Ἡ σύντομη αὐτὴ σύνοψη τῆς γραμμῆς τοῦ πατρὸς Φιλοθέου Ζερβάκου, σὲ θέματα ὀρθοπραξίας, ἀπὸ τὸν π. Θεόδωρο Ζήση, εἶναι κάτι τὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ χρησιμοποιηθεῖ σὰν ἕνα ἐξαίρετο ἐργαλεῖο, κόντρα σὲ αὐτὰ ποὺ ἀκούγονται τὰ τελευταῖα χρόνια, κυρίως ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους.
…Καὶ ἐρχόμεθα τώρα, στὴν παρουσίαση σὲ ἁδρὲς γραμμὲς τῶν στοιχείων ποὺ τὸν παρουσιάζουν, πέραν τῶν ἄλλων πλευρῶν τῆς πολυμεροῦς του προσωπικότητος καὶ τῆς πολυποίκιλης δράσης του, ὡς ἀγωνιστὴ καὶ ὁμολογητῆ τῆς Ὀρθοδοξίας.
Βάσει αὐτῶν τῶν στοιχείων, ἰδιαίτερα τῆς αὐστηρῆς ἀλλὰ δίκαιης κριτικῆς ποὺ ἀσκεῖ στὶς ἐκ τῆς Δύσεως ἐπιρροὲς καὶ στὸ χῶρο τοῦ ἤθους, τῆς ἠθικῆς ζωῆς, ἀλλὰ καὶ στὸ χῶρο τοῦ δόγματος, στὶς ἐκτροπὲς ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη πίστη, ὁ Γέροντας ὅσιος Φιλόθεος ὑπερτερεῖ ὅλων τῶν ἄλλων ὁσίων Γερόντων τοῦ περασμένου αἰῶνος καὶ ἀναδεικνύεται σὲ ἐφάμιλλη τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ Διδασκάλων μορφή. Συντάσσει θαρραλέα ὑπομνήματα πρὸς πολιτικοὺς καὶ ἐκκλησιαστικοὺς ἄρχοντες ἀλλὰ καὶ πρὸς τὸν λαό, καὶ ὡς προφήτης τῆς μετανοίας διαβλέπει ὅτι, ἂν συνεχιστεῖ αὐτὴ ἡ ἠθικὴ διάβρωση καὶ ἡ ἀποστασία ἀπὸ τὴν πίστη, ὁ Θεὸς θὰ ἀποσύρει τὴν Χάρη καὶ τὴν εὐλογία Του παιδαγωγικὰ ἀπὸ τὸ ἑλληνικὸ ἔθνος, ὅπως τὸ ἔπραξε καὶ στὸ παρελθόν.
Σὲ πολλὰ γραπτά του κείμενα εἶναι ὁλοφάνερη αὐτὴ ἡ συνείδηση ποὺ συναντᾶ κανεὶς στοὺς προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Δὲν ἔχει γι’ αὐτὸ ἄδικο ὁ π. Θεόκλητος Διονυσιάτης στὸ μνημονευθὲν βιβλίο του, ποὺ ἀρχίζει τὰ «Προλεγόμενα» μὲ τὸ ἀναφερόμενο στὸν προφήτη καὶ Πρόδρομο Ἰωάννη χωρίο τοῦ εὐαγγελιστῆ Ἰωάννη ὡς ἐφαρμοσθὲν κατ’ ἀναλογίαν καὶ εἰς τὸν Ὅσιο Γέροντα Φιλόθεο Ζερβάκο: «Ἐγένετο ἄνθρωπος ἀπεσταλμένος παρὰ Θεοῦ, ὄνομα αὐτῷ Ἰωάννης- οὗτος ἦλθεν εἰς μαρτυρίαν, ἵνα μαρτυρήση περὶ τοῦ φωτός, ἵνα πάντες πιστεύσωσι δι’ αὐτοῦ».
Ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ προφήτης καὶ διδάσκαλος δείχθηκε ὁ ὅσιος Φιλόθεος κατὰ τὸν 20ὸ αἰῶνα, κατὰ τὸν ὁποῖο σπάνιζαν οἱ προφητικὲς φωνές, ἐνῷ ἀντίθετα ἀκούονταν ἠχηρὲς φωνὲς ψευδοπροφητῶν, ψευδοποιμένων καὶ ψευδοδιδασκάλων ποὺ κήρυτταν καινοτομίες καὶ πλάνες. Ὁ ἴδιος ἀμφιταλαντεύτηκε στὸ ἂν θὰ ἔπρεπε νὰ ἀκολουθήσει τὴν ἡσυχαστικὴ μοναστικὴ ζωή, μακριὰ ἀπὸ τοὺς θορύβους καὶ τὰ προβλήματα τοῦ κόσμου, ὅπως ἐπιθυμοῦσε, ἢ θὰ ἔπρεπε νὰ συνδυάσει τὴν μοναστικὴ ζωὴ μὲ ἱεραποστολικὴ δράση μέσα στὸν κόσμο, ὅπως τοῦ συνιστοῦσε ὁ πνευματικός του πατὴρ καὶ διδάσκαλος, ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, ποὺ ἔπραξε καὶ αὐτὸς τὸ ἴδιο, ἀκολουθώντας τὸ παράδειγμα μεγάλων Ἁγίων Πατέρων, ἰδιαίτερα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν.
Ἡ ἀμφιταλάντευσή του αὐτὴ ἔπαυσε, ὅταν μὲ θεοσημία προφητικὴ ἐστάλη νὰ κηρύξει στὸν κόσμο. Διηγεῖται ὁ ἴδιος ὅτι κατὰ τὸ προσκυνηματικό του ταξίδι στοὺς Ἁγίους Τόπους βρέθηκε στὸ θεοβάδιστο ὄρος Σινᾶ. Ἐκεῖ κατὰ τὴν κάθοδό του ἀπὸ τὸ ὄρος Χωρὴβ εἰσῆλθε στὸ σπήλαιο τοῦ προφήτου Ἠλιοὺ καὶ προσευχόμενος παρακαλοῦσε θερμὰ τὸν Θεὸ μὲ δάκρυα νὰ τοῦ ἀποκαλύψει ἂν εἶναι θέλημά Του νὰ μείνει ἐκεῖ στὸ σπήλαιο, μακριὰ ἀπὸ τὸν μάταιο κόσμο, χωρὶς περισπασμοὺς καὶ φροντίδες, γιὰ νὰ ἔχει διαρκῶς ἑνωμένο τὸν νοῦ του μὲ τὸν Θεό, νὰ σκέπτεται μόνον τὰ οὐράνια. Καὶ ἐνῷ ἔλεγε αὐτὲς τὶς σκέψεις, ἄκουσε τρεῖς φορὲς ἀόρατη φωνὴ νὰ λέγει: «Ποίμαινε τὰ πρόβατά μου». Κατενόησε τότε ὅτι αὐτὸ ἦταν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπέστρεψε στὴν Λογγοβάρδα.
Περὶ τοῦ ὅτι σπάνιζαν τὸν 20ὸ αἰώνα οἱ τολμηροὶ καὶ ἀνδρεῖοι Ὁμολογηταὶ τῆς πίστεως, ἐνῷ ἐπλήθαιναν οἱ πολέμιοι τῆς Ἐκκλησίας καὶ μέσα στὸ σῶμα τῶν ἐπισκόπων καὶ ποιμένων, ὑπάρχει ἕνα συγκλονιστικὸ κείμενο προσευχῆς του πρὸς τὸν Κύριο Ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστὸ ποὺ ἐκυκλοφορήθη καὶ σὲ ἰδιαίτερο φυλλάδιο τὸ 1973. Ἀφοῦ ἐπισημαίνει κατ’ ἀρχὴν ὅτι οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ οἱ διάδοχοί τους, οἱ Ἅγιοι Θεοφόροι Πατέρες καὶ διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας, νίκησαν κατὰ τὴν διάρκεια τῶν αἰώνων τοὺς ὁρατοὺς καὶ ἀοράτους ἐχθρούς, διέσωσαν τὴν Ἁγία Ἐκκλησία καὶ ὁδήγησαν πολλοὺς στὴν ἀληθινὴ πίστη, τὴν Ὀρθόδοξη, προσθέτει: «Στὶς προηγούμενες γενεὲς ὑπῆρξαν ἄνδρες Ἅγιοι, ἄνδρες σοφοί, δίκαιοι, τίμιοι, συνετοί, πνευματοφόροι, θεοφόροι, ἀνδρεῖοι στὴν ψυχή, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίσθηκαν ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας, ὑπὲρ τῶν Ἀποστολικῶν καὶ Πατερικῶν Παραδόσεων καὶ μὲ τὴν δική Σου συμμαχία καὶ βοήθεια, Κύριε, νίκησαν τὶς παρατάξεις τῶν ἐχθρῶν καὶ διέσωσαν τὴν Ἐκκλησία.
Σήμερον τέτοιοι ἄνδρες, ὑπάρχουν ὀλίγοι, σπάνιοι, δυσεύρετοι καὶ ὄχι ἀνδρεῖοι, σοφοὶ καὶ Ἅγιοι, ὡς οἱ παλαιοὶ Πατέρες ἡμῶν. Οἱ δὲ πολεμοῦντες τὴν Ἁγίαν Ἐκκλησίαν εἶναι πολλοὶ καὶ κινδυνεύει τὸ σκάφος τῆς Ἐκκλησίας νὰ καταποντισθεῖ, διὰ τὸ μὴ ἔχειν καλοὺς ποιμένας καὶ φύλακας. Μερικοὶ τῶν ποιμένων καὶ ἐπισκόπων, τοὺς ὁποίους ἔταξαν ποιμαίνειν καὶ φυλάττειν τὴν λογική Σου ποίμνη, τὴν Ἁγία Ἐκκλησία, ἔγιναν προβατόσχημοι λύκοι, τέλειοι καταφρονηταὶ καὶ παραβάται τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ Ἀποστολικῶν Παραδόσεων, ζητοῦντες ἀποβολὴ αὐτῶν καὶ ἀντικατάστασι. Ἄλλοι ἄνοιξαν τὶς πόρτες καὶ καλοῦν καὶ δέχονται τοὺς λύκους Παπιστάς, Διαμαρτυρομένους καὶ πάντας τοὺς αἱρετικοὺς γιὰ νὰ εἰσέλθουν ἀκωλύτως καὶ θύσουν, ἀπολέσουν καὶ κατασπαράξουν τὰ λογικὰ πρόβατα… Καὶ ἀντὶ νὰ ἀγωνίζωνται καὶ νὰ φροντίζουν νὰ ἑνώσουν τὴν Ἐκκλησία, ἀγωνίζονται νὰ τὴν διαιρέσουν ἀκόμη σὲ περισσότερες καὶ τὴν καταστήσουν παναιρετική…».
Μπροστὰ σ’ αὐτὴν τὴν εἰκόνα τῆς αὐξήσεως τῶν ἐχθρῶν καὶ πολεμίων τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ἀδιαφορίας τῶν ποιμένων ἢ καὶ τῆς μεταβολῆς τους σὲ ἐχθρούς, ἡ ὁποία σημειωτέον σήμερα εἶναι πολὺ χειρότερη, ὁ ὅσιος Φιλόθεος αἰσθάνεται μεγαλύτερο τὸ χρέος καὶ τὴν εὐθύνη του ὡς πνευματικοῦ πατρὸς καὶ κληρικοῦ νὰ ἀγωνιστεῖ καὶ νὰ ἀντιδράσει. Διαβάζει τὶς συστάσεις τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς προφῆτες νὰ ἀναγγείλουν στὸν λαὸ τὶς ἁμαρτίες του μὲ φωνὴ δυνατὴ σὰν τῆς σάλπιγγος, διαφορετικὰ θὰ τιμωρηθοῦν καὶ αὐτοί, καὶ γράφει: «Ταῦτα ἀναγνώσας ἐγώ, ὁ ἁμαρτωλὸς καὶ ἀνάξιος, καὶ φοβηθεὶς μήπως ὡς πνευματικὸς πατὴρ καὶ ἱερεὺς τοῦ Ὑψίστου, ἐὰν σιωπήσω βλέπων τὴν ἐρχομένην ρομφαίαν, μοὶ ἐκζητήση ὁ Κύριος λόγον, ἀναγγέλλω τὰ ἁμαρτήματα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ καὶ τοῦ κλήρου, καλῶν πάντας καὶ πρῶτον τὸν ἑαυτόν μου (ἐπειδὴ κἀγὼ ἁμαρτωλότερος πάντων τυγχάνω) εἰς μετάνοιαν καὶ ἐπιστροφήν». Γράφοντας πρὸς τὸν πατριάρχη Ἀθηναγόρα ἐπικριτικὰ γιὰ τὰ ἀνοίγματά του πρὸς τὸν Πάπα ἐκφράζει τὸν ἴδιο φόβο σὲ περίπτωση ποὺ θὰ σιωπήσει· «Ἀναγκάζομαι νὰ σᾶς γράψω, φοβούμενος ὅτι θὰ ἁμαρτήσω, ἐὰν φιμωθῶ καὶ δὲν ὁμολογήσω τὴν ἀλήθειαν». Τὴν ἴδια συνείδηση εὐθύνης ἐκφράζει καὶ ὅταν ἐκδίδει τὸ 1957 εἰδικὸ φυλλάδιο ἐναντίον τῆς βλασφημίας τῶν θείων, ποὺ εἶχε προσλάβει τότε μεγάλη ἔκταση: «Συναισθανόμενος ἀφ’ ἑνὸς τὸ ἱερὸν καθῆκον ὡς Πνευματικοῦ Πατρὸς καὶ Ἱερέως, ὅτι δὲν πρέπει νὰ σιωπῶ, ἀλλὰ νὰ κηρύττω τὴν ἀλήθειαν, νὰ ἐλέγχω, νὰ ἐπιτιμῶ, νὰ νουθετῶ καὶ παρακαλῶ τοὺς ἁμαρτάνοντας… ἔκρινα σκόπιμο νὰ ἐκδώσω τὸ παρὸν βιβλιάριον».
Δὲν ἔλειψαν βέβαια καὶ οἱ ἐπικριταὶ αὐτῆς τῆς προφητικῆς καὶ ὁμολογητικῆς στάσεως τοῦ ὁσίου Φιλοθέου, οἱ ὁποῖοι τοῦ συνιστοῦσαν νὰ κάνει ὑπακοὴ στὸν οἰκεῖο ἐπίσκοπο καὶ στὶς ἀποφάσεις τῶν συνόδων. Γράφοντας ἀπαντητικὰ τὸ 1930 πρὸς τὸν ἐπίσκοπό του, ποὺ τοῦ συνιστοῦσε ὑπακοή, ἔλεγε: «Ἐὰν αὐτὴν τὴν γνώμην ἠκολούθουν πάντες οἱ Χριστιανοὶ κατὰ γράμμα, νὰ ἀκολουθοῦν δηλαδὴ τοὺς ἐπισκόπους εἰς πάντα, ἀλλοίμονο τότε, οὔτε Ὀρθοδοξία, οὔτε Ἐκκλησία, οὔτε Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς θὰ ὑπῆρχε σήμερον. Ἐὰν οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ ἠκολούθουν τοὺς πατριάρχας καὶ ἐπισκόπους, Ἀπολιναρίους, Μακεδονίους, Εὐτυχέας, Διοσκόρους, Σαβελλιο-Σεβήρους, Εὐσεβίους καὶ πολλοὺς ἄλλους, καὶ ἐδέχοντο καὶ ἠσπάζοντο τὰ φρονήματά των, ποῦ τότε Ὀρθοδοξία; Ποῦ χριστιανὸς εὐσεβὴς καὶ ὀρθόδοξος;!! Καὶ τί λέγω ἀνθρώπους, πατριάρχας καὶ μητροπολίτας; Καὶ δὲν λέγω συνόδους, ὄχι ἀπὸ πέντε ἢ δέκα καὶ εἴκοσι τοιούτους, ἀλλὰ ἀπὸ 100, 200 καὶ 348 μητροπολίτας καὶ ἐπισκόπους, ἀποτελουμένας; Διότι 348 τὸν ἀριθμὸ συνῆλθον ἐν ἔτει 754 ἐν Κωνσταντινουπόλει καὶ ἐξέδωκαν τὸν ὅρον ἐναντίον τῶν ἁγίων εἰκόνων». Συμπληρώνοντας τὴν ἐπιχειρηματολογία του, γράφει ὅτι «ὑπάρχουν καὶ ἐξαιρέσεις, καθ’ ἂς ἀκριματίστως δύναταί τις νὰ παρακούη, καθὼς καὶ ἀνωτέρω εἴπομεν καὶ ὡς οἱ Ἅγιοι Πατέρες καὶ Ἀπόστολοι, μᾶς παραγγέλλουν», δίνει δὲ στὴ συνέχεια καὶ σχετικὰ χωρία ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τοὺς Ἁγίους Πατέρες.
[ἀκολουθεῖ τὸ τέλος]
ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΝΗΜΗΣ ΓΙΑ ΤΟ
ΓΕΡΟΝΤΑ ΦΙΛΟΘΕΟ ΖΕΡΒΑΚΟ

