Ὁ ἐκφυλισμὸς δὲν εἶνε πολιτισμὸς (Τροπάριο Κασσιανής)

«Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶ­στρος ἀκολασίας» (δοξ. ἀποστ. αἴν. Μ. Τετ.)

Τὴ Μεγ. Τρίτη ψάλ­λε­ται τὸ γνω­στὸ ὡ­ραῖ­ο τροπάριο τῆς Κασσιανῆς. Ποῦ ἔγκειται ἡ ἀ­ξία του; Στὰ νοήματά του, στὴν κατα­νό­ησι, στὸ σκο­πὸ γιὰ τὸν ὁ­ποῖο γράφτηκε· γιὰ νὰ γίνῃ ψυχικό μας βίωμα!

* * *

Ἡ Κασσιανὴ ἔζησε τὸν 9ο αἰῶνα στὸ Βυζάντιο. Εἶχε ἐξ­αιρετικὰ προσ­όντα καὶ παρὰ λίγο θὰ ἦταν σύζυγος τοῦ αὐτοκράτορος Θεοφίλου (829-842 μ.Χ.). Ὑπῆρ­χε συνήθεια, ὁ νέ­­ος ποὺ ἐκλέγει τὴν μέλλουσα σύζυγό του νὰ τῆς δίνῃ ἕνα μῆλο χρυ­σό. Ὁ Θεόφιλος πρὸς στι­γμὴν στάθη­κε μπροστὰ στὴν Κασσιανὴ γιὰ τὸ κάλλος της. Ἀλλὰ πρὶν τῆς δώσῃ τὸ μῆλο ἔ­κανε τὸ ἐρώ­τημα·«Ὡς ἆ­ρα διὰ γυ­ναι­κὸς ἐρρύη τὰ φαῦλα, ἀπὸ γυναῖκα προ­­ῆλθαν τὰ κακά; – ἐννοοῦσε τὴν Εὔα. Ἡ Κασ­σι­­ανὴ τοῦ λέει ἀ­μέ­σως· «Καὶ διὰ γυναι­κὸς πηγάζει τὰ κρείττονα» (Μ. Ἰατροῦ, Πόθεν καὶ Διατί, σ. 463), ἀπὸ τὴ γυναῖκα πηγάζουν καὶ ὅ­λα τὰ καλά – ἐν­νοοῦ­σε τὴν Παναγία. Ὁ Θεόφιλος τὴν προσ­πέρασε. Γιατὶ οἱ ἄντρες δὲν θέλουν οἱ γυναῖ­κες νά ᾽νε τόσο ἔξυπνες. Ἡ Κασσιανὴ λοιπὸν ἔχασε;

Ὄχι· κέρδισε. Ὑπάρχουν στὴ ζωὴ ἀ­πο­τυχίες ποὺ εἶνε θρίαμβοι. Δὲν ἔγινε νύφη ἑ­νὸς βασιλέως, ἔγινε νύμφη τοῦ οὐρανίου Βασιλέως, τοῦ Κυρίου ἡ­μῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἔ­χασε ἕνα στέμμα, ἀ­πέ­κτησε δύο ἄλλα, τὸ στέμ­μα τῆς παρθενί­ας καὶ τὸ στέμμα τῆς ποιήσεως. Ἀποσύρθηκε σὲ μοναστήρι, καὶ καρπὸς τῶν προσευχῶν καὶ τῶν δακρύων της εἶνε τὰ ἔ­ξοχα ποιήματά της, ποὺ εἶνε ἐγκατεσπαρμένα στὰ λειτουργικὰ μας βιβλία.

* * *

Τὸ τροπάριο αὐτὸ εἶνε ἔξοχο. Θὰ μείνω σὲ μία μόνο φράσι του· «Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑ­πάρχει, οἶ­στρος ἀ­κολασίας» (δοξ. ἀποστ. αἴν. Μ. Τετ.).

«Οἴμοι!», φωνάζει. Τί θὰ πῇ «οἴμοι»; «Ἀλλοίμονο» (τὸ ὁ­ποῖο προῆλθε ἀπὸ τὸ «ἀλλὰ» + «οἴμοι» = ἀλλ-οίμονο»). Αὐτὸ ποὺ λέμε σήμερα «Συμφο­ρά μου!».

Ποιά συμφο­ρὰ ἐννοεῖ; Συμφο­­ρὲς ὑ­πάρχουν πολλές· ἐ­δῶ ποιά εἶνε ἡ συμφορά; Εἶ­νε μία συμφορὰ γιὰ τὴν ὁποία ὣς τώρα δὲν κλάψαμε. Καὶ ἂν δὲν κλάψουμε πρὶν τὸ τέλος μας, ματαίως περάσαμε ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτόν. Ποιά εἶνε ἡ συμφορά; Θὰ τὴν πῶ, ἀλ­­λὰ ἄλλος θὰ μείνῃ ἀ­διάφορος, ἄλ­λος θὰ τὰ θεωρήσῃ παπαδίστικα λόγια, ἄλλος θὰ χασμουρηθῇ. Εἶνε ὅμως τὸ μόνο ποὺ πρέπει νὰ χαρακτηρίζεται ὡς συμφορά. Γι᾽ αὐτὸ θὰ σᾶς τὴν πῶ μὲ ἄλλα λόγια. Ἡ μεγάλη συμ­φο­ρά εἶ­νε διαφθορὰ τῆς φύσεώς μας.

Αὐτὴ ἡ διαφθορὰ ὑπάρχει στὴν καρδιὰ ὅλων, ἀκόμα καὶ τοῦ ἀσκητοῦ. Ὅ­σο πλη­σι­άζει κανεὶς στὸ φῶς τοῦ Θεοῦ, τόσο περισσότερο τὴν διακρίνει. Συμφορὰ λοι­πὸν εἶνε ἡ διαφθορά μας, μὲ μιὰ λέ­ξι ἡ ἁμαρτία· κάθε ἁμαρτία, καὶ εἰδικώτερα ἡ σαρκική.

Νά ἡ συμφορὰ ποὺ θρηνεῖ ἡ Κασσιανή. Ἀλλοίμονο, λέει, διότι «νύξ μοι ὑ­πάρ­χει», νύχτωσα. Ποιά εἶνε ἡ νύχτα; Τὸ λέει ἐν συνεχείᾳ μὲ μία ζωηρὴ εἰκόνα· ὀνομάζει τὴ σαρκικὴ ἁμαρτία, τὸν αἰσχρὸ ἔ­ρω­τα, μὲ τὴ λέξι «οἶ­στρος». Τί θὰ πῇ «οἶ­στρος»; Εἶνε μία μῦγα ποὺ ἐνοχλεῖ τὰ ζῷα· βόδια, ἄλογα, μουλάρια. Μπαίνει μέσα στὸ ῥουθούνι τους ἡ ἀλογόμυγα, ὁ τάβανος, καὶ τότε αὐ­τὸ ῥουθουνίζῃ δυνατά, σπάει σχοινιά, τρέχει σὰν τρελλό. Ὅταν δηλαδὴ ὁ αἰσχρὸς ἔ­ρωτας (ἡ πορνεία, ἡ μοιχεία, ἡ ἀσέλγεια) καταλάβουν τὸν ἄν­θρωπο, ἄντρα ἢ γυναῖκ­α, ταράζεται, μαίνεται, παραφρονεῖ.

Γι᾽ αὐτὸ λέει· Ἀλλοίμονό μου, γιατὶ μέσα στὴ νύχτα τῆς ἀγνωσίας μου μὲ κατέλαβε «οἶστρος ἀκολασίας», ἡ λύσσα τοῦ σαρκικοῦ πάθους.

⃝ Πρέπει νὰ κάνω μία διευκρίνησι. Ποιά εἶ­νε ἡ γυναίκα, γιὰ τὴν ὁποία μιλάει τὸ τροπά­ριο; Μερικοὶ ἐπιπόλαιοι νομίζουν, ὅτι «ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυ­νὴ» εἶνε ἡ Κασσιανή. Ὄχι, λάθος· αὐτὸ εἶνε ψέμα. Ἡ Κασσι­ανὴ ὑπῆρξε παρθένος ὣς τὸ τέλος τῆς ζωῆς της, ἁγνὸ λουλού­δι τοῦ Βυζαντίου. Ἀνοῖξτε τὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιο στὸ 7ο (ζ΄) κεφά­λαιο (στίχους 36-50). Ἐκεῖ λέει ὅτι ὁ Χριστός, ἐνῷ βρισκόταν σὲ ἕνα δεῖπνο, μιὰ γυναίκα, γνωστὴ γιὰ τὸν ἁ­μαρτωλὸ βίο της, μία «πόρνη» ὅπως λένε οἱ ὕμνοι, μπῆκε στὸ σπίτι, πλησίασε τὸν Κύριο μετανοημένη καὶ κλαίγοντας ἄλειψε τὰ πόδια του μὲ πολύτιμο μύρο· κατόπιν ἔλυσε τὰ μαλλιά της, τὰ ἔκανε πετσέττα καὶ μ᾽ αὐτὰ ἐσπόγγισε τὰ παν­άχραντα αὐτὰ πόδια, ποὺ μετὰ ἀπὸ δύο ἡμέρες ἄ­σπλαχνα χέρια θὰ τὰ κάρφωναν στὸ σταυρό. Σ᾽ αὐ­τὴν λοιπὸν τὴ γυναῖκα τοῦ Εὐαγγελίου εἶνε ἀφιερωμένο καὶ τὸ ἔξοχο αὐτὸ τροπάριο.

* * *

Ἀπὸ τότε ποὺ γράφτηκε αὐτὸς ὁ ὕμνος πέρασαν περίπου 11 αἰῶνες, 1.100 χρόνια. Ἄλλαξε ὁ ἄνθρωπος; Ἄλλαξε γραβάτα, πα­πούτσια, ἔπιπλα, ἁμάξια, πυραύλους. Ἀλλ᾽ ἀκόμα καὶ ὅταν πετάει στὸ διάστημα, ἡ φύσι του δὲν ἀλλάζει. «Φύσιν πονηρὰν μετα­βα­λεῖν οὐ ῥᾴδιον», εἶπαν οἱ ἀρχαῖοι. Ὁ δυσ­κο­λώτερος ἀγώνας εἶνε, νὰ ὑποτάξῃς τὴ σάρκα στὸ πνεῦμα. Γι᾽ αὐτὸ ὁ «οἶστρος ἀ­κολασίας» σείει καὶ σήμερα τὸν κόσμο.

Ἀλλὰ τώρα ὁ ἀπατηλὸς αὐτὸς αἰώνας σκέπασε τὴν κοπριὰ τοῦ διαβόλου μὲ ἕνα «χρυσό­χαρτο», μία μοντέρνα ξενικὴ λέξι· «οἶστρος ἀκολασίας» λέγεται «σέξ» (sex) – νά τὸ χρυσό­χαρτο. Καὶ τὰ μικρὰ παιδιὰ ἀκόμη μιλᾶνε γιὰ «σέξ»· Προσοχή· ἡ Ἐκ­κλησία δὲν εἶνε ἐναντίον τοῦ γάμου. Αὐτὸ ποὺ λένε «σέξ» (ἑλληνικὰ γενετήσια ἐπιθυμία) τὸ φύτεψε ὁ Δημιουργὸς πρὸς διαι­ώνισιν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ἀλλὰ αὐ­τὸ πλέον ἐκφυλίστηκε, ξέφυγε, πῆ­ρε ἄλλο δρόμο. Στὰ παλιὰ τὰ χρόνια εἴχαμε ἄντρες καὶ γυναῖκες ἐγκρατεῖς, νέους δροσερὰ λου­λούδια· σήμερα ὁ «οἶστρος», ἡ ἀλογόμυγα, δὲν πάει στὰ χωράφια καὶ στὰ ζῷα· κατέλαβε τὸ ῥαδιόφωνο, τὴν τηλεόρασι, τὸ ἔντυπο (περιοδικά, ἐφημερίδες κ.λπ.), τὶς ταινίες μεγάλης καὶ μικρῆς ὀθόνης. Νέες ἀλογόμυγες. Ἄντε νὰ σταθῇ τώρα τὸ παιδὶ καὶ ὁ νέος! Ἀριστοῦχοι καταντοῦν «κούτσουρα» καὶ «τοῦβλα». Στὴν Ἀμερικὴ ἀκοῦ­με νὰ γίνεται ἐκ­στρατεία μὲ σύνθημα «Πε­τάξτε τὶς τηλεοράσεις»! Διαλύεται ἡ οἰκογένεια. Ἡ ἀμετανόητη πόρνη σείει τὸν ἄν­τρα, τὸν κάνει κουρέλι. Ὁ βλάξ, καὶ τὴν ὀ­μορφότερη σύζυγο ἂν ἔχῃ, μπροστά της χασμουριέται· τοῦ πῆρε τὸ μυαλὸ ἡ διεθνὴς πόρνη μὲ τὴ φανταχτερὴ εἰκόνα· γιατὶ παρουσιάζεται μακιγιαρισμένη καὶ ἀπα­τᾷ. Αὐτὰ διέλυσαν τοὺς γάμους.

Κακομαθημένα παιδιὰ στὸ χωριό μας μάζευαν ἀ­λογόμυγες στὴ φούχτα, τὶς ἔρριχναν κάτω ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τοῦ ζῴου καὶ τό ᾽καναν νὰ τρελλαίνεται. Τὴν ἐποχὴ τῆς Κασσιανῆς οἱ ἀλογόμυγες ἦταν μιὰ φού­χτα, τώρα μὲ τὸν πανσεξουαλισμὸ ἔγιναν σύννεφο. Καὶ ἂν ἡ Κασσιανὴ εἶπε τότε μιά φορὰ τὸ «οἴμοι», τώρα ἐμεῖς πρέπει νὰ τὸ λέμε καὶ νὰ θρηνοῦμε διαρκῶς.

Νάτα τ᾽ ἀποτελέσματα. Φωνάζαμε ἐμεῖς, κι ὁ κόσμος ἔλεγε· Ὁ Καντιώτης εἶνε τρελ­­λός. Μακάρι νὰ ἤμουν μόνο ἐγὼ τρελλὸς καὶ ὅλοι οἱ ἄλλοι γνωστικοί.

Τὰ εἴδατε. Τὸ 1968 –θυμᾶστε τὰ γεγονότα–, γιὰ τὸν ἀγῶνα μας κατὰ τῆς διαφθο­ρᾶς καὶ τοῦ ἐκφυλισμοῦ, μὲ κύκλωσαν ἕ­τοιμοι νὰ μὲ στείλουν ἐξορία – δὲν γράφτη­καν αὐτὰ ἀκόμα. Πόσοι ἔμειναν τότε κον­τά μου; Οἱ ἄλλοι πῆγαν μὲ τοὺς ὀπαδοὺς τοῦ «πολιτισμοῦ». Εἶ­μαι ὑπὲρ τοῦ πολιτισμοῦ, ἀλ­λὰ ὁ ἐκφυλισμὸς δὲν εἶνε πολιτισμός· εἶνε ὁ τάφος τῶν πολιτισμῶν. Ποιός μᾶς ἄκουσε; Νά τ᾽ ἀποτελέσματα. Θρηνεῖ ἡ Ἀθήνα. Ἕνα παιδὶ λεβέν­της, πρώτης τάξεως παλληκάρι, θὰ ἔκανε τὴν Κυριακὴ τὸν ἀρραβῶνα του· πῆρε τὴν ἀρραβωνιαστικιά του καὶ πῆγαν σὲ μιὰ ταβέρνα. Ἕνας ἄλλος ὅμως, παν­τρεμένος αὐτὸς καὶ μὲ παι­διά, ἅμα εἶδε τὴν κοπέλ­λα τρελλάθηκε ἀπὸ «οἶστρον ἀκολασίας», καὶ βγαίνοντας πρὸς τὰ ἔξω τὸν κάρφωσε!…

Αὐτὰ εἶχα νὰ σᾶς πῶ, ἀδελφοί μου. Καὶ τώρα, ὅ­ταν ἀκοῦτε τὸ τροπάριο προσπαθῆ­­στε νὰ εἰσέλθε­τε στὰ βαθύτερα νοήματα, καὶ νὰ τὸ κάνετε προσ­ευχὴ καὶ δέησι· Ὁ Θεὸς νὰ σώσῃ τὰ παιδιά μας, νὰ σώσῃ τὶς οἰκογένειές μας, νὰ σώσῃ τὴν πατρίδα μας ἀπὸ τὸν πανσεξουαλισμό, ποὺ τείνει νὰ διαλύ­σῃ ὅ,τι ὡραῖο, ὅ,τι ὑψηλό.

Ὁ δὲ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς διὰ πρεσβει­ῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ τῆς ὁσίας Κασ­­σιανῆς νὰ μᾶς προστατεύῃ καὶ σῴζῃ· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

 (ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴ Μ. Τρίτη 24-4-1973 βράδυ)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *