Ειδήσεις (Εμβόλιο, Διχασμός, Χάραγμα;)

Ποιός θ᾽ ἀντέξῃ ὣς τὸ τέλος!

Αὐτὰ ποὺ διαβάζαμε στὴν Ἀποκάλυψι καὶ φανταζόμασταν ὅτι θὰ ἔλθουν ἀργότερα, ὄχι στὴ δική μας γενεά, πλησίασαν καὶ ἀρχίσαμε νὰ τὰ ζοῦμε. Τὸ δίκαιο κηρύσσεται ἄδικο καὶ τὸ ἄδικο δίκαιο. Τὸ φυσικὸ λέγεται ἀ φύσικο καὶ τὸ ἀφύσικο φυσικό. Τὸ ἄρρωστο χαρακτηρίζεται ὑγιὲς καὶ τὸ ὑγιὲς ἄρ ρωστο. Τὸ ἴσιο θεωρεῖται στρα βὸ καὶ τὸ στραβὸ ἴσιο. Ὁ κόσμος ἔχει πιεῖ ἀπὸ τὸ «τρελλὸ νερό».

Οἱ ἐπιστῆμες ἀκυρώνονται (ἱστορία, νομική, ἰατρική, φυσιολογία, κοινωνιολογία κ.τ.λ.), οἱ γνώσεις δὲν ἰσχύουν, τὰ πτυχία εἶνε γιὰ πέταμα. «Φωνάζει ὁ κλέφτης νὰ φύγῃ ὁ νοικοκύρης», καὶ τὸ κατεστημένο δικαιώνει τὸν κλέφτη. «Σηκώθηκαν τὰ πόδια καὶ χτυποῦν τὸ κεφάλι», καὶ τὰ χέρια δὲν κινοῦνται νὰ τὸ προστατέψουν. Ὁρμᾷ ἡ ἀρρώστια νὰ πνίξῃ τὴν ὑγεία, καὶ ὁ γιατρὸς τὴν καλύπτει μὲ τὸ κῦρος του.

Ἡ ἀναισχυντία καὶ ξετσιπωσιὰ παρελαύνει τακτικὰ πλέον καὶ μὲ ὑπερηφάνεια ὑπὸ τὴν διεθνῆ προστασία τῆς ἐννόμου τάξεως. Ἅγιες εἰκόνες δέχονται βλάσφημο βανδαλισμό, ποὺ τελεῖται ἀνενόχλητα καὶ χωρὶς καμ μιά συνέπεια. Τὸ συμβούλιο ἐπικρατείας ἀ κυ ρώ νει προγράμματα, ἀλλὰ οἱ ὑπουργοὶ δὲν τὸ ὑπολογίζουν· σ᾽ αὐτοὺς φαίνεται ὅτι ἐπιτρέπεται. Τὰ παι διὰ τοῦ δημοτικοῦ μαγαρίζονται μὲ τὴ σεξουαλικὴ ἀγω γή, τὴ γιόγκα καὶ τὴν πανθρησκεία· οἱ γονεῖς τὸ ἀνέχονται. Μὲ πρόφασι τὴ ζέστη ἡ κυκλοφορία στὴ δημόσια κοινωνικὴ ζωὴ δὲν ἔχει ὅρους· «καίει» ὅπως στὴν παραλία.

Ἐν τῷ μεταξὺ διεθνῆ ἀτοπήματα συνεχίζονται καὶ χρονίζουν, καὶ οἱ διεθνεῖς ὀργανισμοὶ δείχνουν ἁπλῶς τὴν ἀνεπάρκειά τους, ὅτι δὲν ἔ χουν πλέον λόγο ὑπάρξεως καὶ λειτουργίας. Εἰσβολεῖς ρημάζουν, λαοὶ στενάζουν, καὶ οἱ τρανοὶ… ῥεμβάζουν (Κύπρος). Παραχαράκτες σφετερίζονται τίτλους, τὰ μνημεῖα καὶ οἱ λίθοι κράζουν καὶ βοοῦν, καὶ οἱ φρουροὶ …χειροκροτοῦν (Σκόπια). Συνθῆκες ἀμφισβητοῦνται, συντάγματα παραβιάζονται, καὶ ποιός εὐαισθητοποιεῖται; Ἔγκριτοι νομικοὶ καταγγέλλουν, διαμαρτύρονται ἐντονώτατα (παραίτησι καθηγ. Κ. Βαθιώτη), κρούουν τὸν κώδωνα τοῦ κινδύνου, μὰ τῆς ἐξουσίας τὸ αὐτὶ δὲν ἱδρώνει.

Καὶ τὰ χειρότερα. Οὔτε στὸν χῶρο τῆς ἐκ κλησίας λείπουν ἀπροσδόκητα καὶ ἀντικανονικά. Οἱ κορυφὲς μεταίρουν ὅρια αἰώνια ἐν ψυ χρῷ, ὄχι μόνο χωρὶς συναίσθησι τῆς ἐκτροπῆς ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ γαυρίαμα ῥέκτου. Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας μας ἔχουμε νὰ δοῦμε ποιός θυμᾶται ἀπὸ πότε. Καὶ ἐνῷ δέχονται ταπεινώσεις ἀπὸ τὸν εἰσβάλλοντα καί σαρα, αὐθεντοῦν καὶ λεονταρίζουν πρὸς τοὺς ταπεινούς. Τὸ πρεσβυτέριο, μουδιασμένο, διχάζεται καὶ ἀδρανεῖ. Ὁ ζῆλος, ὅπου φανῇ, λοιδορεῖται ἢ καὶ τιμωρεῖται.

Ὁ ταπεινὸς λαὸς ἀπευθύνεται στοὺς ἀρ χι ποιμένες του, ποὺ τοῦ ἐπιμένουν νὰ ἐμβολιασθῇ· Εἶστε τόσο βέβαιοι γιὰ τὴν ἀσφάλεια τοῦ ἐμβολιασμοῦ; Τοὺς ἐρωτᾷ εὐλαβῶς· Γιὰ τὶς τόσες παρενέργειες σὲ ὅσους Σᾶς ἄκουσαν καὶ τοὺς τόσους θανάτους ἀπὸ τὴν ὑπακοὴ στὴν προτροπή Σας ποιός ἀναλαμβάνει τὴν εὐθύνη; Δῶστε μιὰ ἀπάντησι.

Τί θὰ γίνῃ; Ἀντὶ ἄλλης ἀπαντήσεως ἡ Βίβλος διακηρύσσει· «Ὁ ἀδικῶν ἀδικησάτω ἔτι, καὶ ὁ ῥυπαρὸς ῥυπαρευθήτω ἔτι, καὶ ὁ δίκαιος δικαιοσύνην ποιησάτω ἔτι, καὶ ὁ ἅγιος ἁγιασθήτω ἔτι» (Ἀπ. 22,11).

Ὄχι στὸν διχασμὸ

Ἡ πίεσι, ποὺ ἀσκεῖται τὴν περίοδο αὐτὴ στὸ λαὸ καθημερινῶς γιὰ νὰ ἐμβολιασθῇ, προδίδει ὅτι οἱ ἐπειγόμενοι ἔχουν προθεσμία ἐκτελέσεως ἐντολῆς καὶ λογοδοτοῦν σὲ ἐντολεῖς των. Εἶνε γιὰ λύπησι.

Ἐνῷ κατὰ τὸ σύνταγμα κάθε ἰατρικὴ πρᾶξι προϋποθέτει ἑκούσια καὶ ἐλεύθερη ἀ ποδοχὴ τοῦ ἀσθενοῦς, ἡ βουλὴ ἔχει ψηφίσει μὲ νόμο τὴν ὑποχρεωτικότητα τοῦ ἐμβολιασμοῦ – ἀπὸ πότε; ἀπὸ πέρυσι, προτοῦ δηλαδὴ παρασκευασθῇ κἂν τὸ ἐμβόλιο! Τί λέει αὐτό; Ἐκτελοῦν ἐντολή, ἐντολὴ ἀντισυνταγματική.

Αὐθόρμητα καὶ ἀνοργάνωτα ἀλλὰ ὁλόψυχα καὶ πηγαῖα ὁ λαὸς ἀντιδρᾷ κατὰ πόλεις, ἀπὸ τὴν πρωτεύουσα μέχρι τὰ ἄκρα τῆς ἐπαρχίας. Διαμαρτύρονται κατὰ τοῦ ὑποχρεωτικοῦ ἐμβολιασμοῦ. Στὶς διαμαρτυρίες μετέχουν ὄχι μόνο ἀνεμβολίαστοι ἀλλὰ καὶ ἐμβολιασμένοι ποὺ μετανόησαν γι᾽ αὐτὸ ποὺ τοὺς ἐπεβλήθη ὕπουλα καὶ καταγγέλλουν τὴν δολιότητα.

Στὸ σημεῖο αὐτὸ χρειάζεται προσοχὴ ὥστε νὰ μὴ δημιουργῆται διχασμός. Ἡ διχογνωμία ὀφείλεται στὴν ἄγνοια. Ἡ ἀποκάλυψι τῆς ἀλήθειας θὰ κάνῃ αὔριο ὅλους νὰ συμφωνήσουν. Ψυχραιμία λοιπὸν καὶ αὐτοσυγκράτησι, ὑπομονὴ καὶ διαφώτισι· ὄχι ἀντιδικία καὶ ἀλληλοκατηγορίες.

 

Τὸ ἐμβόλιο εἶνε τὸ «χάραγμα»;

Ἡ διάκρισι ἐμβολιασμένων καὶ ἀνεμβολίαστων, ποὺ κηρύττει ἡ πολιτεία, δημιουργεῖ ἀποκλεισμὸ ἀπὸ τὴν κοινὴ ζωὴ ὅσων ἀντιτίθενται. Ἄρχισε ἔτσι νὰ δημιουργῆται κλίμα ποὺ ἀνακαλεῖ στὸ νοῦ τὴν προφητεία τῆς Ἀποκαλύψεως, ὅτι στοὺς ἐσχάτους καιροὺς ὅποιοι δὲν θὰ ἔχουν δεχθῆ τὸ «χάραγμα» δὲν θὰ μποροῦν νὰ ἀγοράσουν ἢ νὰ πουλήσουν (Ἀπ. 13,17), δηλαδὴ νὰ συναλλαγοῦν καὶ νὰ ζήσουν, μέσα στὸν κόσμο. Τὸ ὅτι ὅμως τὸ ἐμβόλιο ποὺ ἐπιβάλλεται τώρα δὲν εἶνε ἕνα καὶ τελικό, ἀλλὰ ἀκολουθοῦν καὶ ἄλλες δόσεις του (πρώτη, δεύτερη, τρίτη κ.λπ.), σημαίνει ὅτι δὲν φθάσαμε ἀκόμη στὸ τέρμα, σ᾽ αὐτὸ ποὺ ἐννοεῖ ἡ προφητεία. Ὡστόσο πλησιάζουμε πλέον ἐκεῖ, καὶ πρέπει νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι.

Μὴν ἀντιμετωπίζουμε λοιπὸν οἱ ἀνεμβολίαστοι τοὺς ἐμβολιασμένους ὡς χαμένες ψυχές. Εἶνε καὶ αὐτοὶ ὅπως κ᾽ ἐμεῖς «πρόβατα ἀπολωλότα». Ὅσο ὁ Θεὸς παρατείνει τὴ ζωὴ καὶ ὁ θνητὸς ἀναπνέει, ὁ Κύριος δὲν τὸν ἔχει ἀπορρίψει· ὁ ἄνθρωπος ἔχει περιθώριο μετανοίας. Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ Θεὸς δὲν τοῦ ἔκοψε τὸ νῆμα τῆς ζωῆς, ἐμεῖς μὴν τὸν ἀποφασίζουμε γιὰ τὴν ἀπώλεια· μὴν ἀποκλείσουμε κανένα ἀπὸ τὴ σωτηρία.

Πολλοὶ ἄλλωστε ἀπὸ τοὺς ἐμβολιασμένους δὲν εἶνε ξένοι, εἶνε οἰκεῖοι μας καὶ πονοῦμε γι᾽ αὐ τοὺς καὶ τὴ σωτηρία τους. Ἔχουν κι αὐ τοὶ δικαίωμα στὴ μετάνοια. Ἡ ἀγάπη καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ τοὺς περιμένει νὰ προσέλθουν καὶ νὰ ἐξομολογηθοῦν ὅλες βέβαια τὶς ἁμαρτίες τους, ἰδιαιτέρως ὅμως αὐτήν, ὅτι δέχτηκαν τὸ ἐμβόλιο, ποὺ προκαλεῖ δομικὴ καὶ μὴ ἀναστρέψιμη ἀλ λοίωσι στὸ κύτταρο τοῦ ὀργανισμοῦ. Σοβαρότερη εὐθύνη ἔχουν ἐὰν εἶχαν ἐνημερωθῆ γιὰ τὸν κίνδυνο καὶ παρὰ ταῦτα ἀγνόησαν τὶς προειδοποιήσεις καὶ προχώρησαν ἀπερίσκεπτα στὸν ἐμβολιασμό.

Στὴν ἔρημο;

Πῶς θὰ ἐξελιχθοῦν τὰ πράγματα μέχρι τὸ φθινόπωρο καὶ τὸ χειμῶνα δὲν γνωρίζουμε· τὸ γνωρίζει ἀκριβῶς μόνο ὁ Κυβερνήτης τοῦ παντός. Οἱ ἄνθρωποι μπορεῖ νὰ ἔχουν σχέδια καὶ νὰ κάνουν προγράμματα, δὲν μποροῦν ὅμως οὔτε νὰ προβλέψουν τὶς ἐπεμβάσεις τοῦ Παντοκράτορος στὴ ζωὴ τοῦ κόσμου οὔτε μὲ τὰ δικά τους σχέδια νὰ ματαιώσουν τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ.

Ἐμεῖς ἂς ἀφήσουμε ἐν μετανοίᾳ καὶ ἐμπιστοσύνῃ τὸν ἑαυτό μας καὶ τὴ ζωή μας στὰ χέρια Του. Ἂν ἡ Ἐκκλησία ἔλθῃ ἡ ὥρα νὰ βρεθῇ στὴν ἔρημο, ἂς ἑτοιμαζώμαστε νὰ τὴν ἀκολουθήσουμε ἀποφασιστικὰ καὶ πιστά. «Πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα».

Πῶς θὰ ζήσουμε, πῶς θὰ συντηρηθοῦμε; Μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Κυρίου. Ὅπως ἔζησε κατὰ θαυμαστὸ τρόπο σαράντα χρόνια στὴν ἔρημο ὁ ἐκλεκτὸς λαός του καὶ δὲν τοῦ ἔλειψαν τὰ ἀναγκαῖα.