Ἀνακοίνωση Ἱερᾶς Μονῆς Δοχειαρίου

17/30-7-2025

«Δὲν ρέγχουμε. Ἀγρυπνοῦμε, παρακαλοῦμε καὶ δεόμεθα… Πέστε καὶ γράψτε ὅ,τι θέλετε. Ἐμεῖς ἐδῶ θὰ μένουμε· θὰ τελοῦμε καθημερινὰ τὴν Θεία Λειτουργία, θὰ καλλιεργοῦμε ἰδίαις χερσὶν ἀπὸ φυλακῆς πρωΐας μέχρι νυκτὸς τὰ μπαΐρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ θὰ φροντίζουμε τὰ λουλούδια ποὺ φυτρώνουνε στοὺς βράχους καὶ στὰ γκρεμνά, νὰ μὴν τσαλακωθοῦν ἀπὸ βέβηλα χέρια».

Τὰ παραπάνω λόγια τοῦ ἀ­­οι­δίμου πατρός μας Γρηγορίου μᾶς ἐκφράζουν ἀπόλυτα καὶ μὲ αὐτὰ θὰ ἀ­παν­τήσουμε στὶς κατηγορίες ἀ­δελφῶν μας γιὰ δῆθεν ὑ­περ­βάσεις ἢ παραβιάσεις τῶν Κυριακῶν λογίων.

Τὸ ἀγγελικὸ πολίτευμα καὶ ἡ μοναχική μας ἰδιότητα μᾶς ὑπαγορεύουν νὰ μὴ θορυ­βοῦ­με, ἀλ­λὰ νὰ θρηνοῦμε, νὰ μὴν αὐτοδιαφημιζόμαστε, ἀλλ᾽ ἐν σιωπῇ νὰ προσευχόμαστε.

Ἔτσι, λοιπόν, συνεχίζουμε τὴν μοναχική μας πορεία, δι­ακο­νών­τας παράλληλα ταπει­νὰ τοὺς ἀν­αρίθμητους προσ­κυνητές, παρηγορώντας τὸν ἀπελπισμένο λαό, παροτρύνοντας σὲ ἀληθινὴ ἐπιστροφὴ καὶ μετάνοια.

Ἐπειδή, ὅμως, πολλοὶ ἀδελ­φοί μας ἔνιωσαν πικρία, ἀγα­νάκτη­ση, ὀδύνη καὶ σκανδαλίσθηκαν μὲ ὅσα ἔλαβαν χώρα κατὰ τὴν πρόσφατη ἐπίσκεψη τοῦ Πρωθυπουργοῦ τῆς Ἑλλάδος στὸ Ἁγιώνυμο Ὄρος, διερωτῶνται μάλιστα γιατί δὲν δείξαμε μὲ δημοσιεύματα καὶ ἀνακοινώσεις τὴν ἀν­τίδρασή μας ὅσοι εἴχαμε ἀν­τίθετη ἄποψη, σκεφθήκαμε νὰ καταθέσουμε ἁπλὰ καὶ ταπεινὰ τὸν λογισμό μας. Ὅσο μᾶς ἐπιτρέπεται, γιατὶ δὲν θεωροῦμε συνετὸ «τὰ ἐν οἴκῳ» νὰ τὰ κοινοποιοῦμε «ἐν δή­μῳ».

Τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶ­ναι κανὼν βίου γιὰ ὅλους τοὺς συνειδητοὺς χριστιανούς, λαϊκοὺς καὶ μοναχούς. Καὶ ἐμεῖς προσπαθοῦμε νὰ πειθαρχοῦμε καὶ νὰ τηροῦμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου.

Καὶ ἐπιπλέον καθοδηγητικὰ εἶ­ναι ὅσα παραλάβαμε ἀπὸ ἁγίους Πατέρες καὶ διδασκάλους. «Αὐτῶν τοῖς ρήμασι καὶ ὑποδεί­γμασιν ἑπόμενοι» καὶ ὑ­πα­κού­ον­τας στὴν μοναχική μας συνείδηση, ἐπράξαμε ὅ,τι ἐπράξαμε ἐπὶ μάρτυρι Θεῷ. Κατ᾽ ἀρχὰς ἐκ­φρά­σαμε τὴν διαφωνία μας καὶ τελικὰ ἀρνηθήκαμε νὰ λάβουμε μέρος στὴν ἐκκλησιαστικὴ καὶ στὴν ὅλη ὑποδοχὴ τοῦ Πρωθυπουργοῦ.

Οὔτε ἀντιπολιτευόμαστε, οὔτε ἀρνούμαστε τὴν θεσμι­κὴ κυριαρχία τῆς Ἑλ­ληνικῆς Πολιτείας στὴν αὐτοδιοίκητη Ἀθωνικὴ χερσόνησο τοῦ Ἁγίου Ὄρους.

Ἡ ἐκκλησιαστική μας, ὅ­μως, συνείδηση δὲν ἀνέχεται νὰ ὑποδεχόμαστε μὲ πανηγυρικὲς κωδωνοκρουσίες ἐ­κεῖνον ποὺ μὲ νομοθετήματα διέλυσε τὰ θεμέλια τῆς χριστιανικῆς ἀνθρωπολογίας καὶ οἰκογενείας, νὰ προτάσσουμε τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο σ᾽ ἐκεῖνον ποὺ ἐμπράκτως ἀν­αίρεσε τὶς εὐαγγελικὲς ἀλήθειες μὲ ποικίλες ἀπαράδεκτες ἀποφάσεις, νὰ πολυχρονίζουμε ὡς εὐλαβέστατο ἐκεῖνον ποὺ ἐπέτρεψε καὶ ἐξ­ακολουθεῖ νὰ ἐπιτρέπῃ τὴν βεβήλωση τῶν θείων προσώπων τοῦ Χριστοῦ, τῆς Πα­ναγίας καὶ τῶν Ἁγίων Του, ἀναρτώντας καὶ φιλοξενώντας στὴν Ἐθνικὴ Πινακοθήκη ἄθλια καὶ βλάσφημα κακοτεχνήματα.

Ἂν θέλαμε νὰ τὸν ὑποδε­χθοῦμε, ἡ στάση μας θὰ ἔ­πρεπε νὰ ἦταν προδρομική· ἐλεγκτικὴ συνάμα καὶ προτρεπτικὴ πρὸς μετάνοια.

Ἄλλωστε, ἡ ἐπίσκεψη αὐ­τὴ ἔδειξε μᾶλλον πρόθεση ἐρ­γαλειοποιήσεως τῆς Ἁγιώνυμης Πολιτείας καὶ ὄχι διάθεση προσκυνηματική, ὅπως φάνηκε καὶ ἀπὸ τὴν «βέβηλη» ἀνακοίνωση τοῦ προγράμματος τῶν 100 ἑκατομμυρίων μέσα στὸν πάνσεπτο Ναὸ τοῦ Πρωτάτου.

Ἑνὸς προ­γράμματος ποὺ δὲν ἀφορᾶ διόλου τὴν ζωοτροφία τῶν μοναστῶν τοῦ Ἄ­θωνος, ἀλλὰ τὴν συντήρηση καὶ βελτίωση τῶν κτισμάτων καὶ τῶν ὑποδομῶν του, καὶ δὲν ἀποτελεῖ προσωπικὸ δῶρο τοῦ ἑκάστοτε Πρωθυπουργοῦ, ἀλλὰ ὑποχρέωση τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας πρὸς τὸ μοναδικὸ αὐ­τὸ μνημεῖο τῆς Πίστεως καὶ τοῦ Γένους μας.

Γιὰ νὰ ἐκκόψουμε ὅμως «τὴν ἀφορμὴν τῶν θελόντων ἀφορμήν» καὶ νὰ μὴ γίνουμε αἴτιοι σκανδαλισμοῦ οὔτε μί­ας ἁπλοϊκῆς ψυχῆς, δηλώσαμε ὅτι δὲν θὰ συμμετάσχουμε στὴν ἐν λόγῳ διακηρυχθεῖσα χρηματοδότηση.

Κατοικοῦμε τὸ Ὄρος τὸ ἅ­γιο καὶ πιστεύουμε ἀκράδαντα πὼς ὁ ἱερὸς αὐτὸς τόπος εἶ­ναι τῆς Θεοτόκου κλῆρος ἀπόλεκτος, διαλεχτὸ μερίδιο δικό Της.

Ἡ ὑπόσχεση ποὺ εἶχε δώσει σ᾽ ἕναν ἀπὸ τοὺς πρώτους οἰκιστές του, ὅτι, δηλαδή, θὰ προπολεμῇ πάντοτε γιὰ χάρη μας ἐναντίον τοῦ ἀρχεκάκου, αὐτὴ εἶναι ποὺ ἀναζωπυρώνει τὸν ζῆλο, ἀναπτερώνει τὶς ἐλπίδες μας καὶ μᾶς κρατάει στὸ ἱερὸ βουνό· οὔτε τὰ κονδύλια, οὔτε οἱ χορηγίες!

Ὅσοι, λοιπόν, εὐλαβεῖσθε τοὺς μοναχοὺς καὶ σέβεσθε καὶ τιμᾶτε τὸν τόπο τῆς ἀ­σκή­σεώς τους, προσεύχεσθε πρὸς Κύριον νὰ διακρίνουμε, νὰ γνωρίζουμε καὶ νὰ πράττουμε τὸ θέλημα αὐτοῦ τὸ ἀ­γαθὸν καὶ τέλειον.