦν οἱ ἴδιοι, καὶ ἔπειτα νὰ φωτίσουν· νὰ λαξευθοῦν στὸ ἐργαστήριο τῆς θείας διδασκαλίας, γιὰ νὰ γίνουν ἔμψυχα ἀγάλματα τῆς ἀρετῆς· νὰ καθαριστοῦν καὶ νὰ στιλβωθοῦν, γιὰ νὰ γίνουν πνευματικοὶ καθρέφτες ποὺ ν᾽ ἀν­τανακλοῦν τὴ δόξα τοῦ Χριστοῦ· νὰ γίνουν καὶ αὐτοὶ ἥλιοι πνευματικοί, ποὺ θὰ δι­έλυ­αν τὰ σκοτάδια, τὰ σκοτάδια τῆς πλά­νης καὶ τῆς ἁμαρτίας.

Ἦταν εὔκολο ἔργο αὐτό; Ὄχι βέβαια. Λένε γιὰ κά­ποιο διάσημο γλύπτη ὅτι, ὅ­ταν εἶδε κάποτε ἕναν ὄγκο μαρμάρου βυ­θισμένο σὲ βόρβορο, τὸ μετέφερε στὸ ἐρ­γαστήρι του, ἄρχισε νὰ τὸ σμιλεύῃ, καὶ μιὰ μέρα μέσ᾽ ἀπ᾽ αὐτὸ βγῆ­­κε ἕνας λαμ­πρὸς ἄγγελος! ὁ λασπωμένος ὄγκος μεταβλήθηκε σ᾽ ἕ­να θαυ­μάσιο καλλιτέχνημα.

Μὲ τὴ δουλειὰ τοῦ γλύπτη μοιάζει τὸ ἔργο τοῦ δασκάλου(*).

–––––––––

(*) Ὁ λογοτέχνης μας Γεώργιος Δροσίνης λέει γιὰ τὸ ἔργο αὐτὸ ποιητικά·

«Σὰν πόσα θεῖα ἀγάλματα στὰ βάθη τῆς Πεντέλης

νὰ τ᾽ ἀναστήση καρτεροῦν ἄγνωστος Πραξιτέλης!».

Κι ὁ ἰατροφιλόσοφος Καρρὲλ λέει·

Λαξεύει ὁ γλύπτης τὸ μάρμαρο; Λαξεύει καὶ ὁ δάσκαλος τὶς ἀκατέργαστες ψυχές. Μὲ τὴ διαφο­ρὰ ὅτι τὸ μάρμαρο δὲν προβάλλει ἀντίστασι στὸν γλύπτη, ὅπως θέλει αὐτὸς τὸ ἐπεξεργάζεται· ὁ ἄν­θρωπος ὅμως, ὡς ἔμψυχο καὶ ἐλεύθερο ὄν, προβάλλει ἀντίστασι, καὶ τὸ ἔργο τοῦ δασκάλου, ποὺ θέλει νὰ μορφώσῃ τὸν ἄνθρωπο, δυσχεραίνεται· ὑπάρχουν ψυχὲς σκληρές, ποὺ ματαιώνουν κάθε προσπάθεια τοῦ παιδαγωγοῦ.

* * *

Κάθε δάσκαλος συναντᾷ δυσκολία στὸ ἔργο του. Ἀλλὰ κανένας ποτὲ δάσκαλος δὲν συνάντησε τόσες δυσκολίες στὸ ἔργο του ὅσες ὁ Χριστός. Ἡ διδασκαλία του, ὅπως εἴπαμε, ἦταν ὑψίστη. Οἱ δι­άνοιες ὅμως τῶν μαθητῶν, ἐπηρεασμένες ἀπὸ ἰουδαϊκὲς προλήψεις βαθειὰ ῥιζωμένες στὶς συνειδήσεις τῶν πολλῶν, ἦταν ἀνίκανες νὰ καταλάβουν τὴν καινὴ διδαχὴ τοῦ Ναζωραίου. Εἶχαν ἀλλεπάλληλες ἀπορίες. Οἱ ἰδέες τους γιὰ τὴν ἀποστο­λὴ τοῦ Μεσσία ἦταν ταπεινὲς καὶ γαιώδεις. Ὡραματίζονταν μιὰ ἐπίγεια βασιλεία μὲ βασιλιᾶ πανίσχυρο τὸ Χριστὸ καὶ τὶς ἀφεντιές τους σὲ ἐξέχουσες θέσεις. Φιλονεικοῦσαν μάλιστα ἀπὸ πρὶν γιὰ τὰ πρωτεῖα, ποιός θὰ καταλάβῃ τὶς θέσεις αὐτές. Ἡ ζηλοτυπία δάγκωνε τὶς καρδιές τους. Μισαλ­λοδοξίες καὶ ἐκδικητικότητες τάραζαν τὶς ψυχές τους. Σύννεφα μελαγχολίας καὶ ἀπαισιοδοξίας σκίαζαν τὸν οὐρανὸ τῆς ζωῆς τους. Ὀλιγοπιστία, ποὺ ἄγγιζε τὰ ὅρια τῆς ἀπιστίας, εἰσχωροῦ­σε μέσα τους. Τοὺς ἔπιανε δειλία.

Τὰ ἐλαττώματά τους δὲν τὰ καταγγέλλουν ξένοι· τ᾽ ἀποκαλύπτει ὁ Χριστός· οἱ ἴδιοι στὰ Εὐαγγέ­λια ἐκ­θέτουν τὶς ἀδυναμίες τους. Ὁ ἱερὸς Χρυσό­στομος παρατηρεῖ· «Γι᾽ αὐτὸ ξεσκεπάζει τὰ ἐλαττώματά τους, γιὰ νὰ μά­θῃς ποιοί ἔγιναν κατόπιν, ἀπὸ τὴ δύναμι τῆς θείας χάριτος» (P.G. Migne 58,619). Οἱ ἀ­πόστολοι δὲν προσπαθοῦν νὰ δικαιολογήσουν καὶ νὰ μειώσουν τὴν ἐντύπωσι ποὺ προκαλεῖ ἡ ἔκθεσι θλιβερῶν γεγονότων. Εἶνε σὰν νὰ μᾶς λένε·

Τέτοιοι ἤμασταν, ἄνθρωποι μὲ ἀδυναμίες καὶ ἐ­λαττώματα. Πόσο μακριὰ βρισκόμασταν ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ! Αὐτὸς μᾶς μιλοῦσε περὶ οὐ­ρανίου βασιλείας, κ᾽ ἐμεῖς σκεπτόμασταν τὰ σκῆ­πτρα τῆς γῆς· αὐτὸς μᾶς καλοῦσε σὲ μαρτύριο, κ᾽ ἐμεῖς διαπληκτιζόμασταν γιὰ πρωτεῖα. Ἀνόητοι καὶ χοντροκέφαλοι μαθηταί, πόση λύπη προξενήσαμε στὴν ἅγια καρδιὰ τοῦ Ἰησοῦ! Ὁ ἕνας ἀπὸ μᾶς τὸν ἀρνήθηκε μπροστὰ σὲ μιὰ ὑπηρέτρια, ὁ ἄλλος τὸν πρόδωσε γιὰ λίγα ἀργύρια, οἱ ἄλλοι τὸν ἐγκαταλείψαμε στὶς κρισιμώτερες στιγμές του. Εἶχε δίκιο ὁ Κύριος νὰ μᾶς μαλλώνῃ καὶ νὰ λέῃ γιὰ ὅ­λους μας ὅ,τι εἶπε στὸ Λουκᾶ καὶ τὸν Κλεόπα· «Ὦ ἀνόητοι καὶ βραδεῖς τῇ καρδίᾳ!…» (Λουκ. 24,25).

Στ᾽ ἀλήθεια, πρὶν τὸν βασανίσουν οἱ ἐχθροί του, προτοῦ νὰ μπηχθοῦν στὴν ἁγία σάρκα του τὰ καρφιὰ τῶν σταυρωτῶν, προτοῦ νὰ τὸν κεντήσῃ ἡ λόγχη τοῦ στρατιώτη, οἱ μαθηταί του, αὐτοὶ ποὺ τοὺς ἀγάπησε πάνω ἀπ᾽ ὅλα στὸν κόσμο, αὐτοὶ τὸν εἶχαν ποτίσει πικρὰ ποτήρια. Νά τὸ μαρτύριο τοῦ Χριστοῦ. Δὲν εὕρισκε ἀνταπόκρισι στὶς ἰδέες καὶ τὰ αἰσθήματά του. Πολλὲς φορὲς βρισκόταν σὰν ξένος ἀνάμεσα στὸ περιβάλλον του. Καὶ μόνο ἡ παρουσία τοῦ Ἰούδα ἔφτανε νὰ δημιουργῇ διαρκῆ θλῖψι στὸν Ἰησοῦ.

Καὶ ὅμως τοὺς ὑπέφερε. Δὲν διάλυσε τὸν ὅμιλο· δὲν τοὺς ξαπόστειλε στὰ σπίτια τους ὡς ἀνεπίδεκτους μαθήσεως καὶ πνευματικῆς προόδου. Ὄχι. Τοὺς κράτησε κοντά του. Κι ὅσο περνοῦσε ὁ χρόνος καὶ πλησίαζε τὸ τέλος τῆς ἐπιγείου ζω­ῆς του, τόσο πιὸ θερμὰ τοὺς μιλοῦ­σε. Γιατί, παρ᾽ ὅλες τὶς ἀτέλειές τους, αὐτοὶ ἦ­ταν ποὺ θὰ συνέχιζαν τὸ ἔργο του στὸν κόσμο. Ὡς Θεὸς βέβαια δὲν τοὺς χρειαζόταν· μποροῦ­σε καὶ μ᾽ ἄλ­λο τρόπο νὰ διαδώσῃ τὸ Εὐαγγέλιό του· μποροῦσε νὰ στείλῃ στὸν κόσμο ἀγ­γέλους καὶ ἀρ­χαγγέλους, ποὺ σὰν πύρινα πνεύματα θὰ διέσχιζαν τὴ γῆ. Ἀλλὰ διάλεξε ἀνθρώπους· «τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου καὶ τὰ ἀγενῆ καὶ τὰ ἐξ­ουθενωμένα καὶ τὰ μὴ ὄντα ἐξελέξατο» (Α΄ Κορ. 1,27-28), γιὰ νὰ πραγματοποιήσῃ τὸ μέγα θαῦ­μα τῆς ἐ­πιστροφῆς τοῦ κόσμου στὸ Θεό.

Στ᾽ ἀ­λή­θεια, κανένα ξεκίνημα δὲν στάθηκε πιὸ ἄσημο ἀπ᾽ τὸ ξεκίνημα τοῦ Χριστιανισμοῦ. Μὰ καὶ γι᾽ αὐτὸ ἡ ἀπόδειξι, ὅτι ἡ θρησκεία μας εἶνε ἐκ τοῦ Θεοῦ, εἶνε πανίσχυρη.

* * *

Πνευματικοὶ πατέρες καὶ διδάσκαλοι τῆς Ἐκ­­κλησίας! Κηρύττετε ἀπὸ τοὺς ἄμβωνες στὰ πλήθη καὶ λαὸς πολὺς σᾶς ἀκούει. Νὰ εὐχαρι­στῆτε τὸ Θεὸ γιὰ τὴν εὐλογία αὐτή. Μὴν ἀρ­κε­στῆτε ὅμως σ᾽ αὐτό. Ἀναζητῆστε ἀνάμεσα στὸ πλῆθος τῶν ἀκροατῶν σας τὶς λίγες ἐκεῖνες ψυ­χές, ποὺ καλλιεργούμενες θὰ μπορέσουν νὰ συνε­χίσουν τὴν πνευματικὴ ἐργασία. Τὸ νὰ βρε­­θοῦν καὶ νὰ καταρτιστοῦν νέοι γιὰ ἀπο­στολι­κὲς διακονίες πρέπει νά ᾽νε ἡ σπουδαιότερη μέριμνά σας. Βρέθηκαν τέτοια πρόσωπα; ἦρθαν κοντά σας; ἐκδηλώνουν τὴν ἐπιθυμία ν᾽ ἀ­κολου­θήσουν γυμνοὶ τὸν γυμνὸ Ἐσταυρωμένο; Γονατίστε κ᾽ εὐχα­ριστῆστε τὸν Κύριο, ποὺ καὶ σ᾽ αὐ­τὴ τὴ γενεὰ δὲν ἔλειψαν κλήσεις ἱεραποστολικές. Ἀλλὰ οἱ νέοι αὐτοὶ δὲν γίνονται ἱεραπόστολοι μέσα σὲ μιὰ μέρα. Ἔχουν ἀνάγκη κι ἀπὸ φωτεινὴ διδασκαλία κι ἀπὸ λαμπρὸ παράδει­γμα. Θὰ περάσουν κι αὐτοὶ ἀπὸ δοκιμασία, ὅ­πως πέρασαν ὅ­λοι οἱ ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου.

Ἐσεῖς ὁπλιστῆ­τε μὲ ὑπομονὴ καὶ ἀγάπη πολλή. Μέχρι ν᾽ ἀποβάλουν κοσμικὲς ἀντιλήψεις, πλάνες καὶ προλή­ψεις τοῦ αἰῶνος μας, μέχρι ν᾽ ἀ­ποκτήσουν γενναῖο καὶ ὑψηλὸ φρόνημα, ὤ τί δὲν θὰ ὑποφέρετε! Θὰ ἐκδηλώσουν ἀδυναμίες. Θὰ σᾶς στενο­χωρήσουν, θὰ σᾶς πικράνουν πολύ. Θά ᾽ρθουν ὧρες καὶ μέρες ποὺ θὰ κλάψετε. Ἡ σκιὰ ἑνὸς Πέτρου ποὺ ἀρνήθηκε κ᾽ ἑνὸς Ἰούδα ποὺ πρόδωσε δὲν ἀποκλείεται νὰ φτάσῃ καὶ ὣς ἐσᾶς.

Ἡ κατάρτισί τους θά ᾽νε ὁ μεγαλύτερος σταυ­ρός σας. Σηκῶστε τον, ἀδελφοί μου. Ὁ κόπος σας γιὰ τὴν ἀνάδειξι ἐργατῶν τοῦ Εὐ­αγγελίου δὲν θὰ πάῃ χαμένος. Ὅταν πιὰ ἐσεῖς θὰ βασιλεύετε γιὰ ν᾽ ἀνατείλετε στὸν ἄλλο ἐ­κεῖνο κόσμο, θ᾽ ἀρχίσουν ν᾽ ἀνατέλλουν στὸν ὁ­ρί­ζοντα τῆς Ἐκκλησίας νέοι ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου, νέα ἀστέρια ποὺ θὰ φωτίζουν τὸν κόσμο.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Μεταγλωττισμένο ἄρθρο ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ἀκολούθει μοι», Ἀθῆναι 1965, σσ. 298-303)